Η ονομασία του ιστολογίου είναι ο τίτλος του βιβλίου του Βασίλη Σαμαρά "1917-1953, Η ιστορία διδάσκει και εμπνέει"

Κυριακή 15 Νοεμβρίου 2015

60 χρόνια από το μεγάλο μπλόκο της Κοκκινιάς. Θυσία για τη Λευτεριά


Προλεταριακή Σημαία φ. 506 24-7-2004


Το 1944, ήταν η τελευταία χρονιά της κατοχής στην Ελλάδα και σημαδεύτηκε από γεγονότα φρίκης, όπως σφαγές αμάχων, ολοκαυτώματα χωριών αλλά και μπλόκα και εκτελέσεις στην Αθήνα και άλλες μεγάλες πόλεις. Οι λόγοι που οδήγησαν τους Γερμανούς και τους συνεργάτες τους στην τακτική των μπλόκων μέσα στην Αθήνα δεν έχουν να κάνουν μόνο με σπασμωδικές ενέργειες των κατακτητών λίγο πριν την ήττα. Ο βασικότερος λόγος είναι το δυνάμωμα της αντιστασιακής δράσης του λαού, όχι μόνο στην ύπαιθρο που ο ΕΛΑΣ είχε κυριαρχήσει πλήρως, αλλά και στα μεγάλα αστικά κέντρα. Ας μην ξεχνάμε ότι τα Γρεβενά, η Καρδίτσα, τα Τρίκαλα και το Καρπενήσι ελέγχονταν από τον ΕΛΑΣ από τα μέσα του 1943. Την ίδια χρονιά ματαιώθηκε η επέκταση της βουλγαρικής κατοχής σε ολόκληρη την ελληνική Μακεδονία και τη Θράκη μετά από μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις στη Θεσσαλονίκη, σε πολλές πόλεις της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας και με αποκορύφωμα την μεγάλη παναθηναϊκή διαμαρτυρία με τη συμμετοχή 300 χιλιάδων λαού, στις 22 Ιουλίου του 1943. Η τελευταία διαδήλωση χτυπήθηκε από τα γερμανικά τανκ με αποτέλεσμα 30 διαδηλωτές να σκοτωθούν και περίπου 200 να τραυματιστούν. Ο σκοπός όμως επιτεύχθηκε και η επέκταση της βουλγαρικής ζώνης κατοχής ματαιώθηκε.


Ο λαός της Κοκκινιάς ήταν από τα πιο πρωτοπόρα τμήματα του αθηναϊκού λαού. Μαζί με τις υπόλοιπες λαϊκές συνοικίες (Καισαριανή, Καλλιθέα, κ.α.) πρωτοστάτησε στη μάχη κατά της επιστράτευσης το Μάρτη του 1943. Με δύο τεράστιες διαδηλώσεις στις 24 Φλεβάρη (απεργία εργατοϋπαλλήλων) και 5 Μαρτίου (γενική απεργία) ο λαός της Αθήνας κατάφερε να ματαιώσει τα σχέδια των Γερμανών για μεταφορά Ελλήνων στα εργοστάσια της Γερμανίας. Οι διαδηλωτές κατέλαβαν το Υπουργείο Εργασίας και κάψανε μέρος των αρχείων του καθώς και τις καταστάσεις επιστράτευσης. Οι κεντρικοί δρόμοι της Αθήνας και του Πειραιά έγιναν πεδία μάχης ανάμεσα στον άοπλο λαό και τις δυνάμεις κατοχής. Τουλάχιστον 18 ήταν οι νεκροί και πάνω από 130 οι τραυματίες. Παρόμοιες κινητοποιήσεις θα πραγματοποιηθούν και στη Θεσσαλονίκη, το Βόλο, Καλαμάτα, Σπάρτη, Κόρινθο κ.α.

Ολα αυτά τα γεγονότα φανέρωναν τη μεγάλη απήχηση που είχε το ΕΑΜ στις μεγάλες πόλεις και την Αθήνα, μετατρέποντας πολλές περιοχές της σε απόρθητα φρούρια για τους Γερμανούς και τους Ελληνες συνεργάτες τους. Δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις ένοπλων αντιπαραθέσεων μεταξύ του λαού της Αθήνας και των Γερμανών που κράτησαν μέχρι και μερικές μέρες. Οπως για παράδειγμα στο πρώτο μπλόκο της Κοκκινιάς στις 6-7 του Μάρτη του 1944 που εξελίχθηκε σε πραγματική μάχη (μάχη της Κοκκινιάς). Οι ταγματασφαλίτες μαζί με τους άνδρες της Ειδικής Ασφάλειας (αντικομμουνιστική μονάδα που έπαιρνε εντολές από τα SS και καθοδηγούνταν από τον Αλέξανδρο Λάμπου), επιτέθηκαν στην Κοκκινιά, αλλά τμήματα του εφεδρικού ΕΛΑΣ και της ΟΠΛΑ αντιστάθηκαν για τρεις μέρες, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν πολλοί από τη μεριά των ταγματασφαλιτών και να αναγκαστούν σε υποχώρηση.

Η τακτική των «μπλόκων» όμως θα συνεχιστεί. Μια ολόκληρη σειρά από μικρά και μεγάλα μπλόκα πραγματοποιούνται το καλοκαίρι του ’44. Στις 21 Ιούνη γίνεται επιδρομή στην Καλλιθέα και τα Παλιά Σφαγεία. Στις 4 Ιούλη πραγματοποιείται μπλόκο στο Παγκράτι, την Καισαριανή και τη Γούβα με επικεφαλής τον διαβόητο Ι. Πλυτζανόπουλο, ένα από τα μεγαλύτερα καθάρματα που ξέβρασε αυτός ο τόπος, ο οποίος κυκλοφορούσε πάντα με ένα μαστίγιο. Τον Ιούλη τα μπλόκα ήταν σχεδόν καθημερινά. Τα Λιόσια, τα Πετράλωνα, η περιοχή του Γκύζη, ο Βύρωνας, το Δουργούτι, το Κατσιπόδι, το Κουκάκι και το Αιγάλεω γνώρισαν τη φρίκη των μπλόκων. Στις 23 και 24 Ιούλη έγινε το μεγάλο μπλόκο της Καλλιθέας.

Σε όλα τα μπλόκα συμμετείχαν Γερμανοί, τσολιάδες και μπουραντάδες (μηχανοκίνητο ευζωνικό τάγμα) και ο απολογισμός ήταν εκατοντάδες εκτελέσεις και χιλιάδες συλλήψεις.

Στις 15 Αυγούστου προσπάθησαν να ξαναχτυπήσουν την Κοκκινιά χωρίς επιτυχία. Ο λαός αντιστάθηκε διώχνοντας τους Γερμανούς.

Την αυγή της 17ης Αυγούστου του 1944 περίπου 4000 Γερμανοί και τσολιάδες με αρχηγό τον Ι. Πλυτζανόπουλο και τη συμμετοχή του Ν. Μπουραντά διοικητή του μηχανοκίνητου τάγματος απέκλεισαν την Κοκκινιά και διέταξαν όλο τον ανδρικό πληθυσμό ηλικίας από 14 ως 60 χρόνων να μαζευτεί στην πλατεία Οσίας Ξένης. Συγκεντρώθηκαν περίπου 20.000, όσοι μπορούσαν να χωρέσουν στην πλατεία. Οι ορδές των βαρβάρων ξεκίνησαν το πλιάτσικο στα σπίτια της περιοχής. Χτυπούσαν και βασάνιζαν ανελέητα.

Ο Δημ. Λιάτσος γράφει στο βιβλίο του «Το μπλόκο της Κοκκινιάς», σελ. 24: «Ξεχύνονται σαν τους λύκους στους δρόμους, μέσα στα στενά, στις πλατείες μ’ ένα και μοναδικό σκοπό. Να χτυπήσουν μια και καλή την αντάρτισσα Κοκκινιά, να μην ξανασηκώσει κεφάλι».

Τα ηγετικά στελέχη του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ και της ΟΠΛΑ καταδείχθηκαν αμέσως από τους προδότες (κουκουλοφόρους αλλά και φανερούς, όπως ο Γ. Σγούρος με το γιο του, ο Μπατράνης, ο Βακαλόπουλος και ο Μπεμπέκογλου) και εκτελέστηκαν επί τόπου ή στην κοντινή μάντρα και τη μάντρα του Ανω Καραβά (Νεάπολη). 40 εκτελέστηκαν στο Σχιστό και τα πτώματά τους τα έκαψαν. Συνολικά πάνω από 300 πατριώτες θυσιάστηκαν εκείνη τη μέρα. Ανάμεσά τους και η Διαμάντω Κουμπάκη (η θρυλική Διαμάντω), ηγετικό στέλεχος της ΕΠΟΝ Πειραιά, ο Στέλιος Καζακίδης που συνεχώς εμψύχωνε τον κόσμο, ο Κώστας Περιβόλας που προσπάθησε με απαράμιλλο θάρρος να σκοτώσει εκείνη τη στιγμή τον Πλυτζανόπουλο, ο ΕΛΑΣίτης Θόδωρος Μακρής που διέφυγε τον κλοιό και έδωσε πραγματική μάχη μαζί με άλλους οκτώ πατριώτες. Αλλοι 8.000 συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου. Απ’ αυτούς οι 1.200 μεταφέρθηκαν σε γερμανικά στρατόπεδα και αρκετοί από τους υπόλοιπους εκτελέστηκαν ή πέθαναν από βασανιστήρια.

Χαρακτηριστική είναι η σκηνή που ο Μπατράνης κατέδωσε τον Απόστολο Χατζηβασιλείου γραμματέα της Κομμουνιστικής Οργάνωσης της περιοχής όπως περιγράφεται στο βιβλίο του Dominique Eudes, «Οι καπετάνιοι», εκδ. Εξάντας, σελ. 208: «Ενας χαφιές κάνει τη δουλειά του ξέσκεπος. Λέγεται Μπατράνης. Σταματάει μπροστά σε κάποιον Αποστόλη. Ολος ο κόσμος ξέρει πως ο Αποστόλης είναι καπετάνιος του ΕΛΑΣ. Ο Μπατράνης ξεραίνεται μπροστά του σε στάση προσοχής, τον χαιρετάει στρατιωτικά και λέει:"Στις διαταγές σας καπετάνιε μου". Ενα χτύπημα ξιφολόγχης βγάζει το αριστερό μάτι του Αποστόλη και σκάβει μια βαθιά χαραματιά στο πρόσωπό του».

Υπήρξαν βέβαια πολλά στελέχη του ΕΑΜ που διέφυγαν του μπλόκου ή κρύφτηκαν. Οι Γερμανοί στο τέλος σκότωσαν δύο από τους προδότες, τον Μπατράνη και τον Μπεμπέκογλου ενώ ο Βακαλόπουλος το έσκασε. Αυτή ήταν συχνά η τύχη των καταδοτών στην κατοχή.

Παρά το μεγάλο πλήγμα που δέχτηκε η Κοκκινιά, δεν υποτάχθηκε. Το μίσος ατσάλωσε ακόμα περισσότερο το λαό της και έφερε το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που επεδίωκαν οι κατακτητές. Το ίδιο βράδυ κυκλοφόρησαν χιλιάδες προκηρύξεις του ΕΑΜ στα σοκάκια της Κοκκινιάς:

«17 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1944, ΜΑΤΩΜΕΝΗ ΜΕΡΑ ΤΗΣ ΚΟΚΚΙΝΙΑΣ, ΜΕΡΑ ΠΟΥ ΖΗΤΑΕΙ ΕΚΔΙΚΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΩΝ ΠΑΛΙΚΑΡΙΩΝ ΜΑΣ.

ΑΙΩΝΙΑ Η ΜΝΗΜΗ ΣΕ ΣΑΣ ΑΔΕΡΦΟΙ.

Το αίμα σας θα το πάρουμε πίσω. Ορκιζόμαστε να συνεχίσουμε με πιότερη ορμή το μισοτελειωμένο σας έργο, για λευτεριά του τόπου μας. Ορκιζόμαστε εκδίκηση και θάνατο στους Γερμανούς και τους προδότες….» (Δημ. Λιάτσου, «Το μπλόκο της Κοκκινιάς», σελ. 49).

Στις αρχές του Σεπτέμβρη οι Γερμανοί κάτω από την πίεση των διαδηλώσεων του αθηναϊκού λαού αναγκάστηκαν να απελευθερώσουν τους κρατούμενους στο Χαϊδάρι.

Στις 24 Σεπτέμβρη ο λαός της Κοκκινιάς πραγματοποίησε μνημόσυνο στην πλατεία Οσίας Ξένης, για τα θύματα του μεγάλου μπλόκου. Χιλιάδες λαού συγκεντρώθηκαν για να τιμήσουν τους νεκρούς πατριώτες. Οι Γερμανοί όμως θα ξαναχτυπούσαν. Το χρονικό της μαύρης μέρας δημοσιεύτηκε με μια πολύ ζωντανή περιγραφή στο ειδικό τεύχος της ΕΠΟΝ του Πειραιά το 1945, με τίτλο «Σπάμε τις άτιμες τις αλυσίδες»:

«…Οταν η λαοπλημμύρα ετοιμάζεται να προχωρήσει και τα «Χωνιά» κατευθύνουν τις μάζες, τότε οι Ούννοι ταμπουρωμένοι στο λόφο της Δεξαμενής έστρεψαν τα πολυβόλα τους στο λαό, που μνημόνευε τους νεκρούς του, που ξεπλήρωνε μια θρησκευτική και εθνική υποχρέωση απέναντί τους και τον ξανασκοτώσαν, τον βούτηξαν πάλι στο αίμα. Ο ίσκιος της Εκκλησίας σκέπαζε τα πλήθη, μα οι φασίστες δε σεβάστηκαν τίποτε, διψούσαν για αίμα και τις χαροκαμένες μάνες ήθελαν να τις σωριάσουν νεκρές στην πλατεία και χτύπησαν αλύπητα. Κροτάλιζαν τα πολυβόλα, το πυρακτωμένο σίδερο ξανατρύπησε το κρέας του λαού, ξανάχυσε το άλικο αίμα του. Για μια στιγμή το πλήθος τα χάνει. Δε βλέπει Γερμανούς πουθενά, αυτοκίνητα γερμανικά δε βλέπει. Τότε ένας φωνάζει "αδέρφια μας χτυπάν απ’ τα πολυβολεία της Δεξαμενής". Υψωσαν τα πλήθη το κεφάλι, βλέπουν, και μια φωνή μυριόστομη σκίζει τον αγέρα, λες και βγαίνει, όχι από ανθρώπινα στήθια, μα από κρατήρα Ηφαιστείου. "Κατάρα κι ανάθεμα στους δολοφόνους. Θάνατος στους φασίστες"». (Δ. Λιάτσου «Το μπλόκο της Κοκκινιάς», σελ. 57). Ο απολογισμός ήταν 8 νεκροί και αρκετοί τραυματίες.

Μετά την απελευθέρωση οι δοσίλογοι επικεφαλής του μεγάλου μπλόκου της Κοκκινιάς δικάστηκαν και αθωώθηκαν. Κανείς δεν καταδικάστηκε, εκτός από τον Σγούρο που όμως δεν εξέτισε την ποινή του αφού … ήταν ταγματάρχης του Εθνικού Στρατού. Είναι πλέον γνωστό ότι τα τάγματα ασφαλείας τα ίδρυσαν οι Αγγλοι μετά από συνεργασία της Ιντέλιτζενς Σέρβις με τους Γερμανούς. Πολλοί από τους επικεφαλής των ταγματασφαλιτών ήταν διπλοί πράκτορες της Γκεστάπο και της Ιντέλιτζενς Σέρβις. Ο ίδιος ο Πλυτζανόπουλος το παραδέχτηκε στην απολογία του ότι ήταν αγγλόφιλος και ότι τα ευζωνικά τάγματα (τάγματα ασφαλείας) ιδρύθηκαν με έγκριση από το στρατηγείο της Μέσης Ανατολής. Το Μάρτη του 1947 το Γ’ Δικαστήριο δοσίλογων αθώωσε οριστικά τον Σγούρο και τον Πλυτζανόπουλο. Ο τελευταίος έφτασε μέχρι το βαθμό του υποστράτηγου ενώ ο Σγούρος διορίστηκε διοικητής στο 3ο τάγμα της Μακρονήσου!!

Ο κυνισμός του μεταπολεμικού μοναρχοφασιστικού κράτους συμπληρώθηκε από τη χούντα της 21ης Απριλίου, με την ωμή διαστρέβλωση της ιστορίας. Οι χουντικοί διόρισαν δήμαρχο Νίκαιας (Ν. Κοκκινιά) τον ανεψιό του Πλυτζανόπουλου. Αυτός σε μια επίδειξη θράσους και ξεδιαντροπιάς τοποθέτησε στο μνημείο των θυμάτων του μπλόκου (που κατασκευάστηκε το 1956) επιγραφή με το παρακάτω κείμενο:

«Προδόται και μασκοφόροι κομμουνισταί, και εαμίται, ελασίται, παρέδωσαν εις τους βαρβάρους κατακτητάς την 17ην Αυγούστου 1944, αγνούς πατριώτας αγωνιστάς της Εθνικής Αντίστασης. Τέκνα ηρωικά της Νίκαιας, οι οποίοι και εξετελέσθησαν εις τον χώρον τούτον». (Φοίβου Γρηγοριάδη, «Βρετανοί, το αντάρτικο, απελευθέρωσις» (τόμος 8), σελ. 598, εκδ. Νεόκοσμος)

Η Κοκκινιά δίκαια κατέχει τα πρωτεία στον αγώνα για τη λευτεριά της πατρίδας μας. Μαζί με την Καλλιθέα, την Καισαριανή, το Χαϊδάρι, τα Καλάβρυτα, το Δίστομο, το Χορτιάτη, το Δοξάτο πρόσφερε απλόχερα τα καλύτερα παιδιά της για την απελευθέρωση της Ελλάδας και έγραψε χρυσές σελίδες στην ιστορία αυτού του τόπου.



Βιβλιογραφία

1. Δημήτρη Λιάτσου, «Το μπλόκο της Κοκκινιάς»

2. Σόλωνα Γρηγοριάδη, «Συνοπτική ιστορία της Εθνικής αντίστασης 1941-1944», εκδ. Καπόπουλος

3. Φοίβου Γρηγοριάδη, «Βρετανοί, το αντάρτικο, απελευθέρωσις» (τόμοι 7, 8), εκδ. Νεόκοσμος

4. Mark Mazower: «Στην Ελλάδα του Χίτλερ», εκδ. Αλεξάνδρεια

5. «Ιστορία της Εθνικής Αντίστασης 1940-1945», συλλογικό, εκδ. Σύγχρονη Εποχή

6. Dominique Eudes, «Οι καπετάνιοι», εκδ. Εξάντας.

Επίσης πολύ καλή είναι η ταινία του Αδωνη Κύρου «Το μπλόκο» (1964) που είναι μια αναπαράσταση του μεγάλου μπλόκου της Κοκκινιάς. Ο σκηνοθέτης ήταν μέλος του φοιτητικού τμήματος της ΟΠΛΑ.


Ιστοσελίδες με αναφορές στο μπλόκο:

http://www.iospress.gr/ios2003/ios20031026b.htm








Από τα πιο περίεργα γεγονότα του μπλόκου είναι η μαρτυρία του Δημήτρη Χάρου ενός «εκτελεσμένου» που αν και στήθηκε στον τοίχο κατάφερε να επιζήσει:

«…Πηδάμε τη μάντρα του σπιτιού μαζί με τον αδερφό μου. Για κακή μας όμως τύχη, βρέθηκαν μπροστά μας Γερμανοί. Εκεί χωρίς καμιά διατύπωση μας έστησαν στον τοίχο του σπιτιού μας, μπροστά στα μάτια της μάνας μας. Δυο πιστολιές και ο αδερφός μου έπεσε νεκρός. Δεν πρόλαβα καλά καλά να τον δω πεσμένο κι έπεφτα κι εγώ χτυπημένος στο χέρι και στην κοιλιά. Πνιγμένος στο αίμα έβλεπα το Γερμανό να ετοιμάζεται για τη χαριστική βολή. Σαν κεραυνός αντήχησε η πιστολιά στ’ αυτί μου. Ένα κόκκινο σύννεφο μου σκότισε τα μάτια. Αργότερα συνήλθα. Γύρω μου άκουγα τα γερμανικά γαυγίσματα. Εμεινα ακίνητος…Σώθηκα…Η σφαίρα με βρήκε στο αυτί και βγήκε από το μάγουλο…» (Δ. Λιάτσου, «Το μπλόκο της Κοκκινιάς», σελ. 37-38).





«Κοκκινιά, Λευτεριά και Ελλάδα»
Ποίημα του Γ. Χατζηαναστασίου

Απ’ το βρόχο του μπλόκου βγαλμένη
τους καπνούς, τη φωτιά, τα χωνιά,
τη θηλιά που σού είχαν στημένη
ξεπετιέσαι ψηλά Κοκκινιά

Ατσαλένια πατρίδα του ιδρώτα
μη λυγώντας να ζήσεις σκυφτά
δίνεις αίμα κι ανάβεις τα φώτα
μιας Αυγούστου τρανής δεκαεφτά

Των Ελλήνων μεγάλη γενιά
μετερίζι στων Ούννων τη μπόρα.
Μην ξεχάσεις του μπλόκου την ώρα
Κοκκινιά, Κοκκινιά, Κοκκινιά».

Πολυβόλα σκορπούν την ορφάνια
κάθε μάνα το γιο της ζητά
και η δόξα με δάφνης στεφάνια
από μνήμα σε μνήμα πετά

Κοκκινιά, Λευτεριά και Ελλάδα
στο βωμό κάποιας μάντρας σφιχτά,
στα ουράνια υψώσαν λαμπάδα
μιας Αυγούστου τρανής δεκαεφτά

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου