Η ονομασία του ιστολογίου είναι ο τίτλος του βιβλίου του Βασίλη Σαμαρά "1917-1953, Η ιστορία διδάσκει και εμπνέει"

Κυριακή 15 Νοεμβρίου 2015

90 ΧΡΟΝΙΑ ΟΚΤΩΒΡΙΑΝΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ. Η Σοβιετική Ένωση και το ζήτημα της ειρήνης


Προλεταριακή Σημαία φ. 585, 17-11-2007



Ο τερματισμός του πολέμου και η ειρήνευση ήταν από τα θεμελιακά ζητήματα που έπρεπε να επιλύσει άμεσα το νεοσύστατο σοβιετικό κράτος στα 1917, αν ήθελε να προχωρήσει απερίσπαστα στην οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας. Αλλά και αργότερα η Σοβιετική Ένωση έθετε συνεχώς σε διεθνείς διασκέψεις το θέμα της ειρήνης και του αφοπλισμού.




Η ανακωχή

Μετά την επανάσταση η Σοβιετική κυβέρνηση ανακοίνωσε στις κυβερνήσεις και τους λαούς των εμπόλεμων χωρών πως θα ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με τη Γερμανία, αφού η Αντάντ αρνήθηκε τη σύναψη ειρήνης. Επίσης δήλωσε πως, αν οι άλλες χώρες δε στείλουν αντιπροσώπους, θα προχωρήσει σε χωριστή ειρήνη με τους Γερμανούς. Θετική απάντηση δε δόθηκε. Ετσι οι αντιπρόσωποι της Ρωσίας και του Αυστρογερμανικού συνασπισμού υπογράφουν ανακωχή 28 ημερών στο Μπρέστ-Λιτόφσκ της Λευκορωσίας. Σε λίγες μέρες ξεκινάει η κύρια συζήτηση πάνω στους όρους της συνθήκης ειρήνης με επικεφαλής από την πλευρά των Ρώσων τον Τρότσκι και τον Κάμενεφ.

Στη συνεδρίαση της ΚΕ του κόμματος στις 11 Γενάρη του 1918 για το ζήτημα των όρων ειρήνης, υπήρξαν τρεις τάσεις. Οι «αριστεροί κομμουνιστές» (του Μπουχάριν) που πίστευαν πως οι μπολσεβίκοι έπρεπε να κάνουν επαναστατικό πόλεμο και όχι ειρήνη. Ο Τρότσκι που έλεγε «ούτε πόλεμος, ούτε ειρήνη» και ότι η Ρωσία έπρεπε να αποστρατευθεί και να προχωρήσει σε μονόπλευρο τερματισμό του πολέμου, ώστε να πυροδοτήσει την επανάσταση στο γερμανικό λαό. Η τρίτη άποψη ήταν του Λένιν και του Στάλιν που πίστευαν πως έπρεπε να επιδιωχθεί η ειρήνη, λέγοντας πως ο επαναστατικός πόλεμος θα έριχνε τη Ρωσία στην παγίδα των ιμπεριαλιστών. Ο Λένιν βλέποντας ότι υπάρχει ο κίνδυνος να κυριαρχήσει η πρώτη τάση, αναγκάστηκε να ταχθεί με την άποψη του Τρότσκι, με το σκεπτικό τής αποφυγής του επαναστατικού πολέμου. Ετσι δεν πέρασε η άποψη των «αριστερών κομμουνιστών» που είχαν μεγάλη επιρροή.



Τα γεγονότα της Ουκρανίας

Σημαντικά για την πορεία των διαπραγματεύσεων ήταν τα γεγονότα στην Ουκρανία. Στα τέλη του Γενάρη η Ουκρανία είναι χωρισμένη στα δυο. Από τη μια η αντεπαναστατική «ράντα» (συμβούλιο) που στηρίζεται από τους Γερμανούς και τους Αυστριακούς, με έδρα το Κίεβο και από την άλλη η σοβιετική Ουκρανία με έδρα το Χάρκοβο. Στις 27 Γενάρη η ουκρανική «ράντα» υπογράφει χωριστή συνθήκη ειρήνης με τους Γερμανούς, παραδίδοντας ουσιαστικά την Ουκρανία σ’ αυτούς. Το γεγονός αυτό αναπτέρωσε τις ελπίδες των Γερμανών ότι μπορούν να αντιμετωπίσουν τη Ρωσία αφού πλέον είχαν εξασφαλίσει τον επισιτισμό του στρατού τους από την πλούσια ουκρανική σοδειά. Το αποτέλεσμα ήταν οι αντιπρόσωποι της Γερμανίας στο Μπεστ- Λιτόφσκ να έχουν μεγαλύτερες απαιτήσεις (ζητούσαν την Πολωνία, τη Λιθουανία, τμήμα της Εσθονίας, τη Λετονία και τη Λευκορωσία).



Οι παλινωδίες της Ρωσίας

Στις 28 Γενάρη ο Λένιν ζητά από την αντιπροσωπεία στο Μπρεστ-Λιτόφσκ να προχωρήσει σε άμεση σύναψη ειρήνης με τη Γερμανία, αν και οι όροι που έμπαιναν ήταν ιδιαίτερα βαρείς. Όμως, ο Μπουχάριν με τον Τρότσκι, ήταν αντίθετοι στην υπογραφή της ειρήνης. Ο Τρότσκι αρνήθηκε να υπογράψει, δηλώνοντας πως θα σταματήσει μονομερώς τον πόλεμο και θα αρχίσει την αποστράτευση. Λίγες μέρες μετά, οι Γερμανοί, έχοντας σαν δικαιολογία την άρνηση του Τρότσκι, ξεκινούν νέα επίθεση εναντίον της Ρωσίας σε όλο το μέτωπο, καταλαμβάνοντας μεγάλες περιοχές.

Στις 17 Φλεβάρη η ΚΕ του μπολσεβίκικου κόμματος συζητά εκ νέου το ζήτημα της ειρήνης. Με αρκετές αλλαγές στις αποφάσεις της και με παλινωδίες που κόστισαν ακριβά, αποφασίζεται η συνέχιση των διαπραγματεύσεων. Οι Γερμανοί όμως έχουν ήδη καταλάβει το Μίνσκ, το Ρόβνο, το Πσκοφ και άλλες περιοχές.



Η δημιουργία του Κόκκινου Στρατού

Στις 19 Φλεβάρη η Ρωσία στέλνει στη γερμανική κυβέρνηση τηλεγράφημα και ζητά την υπογραφή ειρήνης. Η Γερμανοί δε απαντούν και συνεχίζουν τις επιθέσεις. Καταλαμβάνουν χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια το Ντβινσκ και απειλούν την Πετρούπολη και το Κίεβο. Στις 21 Φλεβάρη ο Λένιν καλεί το σοβιετικό λαό να αντισταθεί και να υπερασπιστεί την πατρίδα του. Αμέσως κατατάσσονται 100.000 εθελοντές από την Πετρούπολη και τη Μόσχα. Στις 23 Φλεβάρη με μαζικά συλλαλητήρια σε όλες τις πόλεις συγκεντρώνεται τεράστιο πλήθος εθελοντών για το νέο στρατό. Η μέρα αυτή πέρασε στην ιστορία της Ρωσίας ως ημέρα δημιουργίας του Κόκκινου Στρατού. Τα σοβιετικά στρατεύματα κατάφεραν την ίδια κιόλας μέρα να συγκρατήσουν τη γερμανική επίθεση. Βέβαια οι αδυναμίες ήταν υπαρκτές και δύσκολα θα απέτρεπαν ολοκληρωτικά τη γερμανική επίθεση.



Υπογραφή της συνθήκης ειρήνης Μπρέστ-Λιτόφσκ

Η Γερμανία στέλνει νέο τελεσίγραφο που περιέχει ακόμα βαρύτερους όρους για την υπογραφή ειρήνης. Απαιτούσαν επιπλέον από τη Ρωσία να υπογράψει συμφωνία με την ουκρανική «ράντα», να πραγματοποιήσει αποστράτευση, να παραχωρήσει σημαντικά εδάφη στην Τουρκία και να πληρώσει αποζημιώσεις 6 δις χρυσών μάρκων.

Σε νέα συνεδρίαση της ΚΕ με αρκετές δυσκολίες πέρασε η άποψη του Λένιν για αποδοχή των γερμανικών όρων και σύναψη ειρήνης. Ο Μπουχάριν διαφωνώντας παραιτήθηκε από την ΚΕ και ο Τρότσκι που απείχε από την ψηφοφορία παραιτήθηκε από Επίτροπος Εξωτερικών. Η απόφαση για σύναψη ειρήνης πέρασε και από την ΚΕΕ των Σοβιέτ. Ετσι ορίστηκε νέα αντιπροσωπεία, με επικεφαλής τον Σοκόλνικοφ.

Την 1η Μάρτη ξαναρχίζουν οι διαπραγματεύσεις. Στις 3 Μάρτη υπογράφεται η συνθήκη ειρήνης Μπρεστ-Λιτόφσκ. Μέσα στους δυσμενείς όρους της ειρήνης ήταν και η παράδοση των επαρχιών της Βαλτικής, της Πολωνίας, μέρους της Ουκρανίας, της Φινλανδίας και του Καυκάσου στους Γερμανούς, τους Αυστριακούς και τους Τούρκους. Με τη συνθήκη αυτή όμως σταθεροποιείται η σοβιετική εξουσία και σώζεται η επανάσταση.

Σχεδόν αμέσως μετά την σύναψη της συνθήκης το νεοσύστατο κράτος των σοβιέτ έπρεπε να αντιμετωπίσει τον εμφύλιο πόλεμο και την επίθεση της Αντάντ (συνολικά 17 δυτικών κρατών). Μετά από τρία χρόνια, νικητής θα είναι ο ηρωικός σοβιετικός λαός που γνώριζε πολύ καλά γιατί πάλευε και για ποια ιδανικά θυσιαζόταν.



Οι προσπάθειες για παγκόσμια ειρήνη και αφοπλισμό

Από τότε ξεκινά μια περίοδος ειρηνικής οικοδόμησης του σοσιαλισμού. Η ΕΣΣΔ, αταλάντευτα, πάλευε για το ζήτημα της ειρήνης και του αφοπλισμού. Σχεδόν αμέσως υπογράφηκαν συμφωνίες ειρήνης και συνεργασίας με γειτονικά κράτη αλλά και εμπορικές συνθήκες με χώρες της Ευρώπης.

Φυσικά δεν έλειψαν και οι εντάσεις με ευθύνη των δυτικών ιμπεριαλιστών που πάντα ήταν μέσα στις επιδιώξεις τους μια νέα επέμβαση στη Σοβιετική Ενωση. Όπως στα 1923 που η Αγγλία επέδωσε στην ΕΣΣΔ τελεσίγραφο του Αγγλου υπουργού εξωτερικών Κόρζον, με απειλή πολέμου. Η ιστορία ξεκινά με τη θανατική καταδίκη από σοβιετικό δικαστήριο δύο καθολικών ιερέων, που ήταν αποδεδειγμένα κατάσκοποι και δολιοφθορείς. Οι Αγγλοι με μια προκλητική παρέμβαση στα εσωτερικά της ΕΣΣΔ απαίτησαν να ανασταλεί η καταδικαστική απόφαση. Ένα δεύτερο επεισόδιο συνέβη όταν οι σοβιετικές αρχές συνέλαβαν το πλήρωμα αγγλικού αλιευτικού που εισήλθε παράνομα στα σοβιετικά ύδατα της Βόρειας Θάλασσας. Και πάλι η Αγγλία απαίτησε να αφεθεί ελεύθερο δηλώνοντας πως δεν αναγνώριζε τη σοβιετική νομοθεσία για τα χωρικά ύδατα. Η ΕΣΣΔ αρνήθηκε και στις δυο περιπτώσεις και απάντησε πως τέτοια ζητήματα θα πρέπει να συζητιούνται με φιλειρηνικό πνεύμα. Οι επόμενες κινήσεις της Αγγλίας έφεραν τις δύο χώρες στα πρόθυρα πολέμου. Ο σοβιετικός λαός αντέδρασε, στηρίζοντας τις επιλογές της κυβέρνησής του, με αντιβρετανικές διαδηλώσεις. Αλλά και μέσα στην Αγγλία ξεκίνησε καμπάνια υποστήριξης της ΕΣΣΔ. Στις 13 Μάη του 1923 πραγματοποιήθηκε τεράστιο συλλαλητήριο στο Λονδίνο. Οι διαδηλωτές ζητούσαν να ανακληθεί το τελεσίγραφο. Η καμπάνια εξαπλώθηκε σε όλη την Αγγλία με διαδηλώσεις, επιστολές διαμαρτυρίας σε εφημερίδες, κ.α. Ακόμα και στο Βερολίνο συγκεντρώθηκαν 150.000 εργάτες και κάλεσαν το γερμανικό λαό να υποστηρίξει τη χώρα των Σοβιέτ. Στο τέλος η Αγγλία αναγκάστηκε να υποχωρήσει και δέχτηκε να συζητήσουν την επίτευξη συμφωνίας.

Στα 1928, σε διεθνείς διασκέψεις για την ειρήνη, η ΕΣΣΔ πρότεινε σχέδιο για αφοπλισμό ωστε να διασφαλιστεί μια μεγαλύτερη περίοδος ειρήνης στην ανθρωπότητα. Το σχέδιο προέβλεπε καταστροφή των πολεμικών μηχανών και πολεμικών εργοστασίων, απόλυση όλων των στρατιωτών, κατάργηση στρατιωτικής θητείας, καταστροφή στρατιωτικών βάσεων και διάλυση πολεμικών υπουργείων. Ολος ο κόσμος έκανε αποδεκτή την πρόταση αυτή. Όμως οι κυβερνήσεις των ιμπεριαλιστικών κρατών την απέρριψαν αποκαλύπτοντας ότι οι προθέσεις τους για αφοπλισμό ήταν μόνο λόγια.

Ιδια περίπου στάση κράτησαν τα ιμπεριαλιστικά κράτη και σε επόμενες διασκέψεις όπως στα 1932, στη Γενεύη, όπου οι απαιτήσεις της Γερμανίας για εξοπλισμό της βρήκαν υποστηρικτές σε Αγγλία και Ιταλία. Και πάλι η ΕΣΣΔ πρότεινε πλήρη και γενικό αφοπλισμό, χωρίς να βρει ανταπόκριση. Μάλιστα όλα τα δυτικά κράτη προχώρησαν σε μεγαλύτερο εξοπλισμό, δείγμα των πολεμικών τους διαθέσεων.

Στα 1934 η ΕΣΣΔ έγινε μέλος της Κοινωνίας των Εθνών (ΚτΕ) και καταγγέλλει την επεκτατική και πολεμική πολιτική του φασισμού, καθώς και την ενθάρρυνσή του από τη Δύση. Προσπάθησε με συνέπεια να θέσει το ζήτημα της ειρήνης και της απομόνωσης της Γερμανίας. Ομως οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις την περίοδο εκείνη είχαν οξυνθεί σε τέτοιο βαθμό που η ΚτΕ είχε καταστεί ένας αδρανής οργανισμός. Η καλύτερη απάντηση δόθηκε από τη μεριά της ΕΣΣΔ με τη συντριβή του ναζισμού και τη μεγάλη αντιφασιστική νίκη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου