Η ονομασία του ιστολογίου είναι ο τίτλος του βιβλίου του Βασίλη Σαμαρά "1917-1953, Η ιστορία διδάσκει και εμπνέει"

Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2015

Οι ιδεολογικές αφετηρίες της πρότασης «διεξόδου από την κρίση» (για τον ΚΜΚ)

από την μπροσούρα «Για τα νέα οικονομικά μέτρα της κυβέρνησης»
Οχτώβρης 1985

Οι ιδεολογικές αφετηρίες της πρότασης «διεξόδου από την κρίση»
Πηγή της στρατηγικής του “Κ”ΚΕ αποτελεί η ρεβιζιονιστική ερμηνεία της μαρξιστικής – λενινιστικής θεωρίας για τον Κρατικομονοπωλιακό Καπιταλισμό (ΚΜΚ). Πατέρες αυτής της διαστρέβλωσης είναι οι σοβιετικοί, ενώ η υιοθέτηση της από τους ευρωρεβιζιονιστές της έδωσε «νέα πνοή» και αντίστοιχα προσαρμόστηκε στις «ιδιαίτερες συνθήκες» κάθε χωράς.
Η διαστρεβλωμένη «θεωρία του ΚΜΚ» αποτελεί τη βάση που πάνω της στηρίχτηκε όλο το οικοδόμημα του «ειρηνικού περάσματος στο σοσιαλισμό». Το κράτος του ΚΜΚ είναι -γι’ αυτούς- ο εκφραστής των αντικειμενικών τάσεων για κοινωνικοποίηση των παραγωγικών δυνάμεων, η κρατικοποίηση της οικονομίας είναι που οδηγεί στο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της και ο πολιτικός ρόλος των μαζών περιορίζεται απλά και μόνο στον «αγώνα» για εθνικοποιήσεις στα πλαίσια πάντα του ΚΜΚ. 

Το αστικό κράτος όχι μονό δεν πρέπει να συντρίβει, αλλά πρέπει να διαβρωθεί και σταδιακά να περάσει στον έλεγχο των «αντιμονοπωλιακών» δυνάμεων. Αυτός είναι ο δρόμος για το «πέρασμα στο σοσιαλισμό»… Κορμός αυτής της θεωρίας αποτελεί η άποψη ότι στον ΚΜΚ συντελείται «συγχώνευση» των μονοπωλίων με το κράτος. Αυτή η αντίληψη εμφανίζεται σε μια από τις αποφάσεις της συνάντησης των 81 κομμουνιστικών κομμάτων το 1960:
«Ενισχύοντας την εξουσία των μονοπωλίων πάνω στην εθνική ζωή, ο ΚΜΚ συνενώνει τη δύναμη των μονοπωλίων μ’ αυτή του κράτους σ’ ένα ενιαίο μηχανισμό με σκοπό να σώσει το καπιταλιστικό σύστημα».
Ο Στάλιν από το 1952 είχε ήδη κριτικάρει αυτή την άποψη, που περιλαμβάνονταν στο Εγχειρίδιο Πολιτικής Οικονομίας που επρόκειτο να εκδοθεί:
«Σχετικά με τη συγχώνευση των μονοπωλίων με του κρατικό μηχανισμό. Η λέξη “συγχώνευση” χρησιμοποιείται εδώ άστοχα. Ο ορός αυτός εκφράζει επιφανειακά και περιγραφικά την προσέγγιση των μονοπωλίων και του κράτους, χωρίς όμως να αποσπά το οικονομικό νόημα αυτής της προσέγγισης που δεν επιφέρει απλά τη συγχώνευση αλλά την υποταγή του κρατικού μηχανισμού στα μονοπώλια. Θάπρεπε λοιπόν να απορρίψουμε τη λέξη “συγχώνευση” και να την αντικαταστήσουμε με τις λέξεις “υποταγή του κρατικού μηχανισμού στα μονοπώλια”».[1]
Αν τότε δεν είχε φανεί όλη η σημασία αυτής της αντιπαράθεσης, αργότερα όμως αποτέλεσε καθοριστικό σημείο στο διαχωρισμό της επαναστατικής με τη ρεβιζιονιστική γραμμή. Ο Γρ. Φαράκος, υπερασπίζοντας τη δεύτερη γραμμή και αναφερόμενος στη σύσκεψη οικονομολόγων και θεωρητικών του ρεβιζιονισμού, στη Γαλλία το Μάη του 1966 αναφέρει:
«Συζητώντας τον ορισμό και τα βασικά γνωρίσματα του ΚΜΚ, οι ομιλητές άσκησαν κριτική κατά της παλιότερης δογματικής άποψης που παρουσίαζε τον ΚΜΚ σαν απλή “υποταγή” του κράτους στα μονοπώλια. Ο Μπακαρά [...] σημείωσε πως η σωστή άποψη βρίσκεται στη συνένωση της δύναμης των μονοπωλίων και της δύναμης του κράτους σ’ ένα ενιαίο μηχανισμό όπως αναφέρεται και στη Δήλωση των κομμάτων του 1960 [...] Ο ΚΜΚ λοιπόν εκφράζει τη συνένωση-σύμπλεξη των μονοπωλίων και του κράτους [...] Στη συζήτηση του προβλήματος αυτού συνέβαλαν σοβαρά οι Σοβιετικοί αντιπρόσωποι» (έμφαση δίκη μας) [2]
Σ’ αυτή τη σύσκεψη που αναφέρει ο Φαράκος έγιναν τα γεννητούρια της νέας θεωρίας που εμφανίστηκε στην πιο επεξεργασμένη της μορφή από τον Πωλ Μπακαρά (οικονομολόγος του “Κ”Κ Γαλλίας) και την οποία η Κ.Ε. του “Κ”ΚΓ παρουσίασε στη Μαρξιστική πραγματεία πολιτικής οικονομίας:
Ο ΚΜΚ. Εκεί λοιπόν αλλά και στα υπόλοιπα χρονιά ανακαλύφτηκαν :
1. Ο καθοριστικός ρόλος των παραγωγικών δυνάμεων. Πιστοί στις παραδόσεις τους, οι αναθεωρητές μάς επαναλαμβάνουν τον Κάουτσκι, και διατυπώνουν τον κύριο και αυτόνομο ρολό των παραγωγικών δυνάμεων, της επιστημονικοτεχνικής επανάστασης κ.λπ. Οι οικονομολόγοι του “Κ”ΚΓ αντιγραφούν τον Κάουτσκι («είναι πάντα αυτές, οι υλικές συνθήκες παραγωγής, που καθορίζουν τις σχέσεις παραγωγής») τονίζοντας: «στην αμοιβαία δράση ανάμεσα στις παραγωγικές δυνάμεις και στις σχέσεις παραγωγής, οι παραγωγικές δυνάμεις παίζουν σε τελευταία ανάλυση ένα καθοριστικό ρολό».[3]
Οι σοβιετικοί εξάλλου ανακαλύπτοντας τις ιδεολογικές τους ρίζες: «Όταν οι απαντήσεις μιας καθορισμένης τεχνικής έρχονται σε αντίθεση με καθορισμένες κοινωνικές σχέσεις αυτές εδώ αργά ή γρήγορα θα προσαρμοστούν…» (Κάουτσκι) συμφωνούν: «… η επιστημονικοτεχνική επανάσταση είναι ένα οργανικό συστατικό της γενικής διαδικασίας μετάβασης της ανθρωπότητας, σε μια αταξική κοινωνία και αποτελεί έτσι τον σπουδαιότερο παράγοντα στο χτίσιμο του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού».[4]
Αποτελεί αυτή η ιδεολογική θέση μια καθαρά αντιμαρξιστική τοποθέτηση, καθόσον ο Μαρξ αναλύει τη συνθέτη και διαλεκτική σχέση ανάμεσα στις παραγωγικές σχέσεις και τις παραγωγικές δυνάμεις, αποδείχνοντας με καθαρότατο τρόπο στο Κεφάλαιο με ποιο τρόπο οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής επιδρούν άμεσα και αλλάζουν τη φυσική μορφή του εργαλείου, σύγχρονα όμως, και με ποιο τρόπο η αλλαγή της φυσικής μορφής του εργαλείου επιδρά με τη σειρά της και αλλάζει ριζικά τις σχέσεις του εργαζομένου με το εργαλείο.
Άμεσες συνέπειες αυτής της ρεβιζιονιστικής ιδεολογικής θέσης αποτελούν η υπόκλιση στα επιτεύγματα της επιστήμης και της τεχνικής, η θεωρία για «σύνδεση της παιδείας με την παραγωγή», η θέση για την «ουδετερότητα της επιστήμης» και των μηχανισμών της κ.λπ., που τόσο συχνά επαναλαμβάνουν οι θιασώτες αυτής της ιδεολογίας -ανανεωτές και δογματικοί.
2. Η «συγχώνευση» των μονοπωλίων με την κρατική μηχανή αποτελεί ένα αντικειμενικό πλησίασμα στο σοσιαλισμό, αποτελεί πέρασμα από τη ιδιωτική στην κοινωνικοποιημένη παραγωγή με μονό εμπόδιο τα μονοπώλια, που δεν καταλαβαίνουν από περάσματα σε καινούριες φάσεις και εξακολουθούν να εκμεταλλεύονται τις αντικειμενικές αυτές τάσεις για βγάλουν περισσότερα κέρδη: «Η ανάπτυξη του ΚΜΚ, που έχει μια ιδιωτική μονοπωλιακή φύση, εμπεριέχει από την άλλη μεριά -κάτω από ορισμένες μορφές- την ίδια την άρνηση αυτής της φύσης, και αρά προετοιμάζει τις συνθήκες εμφάνισης του σοσιαλισμού»[5] αποφαίνεται ο σοβιετικός Σοκόλωφ.
3. Η ύπαρξη μιας «νέας ποιοτικής φάσης του ιμπεριαλισμού» που είναι ο ΚΜΚ. Ο Μπακαρά (σημείο αναφοράς για τον Φαράκο) αφού κριτικάρει τους δογματικούς της Γ’ Διεθνούς:
«Η επέμβαση του κράτους συλλαμβανόταν αποκλειστικά από τη σκοπιά της αστικής τάξης σαν προσπάθεια να ξεπεράσει την κρίση, κι όχι συνάμα με μαρξιστικό-λενινιστικό τρόπο -σαν αντικειμενική προετοιμασία του σοσιαλισμού πάνω στην οποία στηρίζεται ο αγώνας της εργατικής τάξης»[6] αποφάνθηκε.
«Ο ΚΜΚ και ο ιμπεριαλισμός γνωρίζουν μια κρίση αποσύνθεσης και μπορούν να καταστραφούν. Όμως αν, μ’ αυτή την υπόθεση, ο καπιταλισμός παραμένει ακόμα, μπορεί να χαρακτηριστεί, παίρνοντας σαν δεδομένο τον αποφασιστικό οικονομικό ρόλο του νέου δημοκρατικού κράτους (σημ. δίκη μας: συνθήκες δημοκρατικής κυβέρνησης) σαν ένας δημοκρατικός κρατικός καπιταλισμός που ανοίγει μια επαναστατική περίοδο άμεσης, ειρηνικής μετάβασης στο σοσιαλισμό».[7]
Εκτός λοιπόν από τον μονοπωλιακό κρατικό καπιταλισμό εφευρέθηκε και ο δημοκρατικός κρατικός καπιταλισμός, που οδηγεί αυτόματα στο σοσιαλισμό (!!!)
4. Αποτέλεσμα όλων των παραπάνω θέσεων είναι η αντίληψή τους για το κράτος. Σύμφωνα μ’ αυτή, το κράτος εκφράζει πια, όχι ταξικά συμφέροντα, αλλά τις ίδιες τις αναγκαιότητες των κοινωνικοποιημένων παραγωγικών δυνάμεων, αφού συμφωνά με τη θεωρία τους, συγκεντρώνει και συγκεκριμενοποιεί την κοινωνικοποίηση των παραγωγικών δυνάμεων, γι’ αυτό και η καταστροφή του σημαίνει «σταμάτημα της κίνησης των παραγωγικών δυνάμεων». Κι αυτά λέγονται αρκετά καθαρά και ξετσίπωτα:
«Τι μπορεί να σημαίνει το να καταστρέφεις άμεσα το κράτος, αν όχι το να σταματήσεις την κίνηση των παραγωγικών δυνάμεων»[8] λέει ένα από τα πιο λαμπρά αστέρια του “Κ”ΚΓ.
Το κράτος γίνεται στη ρεβιζιονιστική φιλολογία ο υπερασπιστής των παραγωγικών δυνάμεων και ο εχθρός του κεφαλαίου. Έτσι οι οικονομολόγοι του “Κ”ΚΓ λένε για το «κράτος της σημερινής εποχής με τον οικονομικό του ρόλο που τείνει να υπονομεύσει με την ύπαρξή του το νόμο του ατομικού κέρδους»[9] (έμφαση δική μας).
Ενώ ο «ημέτερος» Δ. Ανδρουλάκης αποφαίνεται: «Το κράτος έχει όπως λέγεται μια σχετική αυτοτέλεια από την άρχουσα τάξη… Αν το κράτος δεν είχε αυτή τη συνθετότητα, αν ήταν σκέτο αντικείμενο των μονοπωλίων, δεν θάχε κανένα νόημα η πάλη για τον εκδημοκρατισμό του, ακόμα και σήμερα δεν θάχε νόημα η πάλη για δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις και για άσκηση θετικής επίδρασης πάνω στην κρατική πολιτική από τους ταξικούς αγώνες των εργαζομένων. Αν ήταν τέτοιο μονοκόμματο πράγμα θάταν αρκετό να “αλλάξει απλώς χέρι”… όπως διακηρύσσουν οι ρεφορμιστές. Ή θάπρεπε να καταστραφεί, να πεταχτεί ολόκληρο όπως ισχυρίζονται οι σεχταριστές»[10] (έμφαση δίκη μας)
5. Όλα τα παραπάνω συνεπάγονται:
α) Τη διάλυση της βασικής αντίθεσης εργασίας-κεφαλαίου σ’ ένα παρδαλό και ακαθόριστο σχήμα που κρυσταλλώνεται στην αντίθεση μονοπώλια-κράτος: «το κράτος υπονομεύει με την ύπαρξη του το νομό του ατομικου κέρδους».[11]
β) Τον εξωραϊσμό της μεγαλοαστικής τάξης, στο βαθμό που ο προσδιορισμός του ταξικού εχθρού συμφωνά με το παραπάνω σχήμα αφήνει απ’ έξω τις μη μονοπωλιακές μερίδες της αστικής τάξης.
γ) Την αναγκαιότητα τόνωσης και διόγκωσης του κρατικού και δημοσίου τομέα καθόσον «η ολιγαρχία αγωνίζεται να περιορίσει την κίνηση, να απογυμνώσει τα καινούρια δημοσία σχήματα, από τη δημοκρατική τους μορφή, από την αντιμονοπωλιακή τους αιχμή».[12]
δ) Του περιορισμού του ρόλου των μαζών στην πάλη για κρατικοποιήσεις και εθνικοποιήσεις, για εκδημοκρατισμούς, συνδιοικήσεις, αυτοδιοικήσεις κ.λπ. επειδή «η οργανωμένη (εργατική) τάξη εκφράζει μέσα στις ταξικές διεκδικητικές και πολιτικές πρακτικές της μέσα στην επιχείρηση και έξω απ’ αυτήν τις αντικειμενικές ανάγκες της αναπαραγωγής του τρόπου παραγωγής».[13] (έμφαση δίκη μας)
Όλα αυτά βεβαία σε πείσμα του δογματικού που διατυπώνοντας τη θεωρία του ΚΜΚ ισχυρίζεται ότι:
«… Ας φέρουμε πρώτα ένα πολύ συγκεκριμένο παράδειγμα κρατικού καπιταλισμού. Όλοι ξέρετε ποιο είναι αυτό το παράδειγμα: η Γερμανία. Εδώ έχουμε την “τελευταία λέξη” της σύγχρονης μεγάλης καπιταλιστικής τεχνικής και σχεδιομετρικής οργάνωσης που υποτάσσεται στον ιμπεριαλισμό των γιούνκερς αστών. Βγάλετε τις υπογραμμισμένες λέξεις, βάλτε αντί τη λέξη κράτος στρατιωτικό, γιουνκεριστικό, αστικό, ιμπεριαλιστικό, πάλι τη λέξη κράτος, σοβιετικό δηλαδή προλεταριακό και θα έχετε όλο το σύνολο των όρων που μας δίνουν το σοσιαλισμό». [14]
Δηλαδή το κράτος υποτάσσεται στην ιμπεριαλιστική αστική τάξη και ο ΚΜΚ μπορεί να οδηγήσει στο μόνο κάτω από την προϋπόθεση της αντικατάστασης του αστικού κράτους από το κράτος της δικτατορίας του προλεταριάτου.
Όλα αυτά κόντρα στον αιθεροβάμονα που τόνιζε:
«Ούτε ο μετασχηματισμός σε μετοχικές εταιρίες ούτε ο μετασχηματισμός σε κρατική ιδιοκτησία δεν αφαιρούν από τις παραγωγικές δυνάμεις αυτό που τις χαρακτηρίζει σαν κεφάλαιο. Για τις μετοχικές εταιρίες αυτό είναι φανερό. Όμως και το σύγχρονο κράτος με τη σειρά του δεν είναι παρά η οργάνωση που η αστική κοινωνία δίνει στον εαυτό της για να διατηρήσει τις γενικές εξωτερικές συνθήκες του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, απέναντι σε κάθε καταπάτησή τους απ’ τη μεριά των εργατών όπως και μεμονωμένων καπιταλίστων. Το σύγχρονο κράτος, όποια κι αν είναι η μορφή του, είναι μια μηχανή καπιταλιστική στην ουσία της, το κράτος των καπιταλιστών, ο νοητός συλλογικός καπιταλιστής. Όσο περισσότερες παραγωγικές δυνάμεις περνάνε στην ιδιοκτησία του, τόσο περισσότερο συλλογικός καπιταλιστής γίνεται στην πράξη, τόσο περισσότερο εκμεταλλεύεται τους πολίτες. Οι εργάτες παραμένουν μισθωτοί προλετάριοι. Η καπιταλιστική σχέση δεν καταλύεται, αντίθετα σπρώχνεται στο αποκορύφωμά της».[15]
Μ’ αυτή τη θεωρία τους αποστομώνουν τον σεχταριστή που επέμενε:
«Η ουσία του ζητήματος είναι αν διατηρείται η παλιά κρατική μηχανή (που χιλιάδες νήματα τη συνδέουν με την αστική τάξη και που είναι πέρα για πέρα ποτισμένη από τη ρουτίνα και τον συντηρητισμό) ή καταστρέφεται και αντικαθίσταται με καινούρια. Επανάσταση δεν θα πει να κυβερνά, να διοικεί η νέα τάξη με την παλιά κρατική μηχανή παρά να τσακίσει αυτή τη μηχανή και να κυβερνά να διοικεί με νέα μηχανή -αυτή τη βασική σκέψη του μαρξισμού ο Κάουτσκι, τη σβήνει είτε δεν την κατάλαβε διόλου».[16]
Αυτό που εμείς θέλουμε να προσθέσουμε σε σχέση με τη λειτουργία του κράτους σε συνθήκες ΚΜΚ, τη στάση των μεμονωμένων καπιταλιστών ή μονοπωλίων, τις σχέσεις τους και τις αντιθέσεις τους είναι τούτο:
Τα μεγάλα μονοπώλια χρησιμοποιούν την κρατική εξουσία για να υποβοηθούν την συγκέντρωση και την συγκεντροποίηση του κεφαλαίου, ώστε να εξασφαλίζουν τα ανώτατα δυνατά κέρδη και να εδραιώνεται η παντοδυναμία του χρηματιστικού κεφαλαίου, το κράτος παίρνει στα χεριά του ορισμένες επιχειρήσεις, κλάδους και οικονομικές λειτουργίες (εξασφάλιση της εργατικής δύναμης, προμήθεια των πρώτων υλών, χρηματοδότηση της στρατιωτικοποίησης της οικονομίας κ.λπ.) ώστε σαν συλλογικός εκφραστής των συμφερόντων του μονοπωλιακού καπιταλισμού να φροντίσει την «καλύτερη» δυνατή λειτουργία του συστήματος.
Ο μεμονωμένος καπιταλιστής, που συχνά δεν βλέπει μακρύτερα από τα στενά ατομικά του συμφέροντα, μη παίρνοντας υπ’ όψη του τα συμφέροντα της τάξης του, το μονοπώλιο που σε μια συγκεκριμένη φάση αντιστρατεύεται τα συμφέροντα των μεγαλυτέρων μονοπωλίων θα «λογικευτούν» αργά ή γρήγορα… είτε θα συνθλίβουν στο προτσές της συγκεντροποίησης.
Στις δευτερεύουσας σημασίας αντιθέσεις που μπορούν να δημιουργηθούν ανάμεσα στο κράτος (συλλογικό εκφραστή των συμφερόντων της αστικής τάξης) και σε καπιταλιστές, πολλές φορές ανάμεσα και σ’ εκφραστές της πολιτικής της αστικής τάξης σχετικά π.χ. με διαφορές θεωρίες οικονομικής στρατηγικής, οι ρεβιζιονιστές νόμισαν πως ανακάλυψαν και πάλι το δρόμο της «άνωσης» που θα τους σηκώσει και θα τους πάει στον σοσιαλισμό.

Σημειώσεις
[1] Ι.Β. Στάλιν: Οικονομικά προβλήματα του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ
[2] Γρ. Φαράκος: Θέματα του ελληνικού ΚΜΚ, 1977, σελ.59-60
[3] Μαρξιστική πραγματεία πολιτικής οικονομίας
[4] Βοπρόσσι Φιλοσόφι, Νο 7, 1968
[5] Περιοδικό Οικονομία και πολιτική, τεύχος 145-146, σελ. 18
[6]Στο ίδιο, τεύχος 143-144, σελ. 10
[7] Στο ίδιο, τεύχος 145-146, σελ. 24
[8] Φ. Χέρζογκ, Πολιτική δικονομική και σχεδιοποίηση στον καπιταλιστικό σύστημα, σελ. 15
[9] Μαρξιστική πραγματεία πολιτικής οικονομίας, σελ. 150
[10] «Θέματα του κράτους και της επανάστασης», ΚΟΜΕΠ 9/77
[11] Μαρξιστική πραγματεία πολιτικής οικονομίας, σελ. 150
[12] Περιοδικό Οικονομία και πολιτική, τεύχος 143-144, σελ. 7 & 13
[13] E. Preteceille [οικονομολόγος του "Κ"ΚΓ], Κοινωνικές ανάγκες και κοινωνικοποίηση της παραγωγής.
[14] Β.Ι. Λένιν, Για τα αριστερά παιδιαρίσματα και τον μικροαστισμό
[15] Φ. Ένγκελς, Αντι-Ντύρινγκ
[16] Β.Ι. Λένιν, Κράτος και επανάσταση



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου