Η ονομασία του ιστολογίου είναι ο τίτλος του βιβλίου του Βασίλη Σαμαρά "1917-1953, Η ιστορία διδάσκει και εμπνέει"

Παρασκευή 22 Ιουλίου 2016

Οκτωβριανή Επανάσταση. 90 χρόνια πριν, πόσα μετά;

του Δημήτρη Μάνου
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Εναυσμα» το 2007


Το να γράφει κανείς για την Οκτωβριανή Επανάσταση σε ένα νεολαιίστικο περιοδικό ίσως να μην ήταν ό,τι πιο αυτονόητο πριν μια... δεκαετία. Τότε που οι αναλύσεις για την generation x, για τη «χαμένη γενιά» του καναπέ και της αφασίας έδιναν και έπαιρναν.
Και όταν η νεολαία, που μέχρι πρόσφατα αντιμετωπιζόταν ως ένα προνομιακό «target group» του συστήματος, αμφισβήτησε έμπρακτα τον χαρακτηρισμό και την ετικέτα της απάθειας, πάλι άρχισαν να εμφανίζονται στον ορίζοντα οι αντικομουνιστικές περγαμηνές.
Έτσι μαθαίνουμε π.χ. για τους μαζικούς βιασμούς Βερολινέζων γυναικών από τον Κόκκινο στρατό από ανώνυμο κείμενο που βρέθηκε (;) στα χέρια δημοσιογράφων στις ΗΠΑ τη δεκαετία του '50. Ξέρετε εκείνη την «αδιάφορη» δεκαετία της άνθισης του μακαρθισμού, και της έναρξης του ψυχρού πολέμου.
Έτσι επιχειρείται να ξαναγραφτεί ακόμα μια φορά η ιστορία και αφού δεν μπορούν να αφαιρεθούν κεφάλαια (τα γεγονότα έχουν την τάση να... συμβαίνουν!) πιάνει δουλειά ο μαρκαδόρος του μουτζουρώματος.


Πώς θα δούμε την αναφορά

Η Οκτωβριανή Επανάσταση θα αποτελεί -όσο υφίσταται το σύστημα της εκμετάλλευσης- ένα γόνιμο έδαφος και πηγή έμπνευσης για τη νεολαία που αντιστέκεται και αμφισβητεί. Άρα θα είναι, όχι μόνο δυνητικά αλλά και συγκεκριμένα, μια «επικίνδυνη» αναφορά για το σύστημα της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας.
Εδώ βέβαια ελλοχεύει ένας κίνδυνος. Γιατί όσο η νέα γενιά αναζητεί τους δικούς της στόχους, οράματα, παραδείγματα (και θα ψάχνει, αναγκαστικά σχεδόν, τις σπίθες του σήμερα και στις στάχτες της ιστορίας) θα έρχεται επίσης αντιμέτωπη με τις εξιδανικεύσεις του παρελθόντος. Αυτές που πίσω από τα μεγάλα λόγια για τη «μεγάλη Οκτωβριανή Επανάσταση» θα θολώνουν το πραγματικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε, ωρίμασε και εξελίχτηκε η μεγάλη Οκτωβριανή «παρένθεση» που άλλαξε το ρου της ιστορίας. Που θα παραποιούν, όταν δεν αποκρύβουν, τις πραγματικές δυνάμεις που αντιπαρατέθηκαν ταξικά, τις γραμμές και κατευθύνσεις που συγκρούστηκαν και δοκιμάστηκαν, επιβεβαιώθηκαν ή και αναθεωρήθηκαν. Που θα αποδυναμώνουν τις τομές και τις παρακαταθήκες που κληροδότησε το «πείραμα» της κατάληψης και της διατήρησης της εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της.
Γιατί βέβαια η ιδεολογική θολούρα σχετικά με το παρελθόν βολεύει και συντηρεί την ιδεολογική θολούρα και τις συγχύσεις του παρόντος. Εξυπηρετεί πολύ καλά τις σημερινές θέσεις των πολιτικών δυνάμεων που έχουν αναφορά στην πολυποίκιλη αριστερά.
Μη θέλοντας να συμβάλλουμε σε αυτή την «ηρωική» παραχάραξη θα προσπαθήσουμε να καινοτομήσουμε (αφού όπως λέει η κυρίαρχη άποψη ζούμε σε εποχές καινοτομίας).
Αφού προσδιορίσουμε τις προϋποθέσεις (στα στενά πλαίσια ενός άρθρου φυσικά) μέσα από τις οποίες προχώρησε το επαναστατικό κίνημα του Οκτώβρη, θα εξετάσουμε μερικά βασικά ζητήματα σε δύο κείμενα του Λένιν, το ένα με το ξέσπασμα της επανάστασης και το άλλο κατά τη διάρκεια των πρώτων χρόνων της. Τα κείμενα αυτά συμπυκνώνουν και καταδεικνύουν την αντιπαράθεση γραμμών και κατευθύνσεων.
Το πρώτο είναι γραμμένο στα 1918, «Οι εκλογές για τη Συντακτική Συνέλευση και η δικτατορία του προλεταριάτου» και το δεύτερο το 1920, με τίτλο «Για τα συνδικάτα, την τρέχουσα στιγμή και τα λάθη του σ. Τρότσκι».
Μπορεί να τα βρει κανείς στα «Άπαντα» του Λένιν (τόμος 22-23) ή και τα δύο μαζί στην συλλογή «για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού», εκδόσεις Α/συνέχεια, 1997.
Ελπίζουμε πως έτσι θα κάνουμε τη διαπραγμάτευση των ζητημάτων πιο συγκεκριμένη και ζωντανή.

Η τομή του Οκτώβρη

Η επανάσταση των μπολσεβίκων, και για να είμαστε πιο σαφείς η επανάσταση που πραγματοποίησε το ρώσικο προλεταριάτο με την καθοδήγηση των μπολσεβίκων, αποτέλεσε μια συνέχεια και ταυτόχρονα μια τομή στη μέχρι τότε μαρξιστική και σοσιαλιστική παράδοση.
Συνέχεια, γιατί έκανε πράξη τη δικτατορία του προλεταριάτου, τη δημοκρατική δικτατορία των μαζών, όπως την ονόμασαν αργότερα οι κινέζοι κομμουνιστές. Γιατί ολοκλήρωσε τη μετατροπή και μετεξέλιξη μιας αστικής επανάστασης (με την ανατροπή του Τσάρου) σε σοσιαλιστική (με την ανατροπή της κυβέρνησης Κερένσκυ), γιατί ανέδειξε σε ηγεμονική δύναμη του έθνους το επαναστατημένο προλεταριάτο. Ζητήματα που ήδη είχαν τεθεί από τους Μαρξ - Ένγκελς, όταν διαλαλούσαν τα καθήκοντα της επερχόμενης προλεταριακής επανάστασης στη Γερμανία, αλλά και σε όλη την Ευρώπη.
Περισσότερο όμως η Οκτωβριανή Επανάσταση ακολούθησε το κόκκινο νήμα ή καλύτερα βρήκε την άκρη του κομμένου νήματος της κατάληψης της εξουσίας και της καταστροφής του κρατικού μηχανισμού της αστικής τάξης. Όπως ήδη είχε το ζήτημα τοποθετηθεί από τους Μαρξ - Ένγκελς ειδικά μετά το ξέσπασμα της Παρισινής Κομμούνας.
Και λέμε «ξαναβρήκε» γιατί όπως συμβαίνει και στις μέρες μας, η κατάληψη και η καταστροφή του κρατικού μηχανισμού είχε αντικατασταθεί από τον ειρηνικό μετασχηματισμό του καπιταλισμού σε... σοσιαλισμό, κάτω από την κυριαρχία των ρεφορμιστικών απόψεων στο σοσιαλιστικό κίνημα της Δεύτερης Διεθνούς.
Όμως, το κίνημα του Οκτώβρη ήταν και αποτέλεσμα τομών της λενινιστικής σκέψης και πράξης με τη δεδομένη παράδοση της σοσιαλδημοκρατίας που δεν μπορούσε ούτε καν να φανταστεί τη μετατόπιση του επίκεντρου της επαναστατικής σεισμικής δόνησης ανατολικά (στην πραγματικότητα ούτε δυτικά ούτε ανατολικά, αφού κυριαρχούσε η γραμμή του ταξικού συμβιβασμού με την αστική τάξη).
Αυτό φυσικά δεν οφειλόταν σε κάποια υπερβατική ιδιότητα του λενινισμού, αλλά στην ανάλυση της ιμπεριαλιστικής φάσης του καπιταλιστικού συστήματος, στη διερεύνηση και ανάδειξη του νόμου της ανισόμετρης ανάπτυξης και στην προσέγγιση του λεγόμενου αδύναμου κρίκου στην αλυσίδα της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας.
Αυτό πάλι με τη σειρά του ήταν αποτέλεσμα μιας επίμονης, συνεπούς και αναλυτικής ιδεολογικής αντιπαράθεσης με τη θεωρία του «υπεριμπεριαλισμού» του θεωρητικού «κεφαλιού» της Δεύτερης Διεθνούς, Κ. Κάουτσκι.
Δεν είναι καθόλου τυχαία η αντιπαραβολή του υπεριμπεριαλισμού του Κάουτσκι με τις αντίστοιχες θεωρίες «υπεριμπεριαλισμού» που κυριαρχούν στην πολιτική φιλολογία της εποχής μας. Είτε αυτές έχουν την μορφή του «ολοκληρωτικού καπιταλισμού», του «παγκόσμιου καταμερισμού εργασίας», της «παγκόσμιας αυτοκρατορίας» ή απόψεων που αδιάκριτα βαφτίζουν «ιμπεριαλιστικές» χώρες όπως η δική μας, αδυνατώντας να διακρίνουν το ουσιώδες από το επουσιώδες, το βαθύτερο από το επιφανειακό.
Φαίνεται ότι σε κάθε φάση ήττας και υποχώρησης το ιμπεριαλιστικό σύστημα ρίχνει πολύ βαριά τη «σκιά» του στη σκέψη της όποιας αριστεράς. Το ιμπεριαλιστικό σύστημα φαντάζει έτσι αρραγές και ενιαίο, χωρίς τις ουσιώδεις αντιφάσεις που επωάζουν και τελικά γεννούν τις επαναστάσεις που θα διαρρήξουν τελικά τις όχι απόλυτες συμμετρίες του.
Σήμερα αρκετοί, ανακαλύπτοντας τάχα την πυρίτιδα, λένε πως «ο Λένιν είχε προσδοκίες για ευρωπαϊκή ή και παγκόσμια επανάσταση», πως «η ρώσικη επανάσταση έμεινε (φευ!) μόνη» και περίπου νομοτελειακά οδηγήθηκε στην (κατ' αυτούς) «σταλινική διαστρέβλωση» και στην κατάρρευση.
Στην πραγματικότητα η Οκτωβριανή επανάσταση ακόμα και αν δεν επιβεβαιώθηκαν οι προσδοκίες για νίκη των ευρωπαϊκών επαναστάσεων (και είναι αλήθεια πως υπάρχουν αρκετά κείμενα του Λένιν που επικαλούνται αυτές τις επαναστατικές διεργασίες και την επερχόμενη νίκη) ήταν μία διεθνιστική επανάσταση. Αποτέλεσε το αποτέλεσμα μιας διεθνιστικής κινητοποίησης και μιας διεθνούς επαναστατικής έξαρσης.
Και δεν εννοούμε τόσο (το χρήσιμο και αναντικατάστατο) κύμα υποστήριξης της επανάστασης στις διάφορες χώρες του κόσμου. Τα πολεμικά πλοία για το «Ουκρανικό μέτωπο» που μπλοκάρονταν και δεν ξεφορτώνονταν στα λιμάνια της Γαλλίας και της Αγγλίας. Τις απεργίες υποστήριξης, την άρνηση στράτευσης στο «λευκό μέτωπο» των ιμπεριαλιστών (συχνά με την απειλή της φυλακής και της εκτέλεσης).
Εννοούμε κυρίως τα, σχεδόν ταυτόχρονα, επαναστατικά κινήματα που ξέσπασαν στη Γερμανία, Πολωνία, Ουγγαρία, Φιλανδία και έφτασαν μέχρι τις παρυφές του ευρωπαϊκού νότου (ο κομμουνιστής ηγέτης Γκράμσι έχει γράψει για το αντίστοιχο κίνημα των εργοστασιακών συμβουλίων στην Βόρεια Ιταλία). Τα επαναστατικά γεγονότα επέβαλλαν τη δική τους οικονομία δυνάμεων απέναντι στη... σπατάλη δυνάμεων των ιμπεριαλιστών.
Μπορεί οι ιμπεριαλιστές να κατέπνιξαν στο αίμα τις εξεγέρσεις, εξάντλησαν όμως το μένος τους στην εγχώρια καταστολή και έχασαν τη δυνατότητα να «ασχοληθούν» απερίσπαστα με το νέο εργατικό κράτος που εδραιωνόταν στα ανατολικά τους.
Πάνω απ' όλα, όμως, η Οχτωβριανή Επανάσταση ήταν ένα κίνημα διεθνιστικό γιατί απελευθέρωσε τις επαναστατικές δυνάμεις του προλεταριάτου και των λαών.
Οδήγησε στη δημιουργία της Τρίτης Διεθνούς, του νέου κέντρου της προλεταριακής επανάστασης, που οργάνωσε την πάλη των (νέων) κομμουνιστικών κομμάτων σε πιο προωθημένα πλαίσια.
Ακόμη και αν μερικές φορές ταυτίστηκε η ύπαρξη της Διεθνούς με τη Σοβιετική Ένωση, και όσο η ιστορική της αποτίμηση αποτελεί ένα ανοικτό ζήτημα για τους κομμουνιστές του σήμερα, δεν παύει η συνεισφορά της στη εξύψωση και εξάπλωση της παρέμβασης του κομμουνιστικού κινήματος στον κόσμο να αποτελεί γεγονός δεδομένο και αναμφισβήτητο (από όποια σκοπιά και να δει κανείς την ιστορία).
Και φυσικά πρωτόγνωρο ιστορικά παράδειγμα, σε τέτοια κλίμακα, για κίνημα καταπιεσμένων τάξεων.

Η «καθαρή» επανάσταση


Η Οκτωβριανή επανάσταση ήταν σαφώς από την άποψη των στόχων, των προοπτικών και των ταξικών επιδιώξεων η πιο καθαρή επανάσταση των καταπιεσμένων μαζών που υπήρξε, μέχρι τότε, στην παγκόσμια ιστορία.
Καθόλου όμως δεν σημαίνει κάτι τέτοιο πως οι διαδρομές που διέσχισε ήταν δεδομένες, και με αυτή την έννοια κάθε άλλο παρά «καθαρή» ήταν.
Η ήττα του κομμουνιστικού κινήματος, η διάψευση προσδοκιών που το συνόδευσε τρέφουν σήμερα θεωρητικές και πολιτικές προσεγγίσεις μιας «πούρας», τάχα 100% καθαρής κομμουνιστικής επανάστασης, που όσο δεν έρχεται (και δεν πρόκειται φυσικά να έρθει ως τέτοια) οι λύσεις αναζητούνται σε άλλες μαγικές συνταγές: στη «λαϊκή οικονομία», στις ποικίλες εκφράσεις θεωρίας των σταδίων από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό.
Από την άλλη μεριά, στο πλαίσιο υποτίθεται πιο ριζοσπαστικών προσεγγίσεων, υιοθετείται η λύση του «κομμουνισμού εδώ και τώρα» ή της εναλλακτικής κοινωνίας της «άμεσης δημοκρατίας», του «άλλου τρόπου ζωής», του «άλλου σχολείου» και πάει λέγοντας μέχρι τις «νησίδες αυτοέκφρασης» των διάφορων εκφάνσεων της σημερινής αναρχοαυτονομίας.
Το κληροδότημα της Οκτωβριανής επανάστασης, που έχει υποφέρει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο στα «χέρια» τέτοιων προσεγγίσεων, είναι η λεγόμενη «δυαδική εξουσία» των σοβιέτ. Ας γίνουμε πιο συγκεκριμένοι:
Η επανάσταση του Οχτώβρη ήταν μια ενιαία διαδικασία που ξεκίνησε με την επανάσταση του Φλεβάρη του 1917 που ανέτρεψε την τσαρική εξουσία. Μια επανάσταση με τις δικές της φυσικά ασυνέχειες.
Στην επανάσταση αυτή βρέθηκαν στο ίδιο μετερίζι οι δυνάμεις της αστικής τάξης (το κόμμα των καντέτ και οι δεξιοί μενσεβίκοι), της μικροαστικής δημοκρατίας του χωριού και της πόλης («αριστεροί» μενσεβίκοι και εσέροι) και του ένοπλου προλεταριάτου (μπολσεβίκοι). Τα φτωχά στρώματα της αγροτιάς εκφράζονταν από τους αριστερούς εσέ-ρους και άρχιζαν να προσχωρούν στους μπολσεβίκους μετά το σύνθημα «γη και ειρήνη» που αγκαλιάστηκε από πλατιά στρώματα λαού.
Το πέρασμα της επανάστασης σε νέα φάση σηματοδοτείται και αναγνωρίζεται στις λεγόμενες «θέσεις του Απρίλη», όπου ο Λένιν κάνει λόγο για την περίφημη «δυαδική εξουσία» των σοβιέτ από τη μια και της αστικής κυβέρνησης από την άλλη. Στη βάση αυτή ακούστηκε αργότερα και το «όλη εξουσία στα σοβιέτ».
Τα σοβιέτ δεν ήταν εφεύρημα των μπολσεβίκων ούτε καμίας άλλης τάσης του τότε ρώσικου σοσιαλιστικού κινήματος. Το πρελούδιο των σοβιέτ παρουσιάστηκε στην ανολοκλήρωτη αστικοδημοκρατική επανάσταση του 1905.
Τα σοβιέτ ήταν μορφές λαϊκής αυτοοργάνωσης και πάλης που «ανακαλύφτηκαν» από τις ίδιες τις αγωνιζόμενες λαϊκές μάζες στη φωτιά της πάλης, βασικά στους χώρους παραγωγής αλλά όχι μόνο.
Τέτοιες «ποικιλίες» μορφών λαϊκής αυτοοργάνωσης παρουσιάζονται συχνά μέσα από τις διαδικασίες των λαϊκών εξεγέρσεων (παράδειγμα πρόσφατο οι «διαρκείς λαϊκές συνελεύσεις» κατά την εξέγερση στη μεξικάνικη Οαχάκα).
Με αυτή την έννοια θα μπορούσαμε να πούμε ότι αποτελούν και τα έμβρυα μιας πρωτόλειας λαϊκής εξουσίας που αρχίζει να γεννιέται στους κόλπους της παλιάς (αποσυντιθέμενης κοινωνίας).
Με μια «μικρή» (σχήμα λόγου) προϋπόθεση: Πρέπει να τεθεί σε εύλογο χρονικό διάστημα το ζήτημα της κεντρικής εξουσίας για να μπορέσουν να ολοκληρώσουν την υπόστασή τους. Αυτό που έμεινε γνωστό πια στην πολιτική ιστορία με τη ρήση του Λένιν «ποιος, ποιον».
Τη μικρή «λεπτομέρεια» φυσικά αγνοούν οι προσεγγίσεις (μοντέρνες και... μεταμοντέρνες) στις οποίες προαναφερθήκαμε. Το αποτέλεσμα είναι να βλέπουν παντού «δυαδικές εξουσίες», ακόμα και μέσα στις ασφυκτικές συνθήκες κρατικής κυριαρχίας της αστικής εξουσίας. Και κάπου εκεί αρχίζουν οι περιπέτειες ιδεών...
Όπως θα δούμε παρακάτω, ο Λένιν δεν έμεινε στη μορφή, αλλά στην ουσία αυτών που αντιπροσώπευαν τα σοβιέτ. Γιατί αυτό το εύλογο χρονικό διάστημα δεν ήταν καθόλου... εύλογο και δεδομένο ούτε στην ίδια την Κεντρική Επιτροπή των μπολσεβίκων όπου υπήρξαν διαφωνίες για τη συνέχιση ή μη της επανάστασης και μέχρι ποιο όριο.
Η δυαδική εξουσία δε δέσμευσε τον Λένιν ως ιδεολογική θέση, αλλά ως πολιτική προσέγγιση. Πλησιάζοντας το φθινόπωρο του 1917 προτάσσει την κατάληψη της εξουσίας και το τσάκισμα της κληροδοτημένης από το τσαρικό καθεστώς κρατικής μηχανής ως τον απαραίτητο όρο για το προχώρημα της επανάστασης.
Το «όλη η εξουσία στα σοβιέτ» που άρχισε να ακούγεται στις ένοπλες (αλλά ειρηνικές) διαδηλώσεις του Ιούνη -Ιούνη, κινδύνευε να μείνει κενό από περιεχόμενο τον Οχτώβρη, καθώς τα αστικά και ρεφορμιστικά κόμματα εκμεταλλευόμενα και στηριζόμενα στον ευνοϊκό, γι' αυτούς, συσχετισμό και όσο παρέμενε ζωντανή η παλιά κρατική μηχανή, είχαν υπό μερικό έλεγχο τον κεντρικό μηχανισμό του πανρώσικου μηχανισμού των σοβιέτ. Υποχωρούσε βέβαια η επιρροή τους σταθερά στη βάση (κουρίες) και διευρυνόταν η αντίθεση βάσης-κεντρικού μηχανισμού των σοβιέτ. Εξαίρεση αποτελούσε η Πετρούπολη όπου οι Μπολσεβίκοι πλειοψηφούσαν.
Το καλοκαίρι του 1917 εκδηλώνεται ο επαναστατικός αναβρασμός των μαζών. Οι διαδηλώσεις απαγορεύονται από τα κεντρικά όργανα των σοβιέτ (πλην Πετρούπολης)! Οι μπολσεβίκοι φρονίμως ποιούντες και μη ρισκάροντας το αιματοκύλισμα των διαδηλώσεων καταφέρνουν να τις αποτρέψουν μέχρι να οργανωθεί το κίνημα καλύτερα, κόντρα πολλές φορές στις... παραδοσιακές αντιρρήσεις αναρχικών και αριστεριστών, που με το επιχείρημα της σύγκρουσης υπεράνω όλων επιμένουν να πραγματοποιηθούν.
Οι εραστές του «συγκρουσιακού κινήματος» και της ανάλογης λογικής πάντοτε υπήρχαν. Η διαφορά βρίσκεται στο ότι σε συνθήκες πραγματικής επαναστατικής σύγκρουσης και οργάνωσης είναι δύσκολο γι' αυτούς να επιβάλλουν το κλίμα τους.

Η εντεινόμενη εξαθλίωση των λαϊκών μαζών, η πείνα και ο συνεχιζόμενος πόλεμος, ενώ από τη μια ενίσχυαν σταθερά την επιρροή και την εκλογική δύναμη των μπολσεβίκων στα όργανα αυτά, από την άλλη αποτελούσαν τις καλύτερες συνθήκες για την καλλιέργεια ηττοπάθειας και υποχώρησης (είναι αυτή η διπλή φύση τη κοινωνικής εξαθλίωσης που δεν οδηγεί μόνο στην εξέγερση αλλά και στην υποταγή). Οι δύσκολες κοινωνικές συνθήκες, που έσπρωχναν δυναμικά και πλατιά τις λαϊκές μάζες στο προσκήνιο, αν δεν λυνόταν το «ποιος, ποιον», θα ήταν οι ίδιοι επαρκείς λόγοι που θα τις οδηγούσαν στο περιθώριο, αφήνοντας ανοικτό το δρόμο για τους «ειδήμονες - κηφήνες» της πολιτικής και καθ' ύλιν αρμόδιους της άρχουσας τάξης.
Αλλά ακόμα και αν δεν «πείθονταν» οι μάζες των εργατών και αγροτών να «αποσυρθούν» από την πολιτική σκηνή, οι δυνάμεις της αντεπανάστασης είχαν αρχίσει να ετοιμάζουν την απάντησή τους και τις «εναλλακτικές» τους λύσεις με το να επανεξοπλίζονται, να προκαλούν, να δολοφονούν και να ενισχύονται από τη διεθνή κεφαλαιοκρατία. Ήδη εκδηλώνονταν δοκιμαστικά στρατιωτικά πραξικοπήματα από τους ανατραπέντες μοναρχικούς και φιλομοναρχικούς κύκλους. Το ματοκύλισμα της Παρισινής Κομμούνας δεν άφηνε πολλές αυταπάτες για το τι θα επακολουθούσε. Η σύγκριση και οι ομοιότητες με ότι συμβαίνει στο Νεπάλ σήμερα δεν είναι καθόλου τυχαία.
Σήμερα επίσης, γράφονται και λέγονται, χωρίς να δίνεται λογαριασμός σε κανένα, πολλά περί «άμεσης δημοκρατίας», ενισχύοντας έναν τρόπο σκέψης που ρίχνει το βάρος στη μορφή και όχι στο περιεχόμενο (χαρακτηριστικό της μικροαστικής αντίληψης περί δημοκρατίας και συμμετοχής, όπου ως συμμετοχή εννοείται η επιβολή του εγώ του ηγέτη στην μάζα που αποτελεί το... άμεσο ακροατήριο του).
Με αυτή την έννοια δεν υπήρξαν ποτέ «καθαρά» και «ανόθευτα» σοβιέτ ως «καθαρές» και «ανόθευτες» μορφές πολιτικής λειτουργίας. Βέβαια κανένας δεν μπορεί να βάλει φραγμό στο δικαίωμα στην καθαρή φαντασία!
Ως απάντηση δίνουμε αυτό που έγραψε ο Γκράμσι από τα «τετράδια της φυλακής». Τα εργοστασιακά συμβούλια του εργατικού κινήματος του Τορίνο το 1920, όταν υποχώρησε η ευρωπαϊκή επανάσταση, αποτέλεσαν για τη οικογένεια Ανιέλι της Fiat το υλικό πάνω στο οποίο έστησαν τις εργοστασιακές επιτροπές της υποτιθέμενης «συνδιαχείρισης» για να υποσκάψουν και να αποδυναμώσουν τον κλαδικό και εργοστασιακό συνδικαλισμό με τον «εργοστασιακό συνεταιρισμό». Δίνοντας αρκετά καλές ιδέες στους ομογάλακτους ταξικά κεφαλαιοκράτες της Ευρώπης πολλά χρόνια αργότερα. Η μορφή ξεκομμένη από το περιεχόμενο αλλάζει και... μορφή!
Σύμφωνα με τους μικροαστικούς θιασώτες της «άμεσης δημοκρατίας» θα 'ταν καλύτερο να επιμείνουν οι λαϊκές μάζες στην άμεση δημοκρατία της δυαδικής εξουσίας, ενώ οι εκατονταρχίες της κεφαλαιοκρατίας θα συνέτριβαν και θα ματοκυλούσαν (και με τη συμμετοχή του άθικτου κρατικού μηχανισμού) την ανόθευτη και καθαρή άμεση δημοκρατία επανεγκαθιδρύοντας τη μοναδική εξουσίας της αστικής τάξης! Τα σοβιέτ όμως δεν ήταν αρκετό να πιέζουν την κεντρική κυβέρνηση να πάρει φιλεργατικά μέτρα και μέτρα προστασίας της επανάστασης. Έπρεπε να την ανατρέψουν!
Δε θα έπρεπε να προχωρήσει το «μπολσεβίκικο πραξικόπημα», ισχυρίζονται πολλοί «αριστεροί» ή μεταμελημένοι αριστεροί. Ακόμα απορούν πώς ένα όχι «100% πούρο κομμουνιστικό πρόγραμμα» αγκαλιάστηκε από τις μάζες των εργατών και αγροτών και πως με εκείνο το απλοϊκό «δουλειά, γη και ειρήνη» (συν το «όλη η εξουσία στα σοβιέτ) των μπολσεβίκων, καταλήφτηκαν τα χειμερινά -και κάθε είδους- ανάκτορα.
Οι ομοιότητες των πολιτικών συμπεριφορών (τηρουμένων φυσικά των μεγάλων πολιτικών και χρονικών αναλογιών) κατά τη διάρκεια του μεγάλου κινήματος της νεολαίας ενάντια στον Νόμο Πλαίσιο είναι χαρακτηριστικές...
Αφήνοντας τους ιστορικούς με τις απορίες τους, ας δούμε μέσα από τα δύο κείμενα ποιος έκανε την επανάσταση, ποιες συμμαχίες οικοδομήθηκαν, ποιες κατευθύνσεις δοκιμάστηκαν με γνώμονα τη συμμετοχή των μαζών στο κίνημα (όπως «διαβάζεται» από την προσέγγιση που εκθέτουμε το λεγόμενο ζήτημα της δημοκρατίας).

Οι εκλογές για τη Συντακτική Συνέλευση

Ο Λένιν με βάση τα στοιχεία που παρατίθενται στη συλλογή των «επαναστατών σοσιαλιστών» (εσέροι) για το αποτέλεσμα των εκλογών της 17ης Νοέμβρη, προσπαθεί να κάνει μια πολιτική ανάγνωση των αποτελεσμάτων αυτών και να τα αναλύσει από τη σκοπιά της αλλαγής των ταξικών συσχετισμών στη ρώσικη κοινωνία.
Το κόμμα των μπολσεβίκων πήρε 9,02 εκατ. ψήφους και ποσοστό 25%, τα κόμματα της μικροαστικής δημοκρατίας (εσέροι-μενσεβίκοι) 22,6 εκατ. και το 62% των ψήφων και τα κόμματα της αστικής τάξης (καντέτοι, τσιφλικάδες κλπ) 4,6 εκατ. και το 13% των ψήφων.
Ο Λένιν που γράφει αυτό το άρθρο το δεύτερο χρόνο της επανάστασης, και ενώ έχει προηγηθεί η ένοπλη επέμβαση του συνασπισμού της νικήτριας του πολέμου Αντάτ (Αγγλία, Γαλλία και οι ουρές τους όπως το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα που πήγε για το... νέο χρυσόμαλλο δέρας στην Ουκρανία), θέτει το ερώτημα: Πως γίνεται ένα κόμμα που αποτελεί το ένα τέταρτο του εκλογικού σώματος να πραγματοποιεί την επανάσταση και να αντιμετωπίζει νικηφόρα τον συνασπισμένο ιμπεριαλιστικό συφερτό;
Κάνοντας ένα ποιοτικό «διάβασμα» των αποτελεσμάτων, ο Λένιν διαπιστώνει ότι οι μπολσεβίκοι έχουν τη συντριπτική πλειοψηφία των ψήφων στις πρωτεύουσες και στα μεγάλα βιομηχανικά κέντρα, δηλαδή τη συντριπτική πλειοψηφία του προλεταριάτου.
Αποδίδει πρώτα απ' όλα το αποτέλεσμα αυτό στην αποφασιστικότητα των «μπολσεβίκικων στρατιών» να συντρίψουν και να καταρρακώσουν το ηθικό των ταξικών αντιπάλων και να ανυψώσουν αντίθετα το ηθικό και τη θέληση του επαναστατημένου προλεταριάτου. Ο Λένιν στο ίδιο άρθρο, κάνοντας επίκληση ακριβώς αυτού του στοιχείου, υπογραμμίζει το ψευδεπίγραφο και το ουτοπικό, να πιστεύει κανείς πως η ψηφοφορία που γίνεται υπό καθεστώς αστικής κυριαρχίας μπορεί να εκφράσει τις διαφοροποιήσεις στις διαθέσεις των λαϊκών μαζών. Υπογραμμίζει ακόμα το ρόλο του συσχετισμού δυνάμεων και πως η επανάσταση δεν μπορεί να περιμένει να πείσει εκλογικά την πλειοψηφία, αλλά αντίθετα επιβάλλεται να κατακτήσει την ηγεμονία «στα αποφασιστικά κέντρα δύναμης».
Χωρίς να σημαίνει πως κάτι τέτοιο αποτελεί μοντέλο για κάθε επανάσταση (π.χ. η κινέζικη επανάσταση σε άλλες κοινωνικές συνθήκες ακολούθησε διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης) εδώ κρατάμε το βασικό: η επαναστατική διαδικασία δεν είναι ένα ομαλό και ευθύγραμμο κοινοβουλευτικό παιχνίδι, ένα «κέντημα», αλλά μια πράξη «που μια τάξη ανατρέπει μια άλλη» όπως έλεγε και ο Μάο.
Εξηγείται έτσι το... ψυχολογικό παράδοξο των ημερών μας, να ψηφίζουν οι μάζες τα κόμματα που θα τους ψαλιδίσουν τα κοινωνικά δικαιώματα. Εξηγείται ακόμα η στάση των συνδικαλιστικών ηγεσιών να μεταφέρουν τις δικές τους ευθύνες αδράνειας στην περίφημη βάση. Εκεί ο στόχος είναι όχι το ανέβασμα, αλλά το θάψιμο του ηθικού για αντίσταση και πάλη. Και αυτό το πλαίσιο καλλιεργείται και... επιβεβαιώνεται με τις ψηφοφορίες.
Και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για ένα προσυμφωνημένο πλαίσιο υποταγής και υφαρπαγής της πραγματικής θέλησης των μαζών, που βέβαια όταν αυτό αμφισβητείται πραγματικά επιστρατεύονται (κυριολεκτικά!) και άλλες λύσεις. Όσο επιβάλλεται και δεν κινδυνεύει, όλοι μιλούν για το θρίαμβο των «δημοκρατικών διαδικασιών» και άλλοι -πιο «αριστεροί» τρομάρα τους- για τους λαούς ή κλάδους που «έχουν τους ηγέτες που του αξίζουν», ενώ κάποιοι ακόμα πιο «αριστεροί» ίσως διαπιστώνουν πως έχουν να κάνουν με «λάθος λαό».
Επίσης, ο Λένιν, αποδεικνύει αναλύοντας -πάντα- τα στοιχεία των εσέρων, πως «ο μισός στρατός τον Οχτώβρη - Νοέμβρη ήταν μπολσεβίκικος» (και όχι μόνο το ναυτικό όπως «παραδοσιακά» θεωρείται).
Προσπαθώντας να εξηγήσει την καθυστέρηση του χωριού απέναντι στην πόλη, παρατηρεί την αύξηση της δύναμης των μπολσεβίκων στην ύπαιθρο, αν και παραμένουν εκλογική μειοψηφία, και την αλλαγή διάθεσης των αγροτικών μαζών. Αυτές οδηγούνται σε εξεγέρσεις ενάντια στην κεντρική κυβέρνηση και τους εσέρους - μενσεβίκους ακριβώς στις περιοχές που οι αγροτικές μάζες γνώρισαν από πρώτο χέρι την πλειοψηφούσα υποτιθέμενη «νέα» διακυβέρνηση.
Αλλά και στις περιοχές που αγροτικές μάζες λόγω των επιτάξεων (ζώων, μέσων, χώρων) και των δελτίων τροφίμων είχαν στραφεί ενάντια στους μπολσεβίκους, που επιπλέον έθιξαν τα πατριωτικά αισθήματα της αγροτικής μάζας με το να υπογράψουν «ταπεινωτική» ανακωχή, τερματίζοντας, φυσικά, τον πόλεμο, ακόμη και εκεί η κατάσταση δείχνει να αλλάζει. Οι αγροτικές μάζες αρχίζουν να συγκρίνουν τις δύο εξουσίες και αυτό αντανακλάται στις εκλογές αντιπροσώπων στα σοβιέτ των εργατών και αγροτών, όπου οι υποστηρικτές του κυβερνητικού συνασπισμού αρχίζουν να χάνουν την πλειοψηφία.
Για να τις συγκρίνουν, όμως, τις δύο εξουσίες έπρεπε η μία τουλάχιστο (η επαναστατική) να γίνει βιώσιμη, να επιβληθεί απέναντι στην μέχρι τότε κυρίαρχη. Τίθεται ως στόχος ο προσεταιρισμός ή έστω η «ουδετεροποίηση» των αγροτικών μαζών.
Η αύξηση της δύναμης του μπολσεβίκικου κόμματος, που μέσα σε ένα διάστημα δύο χρόνων «φτάνει» τη δύναμή του σε 240.000 μέλη, αποτελεί ένα άλλο σοβαρό δείγμα μεταστροφής των μαζών Κάνουμε λόγο δηλαδή για τις δύο άλλες τομές της λενινιστικής στρατηγικής: 1) Το κόμμα νέου τύπου που οργανώνει τη θέληση δράσης της προλεταριακής πρωτοπορίας (που ήταν κάτι παραπάνω από τις ενώσεις κομμουνιστών και τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της πρώτης και δεύτερης διεθνούς). 2) Την εργατοαγροτική συμμαχία και την προσπάθεια αντιμετώπισης του εθνικού ζητήματος για τις καταπιεζόμενες εθνότητες, λαούς και «λαότητες» (ο όρος ανήκει στον Στάλιν) στην πάλαι ποτέ «φυλακή των ρώσικων και άλλων λαών». Και στους δύο τομείς μεγάλη ήταν και η συμβολή ενός στελέχους της επανάστασης που η προσφορά του αποσιωπείται   στην αρχή για να αμαυρωθεί στη συνέχεια. Και φυσικά εννοούμε τον Στάλιν...

Είναι ο ίδιος ο Λένιν αργότερα που θα διαπιστώσει την αποψίλωση του κόμματος από την εργατική τάξη. Την τάξη που ηρωικά κατέβαλλε το συντριπτικά μεγαλύτερο κόστος σε απώλειες ζωών. Θα διαπιστώσει την «πολιορκία» του κόμματος και του κράτους από τα μικροαστικά και αστικά στοιχεία, από τους ηττημένους (αλλά καθόλου αποδέκτες της ήττας τους) εσέρους και μενσεβίκους. Και θα εκθέσει τα καινούργια καθήκοντα της επανάστασης με το τέλος της πολιτικής του «εμπόλεμου κομμουνισμού» και το πέρασμα στη Νέα Οικονομική Πολιτική. Ανοίγοντας τον κύκλο των ζητημάτων που απασχόλησαν και την σταλινική καθοδήγηση.
Η επανάσταση πεισματικά υπεράσπιζε σταθερά την «ακάθαρτη» φύση της.

Για τα συνδικάτα

Παρεμβαίνοντας το 1920 (δύο φορές) στην θεωρητική (για τον Λένιν θεωρητικίστικη) συζήτηση σχετικά με τον ρόλο των συνδικάτων ο Λένιν (αλλά και ο Στάλιν και άλλοι μπολσεβίκοι ηγέτες) διαχωρίζεται από τις δύο πλατφόρμες, τόσο του Τρότσκι όσο και της Κολλοντάι.
Η πρώτη πλατφόρμα ζητάει τη συγχώνευση με το κράτος των συνδικάτων, την ουσιαστική κρατικοποίηση (ακόμα και την στρατιωτικοποίησή) τους και η δεύτερη ζητάει τα συνδικάτα, στη θέση των «γραφειοκρατικοποιημένων» σοβιέτ, να αναλάβουν άμεσα τον έλεγχο και τη διαχείριση της οικονομίας (δηλαδή πάλι την κρατικοποίηση τους).
Είναι χαρακτηριστικό ότι και οι δύο τάσεις «απαιτούν» ποινικές - πειθαρχικές ευθύνες και δικαστήρια για τα στελέχη που δεν κάνουν αποτελεσματική διαχείριση των οικονομικών ζητημάτων.
Φυσικά δε θα ασχοληθούμε με τα ζητήματα αυτά, αλλά κάνουμε την αναφορά για να αναδείξουμε ένα άλλο ζήτημα. Ο Λένιν ξεκινά με τη διαπίστωση πως το προλεταριάτο καθολικά δεν μπορεί να αναλάβει πλήρως την άσκηση της δικτατορίας του παρά μόνον η πρωτοπορία «που αφομοίωσε την επαναστατική δραστηριότητα της τάξης». Όμως ο σοσιαλισμός δεν είναι υπόθεση μόνον των πρωτοποριών! Πως θα τραβηχτεί η μάζα της τάξης στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού;
Ο Λένιν δεν πιστεύει πως κάτι τέτοιο μπορεί να λυθεί με διατάγματα και με αποφάσεις από τα πάνω στο όνομα των κάτω. Ούτε με θεωρητικές συζητήσεις, δήθεν αρχών, που δεν αντιμετωπίζουν στη ρίζα του και πρακτικά το ζήτημα. Διαπιστώνει πως το εργατικό κράτος «δεν είναι ακριβώς εργατικό». Ξεκαθαρίζει πως όταν μιλά για το «πλησίασμα της μάζας» και τη «μεταβίβαση της δουλειάς» προς τα κάτω «δεν εννοεί ακριβώς τον κρατικό μηχανισμό» και όσο αφορά τις μάζες θα πρέπει πριν την πειθαρχία και τον εξαναγκασμό «να δίνεται προτεραιότητα στην πειθώ».
Απαύγασμα όλων αυτών είναι η θέση πως όσο αφορά «το καθολικά οργανωμένο προλεταριάτο πρέπει να χρησιμοποιούμε τις εργατικές αυτές οργανώσεις για να υπερασπίζουμε τους εργάτες από το κράτος τους και για να υπερασπίζουν οι εργάτες το κράτος μας».
Τα εργατικά συνδικάτα πρέπει για τον Λένιν (προκειμένου να διαφυλαχτούν από το ίδιο τους το κράτος!) να παραμείνουν ανεξάρτητα από το κράτος και να γίνουν «σχολείο κομμουνισμού». Θεσμοί και μηχανισμοί όπου η τάξη θα εκπαιδευτεί στη συμμετοχή της στην οικονομική, πολιτιστική ζωή και θα μελετά την πείρα της σοσιαλιστική οικοδόμησης.
Το τράβηγμα της μάζας δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο μέσα από την πολύπλευρη εξύψωσή της. Αλλιώς με διοικητικές μεθόδους και συγχωνεύσεις θα ξεφύγει το έργο αυτό από τη δική της αρμοδιότητα.
Προτείνει να ακούσουν όλοι την πλατφόρμα για τα «παραγωγικά καθήκοντα των συνδικάτων» ενός απλού συνδικαλιστή της μάζας του «σ. Ρουτζουτάκ» και χαρακτηρίζει ανόητο τον εαυτό του που δεν πρόσεξε νωρίτερα αυτή την τοποθέτηση.
Ενός απλού -νέου στην ηλικία- εργατικού στελέχους που η αδυναμία του είναι ότι «δεν ξέρει να τα λέει φωναχτά, επιβλητικά και ωραία» (όπως η «διαβασμένη» μπολσεβίκικη διανόηση) και από τον οποίο η ηγεσία «πρέπει να πάρει μαθήματα».
Σε κατοπινή αναφορά («Πάλι για το ζήτημα των συνδικάτων»), ο Λένιν θεωρεί ένα από τα τρία... θανάσιμα αμαρτήματα των κομμουνιστών την «κομμουνιστική υπεροψία».
Στην πρόταση του Ρουτζουτάκ προτείνεται η συγκεκριμένη μελέτη της συγκεκριμένης πείρας τής μέχρι τότε οικοδόμησης του σοσιαλισμού όχι σε «πλατιές συνελεύσεις» όπου οι μόνοι που κυριαρχούν είναι οι τεχνοκράτες του κόμματος και τα στελέχη της θεωρητικής δουλειάς, αλλά «στις επιτροπές βάσης των συνδικάτων», όπου εκεί, σύμφωνα με τον Λένιν, ασκείται η εργατική μάζα στην τεχνική και τη γνώση της διεύθυνσης.
Αυτό εξ' άλλου ήταν και το επίδικο ζήτημα, το «στοίχημα» της επανάστασης.

Γιατί δεν μπορεί να γραφτεί επίλογος...

Η Οχτωβριανή επανάσταση ήταν η προλεταριακή επανάσταση του προηγούμενου αιώνα που άνοιξε στην εποχή του ιμπεριαλισμού τον κύκλο των προλεταριακών επαναστάσεων, που με την μια ή την άλλη -όχι «αμόλυντη και καθαρή»- μορφή καθοδήγησε η εργατική τάξη στον αιώνα που πέρασε.
Η απουσία της εργατικής ηγεμονίας από τα σημερινά λαϊκά και επαναστατικά κινήματα εξηγεί και τον ανολοκλήρωτο χαρακτήρα τους και όχι η ποικιλομορφία τους και οι ατέλειές τους, που πάντα υπήρχαν και θα υπάρχουν όσο εξελίσσεται η ταξική πάλη σε διαφορετικούς γεωγραφικούς χώρους και πολιτικούς συσχετισμούς της πραγματικής (και όχι επιθυμητής) ζωής. Εξ' άλλου η επανάσταση είναι έργο των μαζών και «τέκνο της ανάγκης» και όχι δημιούργημα κάποιων εγκεφάλων (αν και είναι αλήθεια πως απαιτεί πολλούς... εγκεφάλους να δουλεύουν).
Κατέδειξε πως απαραίτητη προϋπόθεση αυτής της διαδικασίας και ανεξάρτητα από τους συγκεκριμένους δρόμους που θα ακολουθήσει σε κάθε χώρα, είναι η οργάνωση της εργατικής πρωτοπορίας σε ένα κόμμα «νέου τύπου» που θα αναλάβει να οργανώσει, να καθοδηγήσει και να εκφράσει την ενιαία θέληση της τάξης.
Απόδειξε πως μπορεί η εργατική τάξη με τους συμμάχους της να πάρει την εξουσία, να την υπερασπιστεί απέναντι σε μια θάλασσα εχθρών και να την κρατήσει.
Απόδειξε πως η επανάσταση, σπάζοντας τον αδύνατο κρίκο της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας, έχει τη δύναμη να αφυπνίσει τη θάλασσα των καταπιεζόμενων μαζών σε ολόκληρο τον κόσμο, να εμπνεύσει, να παραδειγματίσει και να συνεγείρει τις επαναστατικές τους διαθέσεις ότι μπορούν (αυτό που λείπει από τη σημερινή περίοδο)...
Να σπάσει την ιμπεριαλιστική περικύκλωση και να «βρεθούν αυτοί που περικυκλώνουν περικυκλωμένοι οι ίδιοι» (όπως έλεγε ο Μάο).
Ανάγκασε το ιμπεριαλιστικό σύστημα να ανακόψει την επέκτασή του και να υποχρεωθεί σε παραχωρήσεις δικαιωμάτων, κατακτήσεων μπροστά στον κίνδυνο να τα χάσει όλα και να βρεθεί ιδεολογικά στη θέση του απολογούμενου. Σήμερα βέβαια όλα αυτά ανατράπηκαν ή ανατρέπονται, γι' αυτό και έχουμε τα πρώτα δείγματα σοβαρής αφύπνισης των λαών.
Το σπουδαιότερο απ' όλα, έκανε την ανθρώπινη ιστορία έργο της συνειδητής παρέμβασης των μαζών.
Ξεπέρασε και ξεσκέπασε την απατηλή φιλολογία και προπαγάνδα για τους αστικούς θεσμούς και την ουδετερότητα της «δημοκρατίας», που είναι μια συγκαλυμμένη αστική δικτατορία.
Έθεσε το ζήτημα στην πραγματική του βάση, πως η οικοδόμηση μιας άλλης κοινωνίας πρέπει να στηρίζεται στην πιο... δημοκρατική δικτατορία που εμφανίστηκε ποτέ στην ανθρώπινη ιστορία, αυτή της δικτατορίας του προλεταριάτου και των συμμάχων του.
Στην υποχώρηση της δικής τους συμμετοχής και στο αδυνάτισμα της δικής τους «αρμοδιότητας» οφείλουν οι σημερινές επαναστατικές απόπειρες να αναζητήσουν και τις αιτίες της υποχώρησης του σοσιαλισμού.
Συνεπώς η Οχτωβριανή επανάσταση μπορεί να έγινε 90 χρόνια πριν, αλλά η συζήτηση για τον Κόκκινο Οχτώβρη μας πάει... αρκετά μετά, στις μελλούμενες επαναστατικές θύελλες που θα βρίσκουν πάντα γόνιμο και πρόσφορο πλαίσιο αναφοράς σε αυτήν.

Τα βασικά χαρακτηριστικά της εποχής μας σαν εποχή του ιμπεριαλισμού και των προλεταριακών επαναστάσεων... αναβαθμίζονται, εξ' άλλου, από την τυφλή επίθεση ενός συστήματος που δημιουργεί το αντίπαλο δέος του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου