Η ονομασία του ιστολογίου είναι ο τίτλος του βιβλίου του Βασίλη Σαμαρά "1917-1953, Η ιστορία διδάσκει και εμπνέει"

Δευτέρα 2 Μαΐου 2016

«Παραγωγικότητα» «εργατικός έλεγχος» και άλλα φούμαρα (Μέρος Γ’)

του Βασίλη Σαμαρά
Δημοσιεύτηκε στην Προλεταριακή Σημαία στις 22/7/1983

[Αναφερθήκαμε στα δύο προηγούμενα φύλλα της εφημερίδας πάνω στο ζήτημα της παραγωγικότητας. Εξετάσαμε στο μέτρο των δυνατοτήτων μας, πώς έχει το ζήτημα από γενική άποψη, σε ποια βάση προβάλλεται σήμερα, ποια προβλήματα καλείται να «λύσει», ποια είναι τα πραγματικά προβλήματα που καλύπτονται κάτω από διάφορους όρους, και ποιες είναι οι επιδιώξεις της κυβέρνησης.]

ΕΠΟΠΤΙΚΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ

Μ’ έναν ανάλογο τρόπο μπαίνει και το πρόβλημα του «ελέγχου των εργαζομένων», που ιδιαίτερα προβάλλεται σε σχέση με το μέτρο των εποπτικών συμβουλίων.
Στο ζήτημα αυτό έχουμε κιόλας αναφερθεί.
Εδώ θα ασχοληθούμε με ορισμένες ακόμη πλευρές. Ας σημειωθεί, ότι ένα τέτοιο πρόβλημα δεν μπαίνει μόνο από την κυβέρνηση, αλλά ανάλογη λογική και αντίστοιχη φιλολογία αναπτύσσεται και από άλλες πλευρές (ΚΚΕ, ΚΚΕεσ. κ.λπ.)



Καταρχήν και σε σχέση με τα εποπτικά συμβούλια. Αυτό που αναφέρεται είναι ότι αυτά κατά βάσιν θα έχουν εποπτικό ρόλο, ως προς τον συντονισμό της δράσης των μεταλλευτικών επιχειρήσεων με τον εθνικό προγραμματισμό και τα τοιαύτα.
Όπως και να ‘χει το πράγμα, εδώ έχουμε στην ουσία έναν κρατικό έλεγχο (και όχι των εργαζομένων) πολύ περισσότερο που η σύνθεση των επιτροπών θα καθορίζεται κατά βάσιν από το υπουργείο, το οποίο θα έχει και τον τελευταίο λόγο.
Μα αυτή δεν είναι καθόλου μια καινούρια σχέση, αλλά παμπάλαια και πολυχρησιμοποιημένη!
Μάλιστα η συγκεκριμένη περίπτωση έχει ακόμη πιο «ενδιαφέρουσες» πλευρές. Η απάντηση του Αρσένη στη Ν. Δημοκρατία (συζήτηση στη Βουλή) είναι αρκετά αποκαλυπτική. Πιεζόμενος (από τη ΝΔ) ο Αρσένης δεν μπόρεσε να «κρατηθεί» και το αμόλησε. Πρώτον ότι δεν πρόκειται περί ελέγχου αλλά περί «εποπτείας» και δεύτερο ότι τα μέτρα που καθιερώνονται δεν διαφέρουν και δεν είναι περισσότερα από αυτά που προωθούνταν επί Ν. Δημοκρατίας. Προς τι λοιπόν η φασαρία;

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Καταρχήν το αστικό κράτος, δηλαδή το συλλογικό όργανο της αστικής τάξης, πάντα είχε το δικαίωμα παρέμβασης και ελέγχου στη δραστηριότητα τού κάθε ξεχωριστού καπιταλιστή.
Το ζήτημα (και οι όποιες διαφωνίες) βρισκόταν στα όρια, το είδος της παρέμβασης, στους τομείς οι οποίοι θα υπόκεινται ή όχι και σε ποιας μορφής παρέμβαση. Από την άποψη αυτή οι κρατικοί έλεγχοι που τυχόν θα προωθούσε το ΠΑΣΟΚ δεν θα πρόσθεταν τίποτε καινούριο σε μια ήδη δοσμένη πρακτική στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος (πέρα ίσως από μερικές καινούριες και κούφιες λέξεις). Το τραγελαφικό ωστόσο βρίσκεται στο γεγονός ότι ούτε καν για κάτι τέτοιο δεν πρόκειται.

Το τελευταίο διάστημα στη Δύση ενισχύονται οι τάσεις εκείνες που θέλουν ακόμα πιο «σκληρή» πολιτική απέναντι στους λαούς, που θεωρούν πλέον «περιττή πολυτέλεια» διάφορες πρακτικές με τις οποίες κινήθηκε ο καπιταλισμός μεταπολεμικά. Μέσα σ’ ένα τέτοιο πλαίσιο η ελληνική κεφαλαιοκρατία ενθαρρυμένη μάλιστα από τις υποχωρήσεις της κυβέρνησης πίεζε για ακόμη μεγαλύτερες παραχωρήσεις. Και το κυρίως πρόβλημα (για το ΠΑΣΟΚ) δεν ήταν οι παραχωρήσεις καθ’ αυτές που ζητούσε το κεφάλαιο.
Το πρόβλημα του ΠΑΣΟΚ βρισκόταν στο ότι η δημιουργία και ισχυροποίηση μιας τέτοιας «ροπής», πολύ πιθανά στο όχι μακρινό μέλλον, να έθετε θέμα καταλληλότητας του ίδιου του ΠΑΣΟΚ σαν διαχειριστή του συστήματος. Έτσι το ΠΑΣΟΚ αναγκάστηκε να αντιδράσει και να δείξει ότι έχει και αυτό δόντια. Ότι σ’ αυτές τις εξελίξεις υπάρχουν σημαντικά πολιτικά ζητήματα είναι βέβαιο. Αλλά το ότι έχουν όλα αυτά οποιαδήποτε σχέση με «σοσιαλισμούς», «εργατικούς ελέγχους» και άλλα τέτοια φούμαρα, αυτά είναι για να τα τρων μόνο όσοι τα τραβάει ο οργανισμός τους.

Ο «ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ»

Ας προχωρήσουμε όμως στο ζήτημα αυτό καθαυτό. Και ας θέσουμε ένα πρωταρχικό ερώτημα. Μπορεί να υπάρξει έλεγχος των εργαζομένων (ή εργατικός έλεγχος) στα πλαίσια του καπιταλισμού; Και τι σημαίνει κάτι τέτοιο; Ή ακόμη περισσότερο, τι περιεχόμενο έχει, τι εννοεί ο καθένας όταν αναφέρεται σε ένα τέτοιο ζήτημα;
Και επειδή τα πράγματα στις διάφορες απόψεις δεν είναι και πολύ ξεκαθαρισμένα, χρειάζεται από τη μεριά μας να τα διαχωρίσουμε κατά κάποιο τρόπο.

Τι σημαίνει εργατικός έλεγχος; Ακούγονται πολλά. Ωστόσο από ουσιαστική άποψη, μπορούμε να διακρίνουμε τρεις πιθανές περιπτώσεις και μια τέταρτη.
Ο έλεγχος να αφορά την ενημέρωση των εργαζομένων πάνω στο σύνολο των στοιχείων που αφορούν την παραγωγή, με υποχρέωση των επιχειρηματιών να δίνουν αυτά τα στοιχεία κ.λπ.
Δεύτερο, ο ρόλος των εργαζομένων να μην περιορίζεται σ’ αυτό (ενημέρωση), αλλά να ‘χουν γνώμη με αποφασιστικό χαρακτήρα στην πορεία των επιχειρήσεων. Δηλαδή να συνδιαχειρίζονται από κοινού με τους επιχειρηματίες τις επιχειρήσεις.
Τρίτο, να ‘χει η δικιά τους γνώμη (και μόνο αυτή) τον καθοριστικό χαρακτήρα, δηλαδή να αυτοδιαχειρίζονται τις επιχειρήσεις.
Και η τέταρτη εκδοχή να «ελέγχουν» την παραγωγή μέσω του κράτους, αυτού του ίδιου του αστικού κράτους. Προϋπόθεση αυτής της αντίληψης (που βασικοί φορείς της είναι η σοσιαλδημοκρατία και οι ρεβιζιονιστές), η αντίστοιχη αντίληψη για τη φύση του κράτους. Ότι δεν είναι δηλαδή το όργανο της αστικής τάξης (όπως λέει η παλιά «δογματική» τριτοδιεθνιστική αντίληψη) αλλά μια «δομή» κάπου έξω απ’ αυτήν και περίπου «ουδέτερη».

Παράξενο στ’ αλήθεια! Και μόνο να παρατεθούν με συγκεκριμένο τρόπο οι διάφορες εκδοχές, διαλύεται όλη εκείνη η «μαγεία» που συντηρείται μέσα από περίπλοκα λεκτικά σχήματα και δαιδαλώδεις φραστικούς συνδυασμούς. Και το όλο πρόβλημα (και για τις τέσσερις εκδοχές) να συνοψίζεται ξανά στο παλιό και «τετριμμένο»(!) ζήτημα. Αυτό που σχετίζεται με την τέταρτη εκδοχή, δηλαδή τη φύση και το ρόλο του κράτους στην αστική κοινωνία.
Δεν είναι βέβαια εδώ που μπορεί να τεθεί το ζήτημα (του κράτους) σ’ όλη του την έκταση.
Θα περιοριστούμε να σημειώσουμε την άποψή μας και με αυτήν σαν κριτήριο να δούμε τις διάφορες εκδοχές.
Εμείς διατηρούμε την παλιά «δογματική» λενινιστική άποψη. Ότι το κράτος δεν είναι καθόλου «ουδέτερο».

Στη βάση αυτή και σε σχέση με τα ζητήματα που μπαίνουν. Η πιο «σοβαρή» (και πιο επικίνδυνη) είναι η εκδοχή που πλασάρεται από τους ρεβιζιονιστές. Περισσότερο, γιατί υπάρχει και ένα έδαφος που τροφοδοτεί τέτοιες αντιλήψεις.
Το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα βρέθηκε πολλές φορές στην ανάγκη να δώσει ευρύτερες αρμοδιότητες (και οικονομικές) στο κράτος. Ο ρόλος του αυτός το έφερε πολλές φορές σε αντίθεση με τα συμφέροντα μεμονωμένων καπιταλιστών ή μερίδων. Ακόμη περισσότερο γιατί κατά κανόνα ήταν οι «μεσαίοι» εκείνοι που επιδίωκαν περισσότερο την «κάλυψη» του συλλογικού οργάνου της αστικής τάξης. Ενώ οι τάσεις στις ανώτερες μερίδες καθορίζονταν από πολλούς παράγοντες και γι’ αυτές ήταν κατά βάση ζήτημα επιλογής. Η «αυτονόμηση» αυτή του κράτους απέναντι στους μεμονωμένους καπιταλιστές που δημιουργούσε μια σειρά ψευδαισθήσεις (αν και όταν πρόκειται για ψευδαισθήσεις) δεν σήμαινε καθόλου βέβαια και αυτονόμηση απέναντι στην τάξη. Τα συνολικά συμφέροντα της οποίας κατοχύρωνε και υπεράσπιζε με συνεχή αδιάλειπτο και αδιάλλακτο) τρόπο και δεν υπάρχει μήτε ένα αντίθετο παράδειγμα στην ιστορία.
Ήδη οι εξελίξεις παντού στον κόσμο (από τον «Νότο» μέχρι τις μητροπόλεις) αφαιρούν όλο και περισσότερο έδαφος από τέτοιες αντιλήψεις.

ΟΙ «ΝΗΣΙΔΕΣ ΤΟΥ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΥ»

Όσον αφορά τις «νησίδες του σοσιαλισμού» (οι άλλες τρεις εκδοχές) τα πράγματα δεν μπαίνουν και πολύ διαφορετικά.
Το να πάρουν οι εργαζόμενοι την διεύθυνση της οικονομίας στα χέρια τους (αυτοδιαχείριση) χωρίς να ανατρέψουν το αστικό κράτος, δεν είναι για να το συζητάει κανείς στα σοβαρά.
Όσον αφορά την «συνδιαχείριση», όπου αυτή εφαρμόστηκε, φάνηκε καθαρά ότι δεν πρόκειται παρά για μια σχέση που υπηρέτησε τους καπιταλιστές από πολλές πλευρές. Και εντατικοποίησαν τη δουλειά (με την «έγκριση» των εργατών-«μετόχων») και απαλλάχτηκαν από «περιττές» και αντιοικονομικές «τριβές» (απεργίες και τέτοια).
Τώρα για τον έλεγχο από πλευράς εργαζομένων, των επενδυτικών προγραμμάτων (που θα πραγματοποιούν οι καπιταλιστές) το από πού θα παίρνουν τις πρώτες ύλες, πού θα τα πουλούν κ.λπ. πραγματικά πρόκειται για αφέλειες.

Ας προσπαθήσουμε ωστόσο να δούμε και μερικές ακόμη πλευρές. Προβάλλεται π.χ. η άποψη ότι σε συνάρτηση με την ανάπτυξη του κινήματος μπορούν να τεθούν και τέτοια προωθημένου χαρακτήρα ζητήματα. Ή ακόμη προβάλλονται σαν επιχείρημα (από έντυπο του ΠΑΣΟΚ αν θυμόμαστε καλά) οι θέσεις του Λένιν για τον εργατικό έλεγχο το 1917.
Ο κόσμος με το κεφάλι κάτω!
Αλλά σε συνάρτηση με την ανάπτυξη του κινήματος μπαίνει το πρόβλημα των προβλημάτων, δηλαδή το ζήτημα της εξουσίας και δεν θα μπορούσαν να μπουν προωθημένα ζητήματα; (Αυτά ή εκείνα δεν είναι εδώ το πρόβλημά μας). Το πρόβλημα βρίσκεται στο πώς φτάνει το κίνημα σε μια τέτοια θέση.

Και για να αναφερθούμε στο 1917. Στην κυβέρνηση βρισκόταν ο συνασπισμός μενσεβίκων-εσέρων κ.λπ. Το τσαρικό κράτος είχε σχεδόν διαλυθεί τελείως. Τα σοβιέτ ασκούσαν πραγματική εξουσία. Υπήρχε αυτό που έμεινε πια και σαν όρος, δυαδική εξουσία. Και ο Λένιν έβαζε ζητήματα ολοκλήρωσής της για λογαριασμό των σοβιέτ, δηλαδή της συμμαχίας εργατών-αγροτών-στρατιωτών. Τον φαντάζεστε όμως να ‘βαζε αυτά τα ζητήματα π.χ. το 1915;

Σε μια τέτοια περίπτωση έχει συντελεστεί μια ποιοτική μεταβολή του ταξικού και πολιτικού συσχετισμού. Και το ζήτημα σε μια τέτοια μεταβατική περίοδο μπαίνει ολότελα διαφορετικά.
Μάλιστα ακόμη και τότε, αυτό που «παίζεται» δεν είναι αυτές ή εκείνες οι αλλαγές (που στην περίπτωση αυτή αποτελούν μοχλούς πίεσης και κίνησης) αλλά το ίδιο το ζήτημα της εξουσίας.
Και εκεί θα κριθεί μαζί με όλα τα άλλα και η τύχη των όποιων αλλαγών έχουν προωθηθεί. Αν η επανάσταση δεν ολοκληρωθεί με το πάρσιμο της εξουσίας, οι όποιες αλλαγές αυτού του χαρακτήρα θα εξουδετερωθούν είτε «μετωπικά» (κατάργηση) είτε θα αφομοιωθούν από το σύστημα που θα έχει αποκαταστήσει την κυριαρχία του. Αυτό δηλαδή που γίνεται και σήμερα.

Θα μπορούσε ωστόσο να τεθεί το ερώτημα. Αν συνάρτηση της προβολής ορισμένων ζητημάτων είναι η ανάπτυξη του κινήματος, η ίδια η ανάπτυξη του κινήματος δεν είναι άραγε συνάρτηση της προώθησης κάποιων ζητημάτων;
Οπωσδήποτε έτσι είναι. Αλλά το κυρίως ζήτημα βρίσκεται στο ποια, πώς και πότε. Και επ’ αυτού δεν χρειάζεται να πάμε πολύ μακριά.
Σήμερα η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έχει επιβάλλει μια ορισμένη εισοδηματική πολιτική. Σε αντιστάθμισμα προωθεί ορισμένα «θεσμικά» μέτρα. ΑΤΑ-εποπτικά συμβούλια-συνοικιακά συμβούλια-«κοινωνικοποιήσεις» κ.λπ. Έχει ανοίξει μάλιστα ολάκερο μέτωπο ενάντια στις «οικονομίστικες αντιλήψεις» και τα «οικονομίστικα αιτήματα».
Το πρόβλημα βρίσκεται μπροστά μας καθώς και η απάντησή του. Μπορούμε να κινηθούμε στον άξονα, στο να δώσουμε προοδευτικό ή ακόμη περισσότερο επαναστατικό περιεχόμενο σ’ αυτούς τους θεσμούς, ή να κινηθούμε στην τροχιά της πάλης για ανατροπή της εισοδηματικής πολιτικής προωθώντας το «οικονομίστικο» αίτημα των αυξήσεων;
Ποιος από τους δυο δρόμους θα ανέπτυσσε το κίνημα, θα προωθούσε τη συνειδητοποίηση του λαού ή ακόμα ποιος δρόμος είναι ο πραγματικά οικονομίστικος; Γιατί οικονομισμός δεν είναι βέβαια το αίτημα (ίσως και οικονομικού χαρακτήρα) που φέρνει το λαό και το προλεταριάτο σε ευθεία αντιπαράθεση με την αστική κυβέρνηση καταδείχνοντας ολόπλευρα την πραγματικότητα της ταξικής μας κοινωνίας.
Οικονομισμός είναι η αντίληψη εκείνη που δίνει τον κύριο ρόλο στην ανάπτυξη και εξέλιξη της αστικής κοινωνίας (και βασικά των παραγωγικών δυνάμεων άσχετα με το τι κάθε φορά λέγεται) και που αποτελεί τη βάση όλων των παλιότερων και νεότερων παραλλαγών του ρεφορμισμού.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου