Η ονομασία του ιστολογίου είναι ο τίτλος του βιβλίου του Βασίλη Σαμαρά "1917-1953, Η ιστορία διδάσκει και εμπνέει"

Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 2021

Στρατόπεδο συγκέντρωσης Χαϊδαρίου. Τόπος μαρτυρίου και θυσίας

 Δημοσιεύτηκε στην Προλεταριακή Σημαία, φυλ. 901, στις 18/9/2021


Στην Ελλάδα, την περίοδο της Κατοχής, λειτούργησαν περισσότερα από 30 στρατόπεδα συγκέντρωσης - φυλακές. Τα τρία μεγαλύτερα ήταν στο Χαϊδάρι, στη Θεσσαλονίκη (στρατόπεδο Παύλου Μελά) και στη Λάρισα. Σ’ αυτά φυλακίστηκαν κομμουνιστές, Εβραίοι αλλά και απλοί αγωνιστές ακόμα και άνθρωποι που συνελήφθησαν «στο σωρό» στα διάφορα μπλόκα που πραγματοποιούσαν οι Γερμανοί και τα Τάγματα Ασφαλείας. Η στάση των δεσμωτών αγωνιστών στα ναζιστικά κολαστήρια ήταν υποδειγματική. Με μια απίστευτη αλληλεγγύη που αναπτύχθηκε μεταξύ τους αντιμετώπισαν με περηφάνια τη βαρβαρότητα, τις σκληρές συνθήκες διαβίωσης, τα βασανιστήρια, τους εξευτελισμούς ακόμα και τον ίδιο το θάνατο, καθώς πολλοί από αυτούς δεν κατάφεραν να λευτερωθούν ποτέ. Εκτελέστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες.

Το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Χαϊδαρίου, το μεγαλύτερο στην Ελλάδα, ιδρύθηκε στις αρχές του Σεπτέμβρη του 1943 και έκλεισε ένα χρόνο μετά, στα τέλη Σεπτέμβρη του 1944, όταν οι Γερμανοί άρχισαν να αποχωρούν ηττημένοι. Ο συνολικός αριθμός των κρατουμένων που πέρασε από το Χαϊδάρι ήταν 21.000 και ο μέγιστος αριθμός που «φιλοξένησε» στα 500 στρέμματα που καταλάμβανε ήταν περίπου 3.000.


Η ίδρυσή του αποφασίστηκε στα μέσα του 1943 όταν οι φυλακές της Στερεάς Ελλάδας και της Πελοποννήσου, που φρουρούνταν κυρίως από Ιταλούς, θεωρήθηκε ότι κινδύνευαν με αποδράσεις φυλακισμένων ή από χτυπήματα του ΕΛΑΣ. Έτσι οι Ακροναυπλιώτες φυλακισμένοι από την περίοδο του Μεταξά που μέσα σ’ αυτούς ήταν και ο βασικός καθοδηγητικός πυρήνας του ΚΚΕ, μεταφέρθηκαν αρχικά στη Λάρισα και στις αρχές του Σεπτέμβρη στο Χαϊδάρι. Σταδιακά άρχισε το στρατόπεδο να γεμίζει και με φυλακισμένους από άλλες περιοχές (Αναφιώτες κ.ά.), Εβραίους αλλά και με συλληφθέντες από τα μπλόκα.

Φυσικά δεν ήταν αυτός ο μοναδικός λόγος που ιδρύθηκε και μάλιστα τόσο κοντά στο κέντρο της Αθήνας. Οι επιτυχίες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ θορύβησαν τους κατακτητές και ήθελαν να δημιουργήσουν δίπλα στον αγωνιζόμενο λαό της Αθήνας ένα κολαστήριο που να λειτουργεί ως φόβητρο. Μια τεράστια φυλακή που αν κάποιος έμπαινε δεν ήξερε αν θα ξαναδεί τον υπόλοιπο κόσμο. «Το Χαϊδάρι ιδρύθηκε περισσότερο για τους έξω και λιγότερο για τους ίδιους τους κρατουμένους» γράφει χαρακτηριστικά ο Θέμος Κορνάρος. Ηταν και ο ίδιος κρατούμενος στο Χαϊδάρι και περιγράφει το στρατόπεδο σαν ένα πέταλο κλεισμένο από δυτικά και βόρεια με απότομα γυμνά βουνά και στο ανοιχτό κομμάτι απλωνόταν η Αθήνα. Γύρω του υψωνόταν ένας ψηλός τοίχος με πολλές σειρές συρματοπλέγματα. Κάθε διακόσια μέτρα υπήρχαν σκοπιές με οπλισμένους φρουρούς. Στο εσωτερικό υπήρχαν πολλά κτίρια αριθμημένα. Το χειρότερο απ’ όλα, που λειτούργησε ως χώρος απομόνωσης, βασανιστηρίων αλλά και προθάλαμος για τις εκτελέσεις, ήταν το «μπλοκ 15». Ο Θ. Κορνάρος αναφέρει οτι: «Στο βάθος κλείνει τον κύκλο η οικοδομή 15 που ξεχωρίζει με τα μικροσκοπικά σιδερόφραχτα παραθυράκια και το μουχλιασμένο εξωτερικό. Ξεπροβαίνει από το βάθος το κτίριο αυτό σαν φοβέρα. Είναι η απομόνωση. Ο τόπος των βασανιστηρίων. Μνήμα!»

Όσο για τις συνθήκες διαβίωσης, ο Μ. Μαζάουερ περιγράφει πολύ παραστατικά: «Δεν υπήρχαν κρεβάτια παρά μόνο λίγες ξεφτισμένες κουβέρτες. (…) Οι αιχμάλωτοι ήταν γεμάτοι ψείρες, κι εκείνοι που αρρώσταιναν δεν μπορούσαν να περιμένουν καμιά ιατρική φροντίδα αφού ο μοναδικός γιατρός μέσα στο στρατόπεδο δεν είχε φάρμακα να τους δώσει. (…) Οι δεσμοφύλακες τιμωρούσαν κάθε παράβαση των πολυάριθμων κανονισμών του στρατοπέδου με ξυλοδαρμούς και μαστιγώσεις ή αμολώντας τα σκυλιά τους».

Τα βασανιστήρια γίνονταν παντού μέσα στο στρατόπεδο. Στο μπλοκ 15 όμως ήταν περισσότερα και συστηματικά.

Επίσης υπήρχε το «μπλοκ 21» όπου στεγάζονταν τα συνεργεία (ραφτάδικο, κουρείο, ξυλουργείο, μηχανουργείο κ.α.) για την εξυπηρέτηση της φρουράς των Ες Ες. Στο κτίριο αυτό πήγαιναν και όσοι κρατούμενοι αφήνονταν ελεύθεροι ή μεταφέρονταν σε άλλες φυλακές ή σε στρατόπεδα συγκέντρωσης της Γερμανίας και της Πολωνίας. Πολλοί Εβραίοι είχαν την τύχη των τελευταίων. Μάλιστα υπάρχουν μαρτυρίες για μεταφορά πολλών εκατοντάδων κρατουμένων τον Απρίλη του 1944 στο Αουσβιτς, που μαρτύρησαν στα χέρια του διαβόητου Μένγκελε με τα απάνθρωπα «ιατρικά» πειράματα. Ο Αντώνης Φλουντζής, κρατούμενος ο ίδιος και γιατρός του στρατοπέδου, αναφέρει ότι πάνω από 5.000 φυλακισμένοι του Χαϊδαρίου μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδα στο εξωτερικό.


Οι συλληφθέντες πριν κλειστούν στο Χαϊδάρι περνούσαν πρώτα από το αρχηγείο της Γκεστάπο στην οδό Μέρλιν στο Κολονάκι και υποβάλλονταν σε φρικτά βασανιστήρια. Όταν έφταναν στο Χαϊδάρι ήταν σαν ζωντανοί νεκροί. Με την καθοδήγηση όμως κυρίως των Ακροναυπλιωτών στήθηκε κάτω από τη μύτη των φρουρών ένα δίκτυο αλληλεγγύης που φρόντισε για την ζωή των νέων κρατουμένων.

Ο πρώτος που εκτελέστηκε στο Χαϊδάρι ήταν ο έφεδρος υπολοχαγός του ελληνικού στρατού Χαΐμ Λεβί. Η εκτέλεση πραγματοποιήθηκε στις 7 Δεκέμβρη του 1943 από τον ίδιο τον διοικητή του στρατοπέδου, τον διαβόητο για τις βάρβαρες μεθόδους που χρησιμοποιούσε, ταγματάρχη Π. Ραντόμσκι. Πρώην διοικητής στρατοπέδου συγκέντρωσης στην ανατολική Ευρώπη, αλκοολικός και ναρκομανής, ήταν ο χειρότερος διοικητής του στρατοπέδου και όσο ήταν αυτός επικεφαλής, οι κρατούμενοι κυριολεκτικά «έφτυναν αίμα». Το Φλεβάρη του 1944 αντικαταστάθηκε από τον Κ. Φίσερ που ξεκίνησε τις ομαδικές εκτελέσεις.

Ένα από τα γεγονότα που σημάδεψαν τη ζωή στο στρατόπεδο αλλά και τον αθηναϊκό λαό ήταν η επίθεση των ταγματασφαλιτών εναντίον των αναπήρων του ελληνοϊταλικού πολέμου μέσα στα νοσοκομεία, τον Δεκέμβρη του 1943. Οι ανάπηροι παρά τις αντικειμενικές δυσκολίες έπαιρναν συχνά μέρος σε διαδηλώσεις δίνοντας κουράγιο στους αγωνιστές και προκαλώντας συγκίνηση στον κόσμο. Συνελήφθησαν πάνω από 500 ανάπηροι που οι περισσότεροι φυλακίστηκαν στο Χαϊδάρι. Μάλιστα στις 16 Μαΐου του 1944, οι Γερμανοί εκτέλεσαν 92 ανάπηρους του αλβανικού μετώπου μαζί με άλλους 28 κρατουμένους.


Το πιο χαρακτηριστικό όμως γεγονός που σημάδεψε την ιστορία του στρατοπέδου ήταν η εκτέλεση των 200 κρατουμένων του Χαϊδαρίου την Πρωτομαγιά του 1944 στην Καισαριανή. Οι περισσότεροι ήταν κομμουνιστές, πρώην Ακροναυπλιώτες, ανάμεσά τους και ο επικεφαλής τους, Ναπολέων Σουκατζίδης. Οι εκτελέσεις στο Χαϊδάρι ήταν συχνές και συνδέονταν με το θάνατο γερμανών στρατιωτών από τον ΕΛΑΣ. Την Πρωτομαγιά του 1944 όμως, εκτελέστηκε ο μεγαλύτερος αριθμός ως αντίποινα για το θάνατο του γερμανού υποστρατήγου Φ. Κρεχ και 3 αξιωματικών στους Μολάους της Σπάρτης. Λίγο πριν τη μεταγωγή τους στην Καισαριανή οι μελλοθάνατοι έστησαν γλέντι με χορό και τραγούδι, θέλοντας να δείξουν σε όλους ότι αψηφούν το θάνατο και να δώσουν κουράγιο στους υπόλοιπους.

Στο Χαϊδάρι υπήρχαν φυλακισμένες και αρκετές γυναίκες. Πρώτη κρατούμενη ήταν η Ηλέκτρα Αποστόλου που φυλακίστηκε το Δεκέμβρη του 1943 και κλείστηκε κατευθείαν στο μπλοκ 15. Μεταξύ αυτών που πέρασαν από το στρατόπεδο ήταν και η Ηρώ Κωνσταντοπούλου, η 17χρονη ηρωίδα. Η Κωνσταντοπούλου ήταν δραστήρια ΕΠΟΝίτισσα και είχε συλληφθεί και βασανιστεί αρκετές φορές. Η τελευταία ήταν στις 31 Ιουλίου του 1944 οπότε και μεταφέρθηκε στη Μέρλιν. Βασανίστηκε άγρια για να μαρτυρήσει ονόματα συνεργατών της, αλλά μάταια. Δεν άνοιξε το στόμα της. Την έστειλαν στο Χαϊδάρι και στις 5 Σεπτέμβρη του 1944 το νήμα της ζωής της κόπηκε πρόωρα στην Καισαριανή σε μια ακόμη ομαδική εκτέλεση 50 αγωνιστών. Μια άλλη ηρωίδα που βρισκόταν στο Χαϊδάρι ήταν η Λέλα Καραγιάννη που βασανίστηκε και εκτελέστηκε στο άλσος Χαϊδαρίου, μαζί με άλλους 59 αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, στις 8 Σεπτεμβρίου 1944. Στα τέλη του ίδιου μήνα θα αρχίσει η αποχώρηση των Γερμανών και το Χαϊδάρι θα κλείσει. Συνολικά υπολογίζεται ότι εκτελέστηκαν στο στρατόπεδο πάνω από 2.000 κρατούμενοι.

Το στρατόπεδο όμως λειτούργησε ως τόπος κράτησης και βασανιστηρίων και την επόμενη περίοδο. Ήδη από το 1946 αριστεροί στρατιώτες και πολίτες δέχθηκαν τις… περιποιήσεις του μεταπολεμικού καθεστώτος στο μπλοκ 15 και μάλιστα με παρόμοιες μεθόδους μ’ αυτές των Γερμανών, με στόχο την απόσπαση δηλώσεων μετάνοιας.

Μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του ’80 η είσοδος πολιτών στον ιστορικό αυτό χώρο απαγορευόταν. Το 1982 επιτράπηκε για πρώτη φορά να πραγματοποιηθούν επισκέψεις και εκδηλώσεις και το 1984 με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου του Χαϊδαρίου, το Μπλοκ 15 αναγνωρίστηκε ως μνημείο της Εθνικής Αντίστασης.

 

Πηγές:

Μαρκ Μαζάουερ, «Στην Ελλάδα του Χίτλερ», εκδ. Αλεξάνδρεια

Θέμος Κορνάρος, «Στρατόπεδο του Χαϊδαρίου», Νεοελληνικές εκδόσεις - βιβλιοθήκη του λαού

Σ.Σ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου