Η ονομασία του ιστολογίου είναι ο τίτλος του βιβλίου του Βασίλη Σαμαρά "1917-1953, Η ιστορία διδάσκει και εμπνέει"

Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2015

Το κομμουνιστικό κίνημα μπορεί και πρέπει να ξαναγίνει ατμομηχανή της αντίστασης και της χειραφέτησης της εργατικής τάξης και των λαών

Ομιλία του Ανδρέα Βογιατζόγλου 
στο διήμερο της ΚΟΕ (5,6 Φλεβάρη 2005)
με αφορμή τα 40 χρόνια από την έκδοση της Αναγέννησης

Σύντροφοι, συναγωνιστές και φίλοι
Αφήνω, λοιπόν, τους προλόγους που μας τρώνε πολύτιμο χρόνο και δηλώνω ότι όταν αναφέρομαι σε πρόβλημα Αριστεράς αυτό που έχω στο μυαλό μου, για να κάνω ξεκάθαρη τη δική μου αφετηρία, είναι η δυνατότητα και η αναγκαιότητα δημιουργίας ενός πολιτικού ρεύματος αντίστασης στην καπιταλιστική επίθεση και τον πόλεμο, χειραφέτησης απ’ την κάθε είδους και μορφής αστική κυριαρχία και ιδεολογία με ορίζοντα και προοπτική την ανατροπή του σημερινού καπιταλιστικού συστήματος.


Αν θέλουμε, λοιπόν, να γίνουμε πιο σαφείς σε σχέση με το περιεχόμενο και τον προσανατολισμό της Αριστεράς που έχουμε κατά νου, ας επικεντρώσουμε καταρχήν τη συζήτηση σ’ ένα αφετηριακό ή αν θέλετε αρχειακό ζήτημα.

Τους λογαριασμούς μας με το σημερινό καπιταλιστικό κόσμο. Την ανάγνωση που κάνει ο καθένας μας για τον καπιταλισμό και τον ιμπεριαλισμό.
Για να μη κρυβόμαστε πίσω απ’ το δάχτυλό μας, για να μη στρουθοκαμηλίζουμε, το υπ’ αριθμόν ένα αγκάθι που αντιμετωπίζουμε ως κομμουνιστές, ως αριστεροί, ως ριζοσπάστες, ως αγωνιστές είναι αν στεκόμαστε απέναντι στο σημερινό σύστημα με μια τέτοια ή αλλιώτικη εναλλακτική μορφή διαχείρισής του χωρίς ν’ αγγίζουμε τα βάθρα εξουσίας του καπιταλισμού ή αν είμαστε προσανατολισμένοι μέσα από μια σωστή ανάλυση και εκτίμηση στην επαναστατική ανατροπή του συστήματος και την οικοδόμηση μιας άλλης κοινωνίας.
Το δίλημμα αυτό δεν μπαίνει μόνο σήμερα. Για να μην ανατρέχουμε στο μακρινό παρελθόν της πρώτης και της δεύτερης Διεθνούς και των παραμονών του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ξανατέθηκε μ’ έντονο τρόπο ξανά στη δεκαετία του ’60 και στο φόντο της αντιπαράθεσης ΚΚΣΕ και ΚΚΚίνας με τη χρεοκοπία του Χρουστσωφισμού και την εμφάνιση του Μπρεζνιεφισμού.
Την περίοδο της ΜΠΠΕ και του Μάη του ’68, την περίοδο των αυταπατών του ειρηνικού περάσματος στη Χιλή και της εμφάνισης του ρεύματος του λεγόμενου ευρωκομμουνισμού. Την περίοδο του “μη καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης” και της εξαγωγής μπρεζνιεφικού τύπου επανάστασης. Την περίοδο του ’80 με τις εξελίξεις στην Πολωνία και την σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν.
Στην ουσία, όλη αυτή την περίοδο το δίλημμα τίθονταν μ’ όλο και πιο δυσμενείς όρους σε βάρος της επανάστασης και υπέρ του μεταρρυθμιτισμού και της διαχείρισης. Καθοριστικό ρόλο, βέβαια, σ’ αυτήν την αρνητική εξέλιξη έπαιξε η πορεία φθοράς, διάλυσης και κρίσης των καθεστώτων των Ανατολικών χωρών και η πορεία της Κίνας μετά το θάνατο του Μάο Τσε Τουγκ.
Για να φθάσουμε στο ’90, όπου καταρχήν το σύστημα στο σύνολό του θριαμβολογώντας ανακοίνωσε το τέλος της ιστορίας και ισχυρίστηκε ότι το δίλημμα απαντήθηκε άπαξ δια παντός σε βάρος της επανάστασης και της ανατροπής, διατυμπανίζοντας προς κάθε κατεύθυνση την ισχύ και την παντοδυναμία του.
Παρόλα αυτά, και δεν είμαστε καθόλου εκτός θέματος, το δίλημμα δεν “ξεχάστηκε”. Το θέτει μ’ έναν κυνικό τρόπο καθημερινά και συστηματικά το ίδιο το σύστημα και ο ιμπεριαλισμός που με το ένα χέρι “δίνει” ένα και με το άλλο παίρνει δέκα και πολλές φορές με τόκο τη ζωή και το αίμα εκατομμυρίων ανθρώπων.
Και τη στιγμή που το σύστημα απειλεί τους καταπιεζόμενους και εκμεταλλευόμενους του πλανήτη προκαλώντας με τη λογική “θα σας τελειώσω αν δε με τελειώσετε” αντικειμενικά βιώνουμε μια αρνητική κατάσταση όπου οι αδιέξοδες φωνασκίες γεμάτες αυταπάτες “για μια άλλη αστική διαχείριση”, “για μια άλλη παγκοσμιοποίηση” πάνε να καπελώσουν και να σκεπάσουν τις φωνές, τις μάχες τις αντιστάσεις παντού στον κόσμο.
Σειρά από ιδεολογικά και πολιτικά ρεύματα της εποχής μας αναζητούν απαντήσεις και βάζουν ζητούμενα σε σχέση με τη δημιουργία μιας δίκαιης κοινωνίας, έξω απ’ την κομμουνιστική προοπτική και πρακτική. “Μπορούμε να βρούμε άκρη και λύση χωρίς τους κομμουνιστές” διαλαλούν σ’ όλους τους τόνους. “Ας αρνηθούμε επιτέλους την κομμουνιστική κληρονομιά και καταδυνάστευση”. Μερικοί μάλιστα έχουν φτάσει σε τέτοιο σημείο παράκρουσης που δε διστάζουν να αναγορεύουν το κομμουνιστικό κίνημα σαν το μεγαλύτερο δυνάστη των λαών που μπροστά του ο καπιταλισμός απλώς “αμύνθηκε”. Εφτασαν μέχρι και να συγγράψουν βιβλία όπου κυνικά και ξεδιάντροπα να δηλώνουν ευτυχισμένοι που οι κομμουνιστές ηττήθηκαν.
Ακόμη όμως κι αυτές οι ακραίες εκφράσεις της διάθεσης “αποκομμουνιστικοποίησης” των κινημάτων και των αντιστάσεων, είναι σαφείς εκδηλώσεις της μακράς και δύσκολης πορείας που έχει να διανύσει το κομμουνιστικό κίνημα για να ξανακερδίσει το χαμένο έδαφος, να αποκτήσει σχέσεις εμπιστοσύνης με τις ευρύτερες λαϊκές μάζες και τον ευρύτερο κόσμο της Αριστεράς.
Ωστόσο, όσο και αν είναι μακρύς ο δρόμος, δε θα πάψουμε να διεκδικούμε μέσα στη δράση και την κίνηση το ρόλο που ανήκει στο κομμουνιστικό κίνημα.
Αγαπητοί σύντροφοι, συναγωνιστές και φίλοι
Μπορεί να μην υποτιμάμε την αναγκαιότητα να σκύψουμε και να μελετήσουμε την εμπειρία του κομμουνιστικού κινήματος και της πορείας οικοδόμησης του σοσιαλισμού. Μπορεί, επίσης, όποτε μας δίνεται η δυνατότητα και η ευκαιρία να κάνουμε ορισμένα βήματα λιγότερο ή περισσότερο τολμηρά σ’ αυτό το επίπεδο , ελπίζουμε όχι ακαδημαϊκά και εγκεφαλικά αλλά με γνώμονα τις ανάγκες του κινήματος. Εχουμε όμως συναίσθηση των ορίων μας. Οπως, πολύ περισσότερο, έχουμε συναίσθηση των δυνατοτήτων, τόσο των δικών μας όσο και του κινήματος, να προσεγγιστούν σε ανώτερη βάση ζητήματα προγράμματος, προοπτικής και περιεχομένου της μεταβατικής σοσιαλιστικής κοινωνίας. Αλλωστε στη φάση που βρίσκεται σήμερα το κίνημα, ακόμη και αν είχαμε κάνει περισσότερα βήματα, θα ήταν λάθος μας να βάλουμε ως προαπαιτούμενο στην προώθηση και υλοποίηση μιας πολιτικής συνεργασιών και συμμαχιών στα πλαίσια της κοινής δράσης, τη συμφωνία των άλλων με τις όποιες δικές μας προσεγγίσεις.
Υπάρχουν κατά τη γνώμη μας άλλα πολύ πιο “ευανάγνωστα και “ευδιάκριτα” ζητήματα προσανατολισμού και κατευθύνσεων που μας εμποδίζουν στο να ανταποκριθούμε σε άμεσες διαδικασίες “ενότητας”, “κοινού αριστερού πολιτικού χώρου” και “πόλων” οι οποίες προκρίνονται από άλλες δυνάμεις με ένταση και συχνότητα το τελευταίο διάστημα.
Αν καθίσουμε και αναλογιστούμε τις προϋποθέσεις και τα δεδομένα, τόσο από υποκειμενική άποψη όσο και από αντικειμενική, για να προσεγγίσουμε τη δυνατότητα να οικοδομηθεί μια άλλη Αριστερά απ’ αυτή που σήμερα εμφανίζεται, είναι πράγματι απορίας άξιο το πόσο εύκολα υποβιβάζεται και εξαντλείται το όλο ζήτημα σε μια συνένωση των σημερινών εξωκοινοβουλευτικών δυνάμεων και οργανώσεων. Και ακόμα περισσότερες απορίες και ερωτηματικά προκύπτουν όταν προτείνεται αυτή η συνένωση να περιλαμβάνει όλη ή τμήματα της επίσημης, κοινοβουλευτικής ας πούμε, Αριστεράς.
Αν η Αριστερά που έχουμε στο μυαλό μας είναι όπως είπαμε ένα πολιτικό ρεύμα που θα πρωτοστατεί στην αντίσταση, που θα ευνοεί τη χειραφέτηση και θα θέτει επί τάπητος το ζήτημα της ανατροπής, τότε όχι μόνο εξ αντικειμένου αλλά και εξ υποκειμένου δεν μπορεί να προσεγγισθεί έτσι όπως προτείνεται, γιατί απλούστατα καταρχάς οι ηγεσίες τόσο του ΣΥΝ όσο και του ΚΚΕ, παρά τις διαφορές τους, παρά την εναγώνια αναζήτηση ταυτότητας στην οποία έχουν μπει και τις όποιες αλλαγές έχουν συντελεσθεί, δεν έχουν στην πολιτική τους τέτοια προοπτική.
Και πως είναι δυνατόν να φανταζόμαστε συνεύρεση σε ενιαίο πολιτικό χώρο με τις δύο αυτές ηγεσίες στην προοπτική οικοδόμησης μιας άλλης Αριστεράς, όταν ακόμη και στο στοιχειώδες, δηλαδή στην κοινή δράση σ’ επιμέρους ζητήματα, υπάρχουν ανυπέρβλητα εμπόδια. Τόσο απ’ την πολιτική του ΚΚΕ, αλλά και του ΣΥΝ όπως απέδειξαν τα όσα συνέβησαν στις εκλογές του περασμένου Μάρτη στα πλαίσια του ΣΥΡΙΖΑ. Και που δυσκολευόμαστε να βρούμε τι μεσολάβησε ώστε αυτά τα εμπόδια να αρθούν στο προσεχές ορατό μέλλον.
Οσο δε αφορά στη θρυλούμενη αριστερή στροφή του ΣΥΝ, που κατά καιρούς τίθεται ως μια θετική εξέλιξη μετά την αλλαγή προέδρου, το μόνο που έχουμε να πούμε, αν και στερεότυπο αλλά τόσο δοκιμασμένο, είναι ότι η πολιτική δεν εξαρτάται από την αλλαγή προσώπων.
Αλλά για να είμαστε ρεαλιστές, η δυνατότητα (και όχι η αναγκαιότητα που είναι πασίδηλη) να υπάρξει μια άλλη Αριστερά, καθυστερεί γιατί το ευρύτερο, ας πούμε, αριστερό δυναμικό στη χώρα μας, παρά τις υπαρκτές ανησυχίες και αγωνίες, παρά τη σποραδική και περιστασιακή ανταπόκριση σε απαιτήσεις κινήματος και δράσης, δεν είναι έτοιμο να στηρίξει επί της ουσίας ένα τέτοιο πολιτικό ρεύμα που, εμείς τουλάχιστον, οραματιζόμαστε. Ολο αυτό το δυναμικό με τις παραλλαγές του, δυστυχώς, κουβαλάει πάνω του ακόμα έντονα τα σημάδια της ήττας που δεν του επιτρέπουν να κινηθεί ενιαία και με μάχιμο στόχο να παρέμβει αποτελεσματικά στην κοινωνία και να αλλάξει τους συσχετισμούς.
Αυτό το δυναμικό ως μαγιά ή πρώτη ύλη ενός πραγματικά αριστερού πολιτικού ρεύματος πρέπει να περάσει ξανά μέσα από μια πορεία συγκρούσεων, αγώνων, ανατροπών, δοκιμασιών και αντιπαραθέσεων, για τις κατευθύνσεις και τους προσανατολισμούς, ώστε να προσεγγίσει αυτά που πραγματικά απαιτούνται.
Κυρίως χρειάζεται διεύρυνση, φρεσκάδα, νέες δυνάμεις που θα το πλαισιώσουν έτσι ώστε να αποκτήσει νέες αναβαθμισμένες σχέσεις με το λαό, τη νεολαία και κυρίως την εργατική τάξη και το σύγχρονο προλεταριάτο. Γι’ αυτό και εμείς στο ΚΚΕ(μ-λ), επειδή από κάπου πρέπει “να ξεκινήσουμε” για να μη χαθούμε στην απεραντοσύνη των προβλημάτων και των σκοπών έχουμε διατυπώσει εδώ και χρόνια την πρότασή μας για κοινή δράση, ενταγμένη σε μια λογική ενότητας και πάλης και στην προοπτική οικοδόμησης ενός ΜΕΤΩΠΟΥ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ για ΕΙΡΗΝΗ-ΔΟΥΛΕΙΑ-ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ.
Γι αυτό θεωρούμε ότι μ’ αυτήν την πρόταση και λογική δίνουμε τη δυνατότητα να υπάρξει αυτή η πορεία αγώνων αλλά και το πεδίο αντιπαράθεσης και επικοινωνίας που τόσο είναι απαραίτητο ώστε να προσεγγίσουμε με ρεαλισμό και χωρίς πισωγυρίσματα το στόχο της οικοδόμησης μιας άλλης Αριστεράς, ενός ρεύματος όπως χονδρικά το προσδιορίσαμε.
Γιατί πιστεύουμε ότι μέσα από μια τέτοια πορεία θα δημιουργηθεί το ευνοϊκό πεδίο για να δυναμώσουν οι πολιτικές τάσεις που μπορούν να γίνουν οι ατμομηχανές του ρεύματος αυτού και να περιοριστεί η επιρροή τάσεων και κατευθύνσεων που δε θέλουν ή δεν μπορούν να συμβάλλουν στην Αριστερά της αντίστασης, της χειραφέτησης, της ανατροπής.
Αλλωστε ποτέ δεν κρύψαμε ότι μια απ’ της προϋποθέσεις για να υπάρξει επιτέλους μια άλλη Αριστερά είναι η ενδυνάμωση της κομμουνιστικής τάσης και η αναγνωρίσιμη, ευδιάκριτη και γιατί όχι καθοριστική συμβολή της στην υπόθεση του κινήματος. Ούτε ποτέ κρύψαμε ότι η ενίσχυση της κομμουνιστικής τάσης θα τροφοδοτείται και θα τροφοδοτεί την υπ’ αριθμόν ένα αναγκαιότητα της εποχής, την εκ νέου συγκρότηση της εργατικής τάξης σαν τάξη για τον εαυτό της. Γι’ αυτό και δεν μπορούμε να φανταστούμε μια άλλη Αριστερά, η οποία να μην έχει σοβαρά ερείσματα στην εργατική τάξη. Οπως δεν μπορούμε να τη φανταστούμε χωρίς να’ χει ως κοινό παρονομαστή μια κοινή, παρά τις διαφορές, προσέγγιση, ερμηνεία, κατανόηση του σημερινού καπιταλιστικού κόσμου, των αντιθέσεών του και των ορίων του.
Η οικοδόμηση μιας τέτοιας Αριστεράς είναι υπόθεση κινήματος, είναι υπόθεση των μαζών. Είναι υπόθεση αγώνων και αντιστάσεων. Δεν ταυτίζεται με το κίνημα αλλά το υπηρετεί. Οπως και δε θα ταυτίζεται με το επαναστατικό υποκείμενο της εργατικής τάξης, το οποίο επίσης είναι ζητούμενο και δε θα προκύψει, δυστυχώς, από αμφίβολες κι εύκολες συγκολλήσεις μικρότερων οργανώσεων.
Η κοινή δράση που προτείνουμε επίμονα και συστηματικά, μέσα ακριβώς απ’ την προώθηση των αντιστάσεων και των αγώνων, θα ‘ρθει να απαντήσει επίσης σε μια σειρά άλλα ζητήματα που επίμονα απασχολούν. Τη σχέση αντικαπιταλιστικής-αντιιμπεριαλιστικής πάλης. Θα θέσει σε δοκιμασία, σε συζήτηση, σε αντιπαράθεση, τους προσανατολισμούς που καταθέτουν οι διάφορες οργανωμένες δυνάμεις. “Κίνημα ενάντια στην παγκοσμιοποίηση ή αντιιμπεριαλιστικό κίνημα;” Η προοπτική της χώρας και του λαού βρίσκεται μέσα στην ΕΕ ή σ’ άλλη κατεύθυνση;
Σύντροφοι, συναγωνιστές και φίλοι
Παραφράζοντας στο πιο σύγχρονο μια φράση του Μαρξ θα λέγαμε ότι οι κομμουνιστές δεν υπάρχουν γιατί ανακάλυψαν τους αγώνες και την αντίσταση, αλλά για να δώσουν διέξοδο και προοπτική στους αγώνες μ’ έναν οργανωμένο και συστηματικό τρόπο.
Η σημερινή παγκόσμια αλλά και ελλαδική κατάσταση επιβεβαιώνει για μια ακόμη φορά την αλήθεια αυτής της διαπίστωσης. Με δεδομένες τις ιδιομορφίες, τις ιδιαιτερότητες από περιοχή σε περιοχή του πλανήτη, φαίνεται καθαρά ότι οι μάζες, οι λαοί, δεν περιμένουν τους κομμουνιστές, ούτε καν τους Αριστερούς, για να αντισταθούν και να αγωνιστούν.
Γι αυτό και η απάντηση για όσους επιμένουν κομμουνιστικά δεν είναι να απομονωθούν για να λύσουν τα προβλήματά τους, ούτε να αισθάνονται περιθώριο επειδή δήθεν βάλλονται από παντού. Ούτε να βαυκαλίζονται με την ψευδαίσθηση ότι αν συνευρεθούν κάτω απ’ την ίδια στέγη και γίνουν αριθμητικά περισσότεροι θα γίνουν πιο αξιόπιστοι και ευυπόληπτοι. Πρέπει να τολμήσουν να μπουν στα κινήματα. Να παρέμβουν αποφασιστικά. Να αντιπαρατεθούν, να μην κρύβουν τις διαφορές τους. Αλλά και ταυτόχρονα να εντοπίζουν τα κοινά σημεία δράσης και αγώνα που η επίθεση του ιμπεριαλισμού και του κεφαλαίου αναδεικνύει. Ναι μεν δεν θα μας περιμένουν οι λαοί για ν’ αγωνιστούν, αλλά θα ήταν και για τους κομμουνιστές και για τους λαούς πολύ πιο καλά τα πράγματα αν με βάση τις όποιες δυνατότητες πρωτοστατούσαμε στις αντιστάσεις και στους αγώνες. Θα ‘χαμε πολλά να μάθουμε και να διορθώσουμε.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου