Η ονομασία του ιστολογίου είναι ο τίτλος του βιβλίου του Βασίλη Σαμαρά "1917-1953, Η ιστορία διδάσκει και εμπνέει"

Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2015

Η αντιπαράθεση γραμμών που οδήγησε στην εξέγερση

Αφιέρωμα στη Προλεταρική Σημαία αρ.φύλ. 489, 15-11-2003

30 χρόνια μετά τη μεγαλειώδη εξέγερση του Πολυτεχνείου οι δυνάμεις του συστήματος αλλά και του ρεφορμισμού προσπαθούν να σβήσουν από τις σελίδες της Ιστορίας τα γεγονότα εκείνου του τριημέρου. Στα κάγκελα της Πατησίων δεν είχαν ανέβει απλώς κάποιοι ρομαντικοί φοιτητές παλεύοντας για μια αόριστη δημοκρατία. Τις τρεις εκείνες μέρες ο λαός, οι εργάτες και η νεολαία της χώρας πάλεψαν με όλες τους τις δυνάμεις ενάντια στο αμερικανοστήριχτο φασιστικό καθεστώς, ενάντια στον ιμπεριαλισμό και την εξάρτηση. Βροντοφώναξαν για εθνική ανεξαρτησία και λαϊκή κυριαρχία, κόντρα σε όσους προσπαθούσαν να αποστειρώσουν το κίνημα και τις μάζες από τους πραγματικούς τους πόθους.

Η γραμμή της «φιλελευθερoπoίησnς»
Η πετρελαϊκή κρίση το 1973 ήταν η κορύφωση της παγκόσμιας κρίσης και τα σημάδια της αποτυπώθηκαν και στην Ελλάδα. Με το ξεπούλημα της χώρας στους ιμπεριαλιστές καθ' όλη τη διάρκεια της χούντας, οι επιπτώσεις της κρίσης ήταν ολέθριες. Το κόστος ζωής ήταν απαγορευτικό για την πλειοψηφία του λαού, ενώ η επισημοποίηση της μαύρης αγοράς διόγκωσε τα προβλήματα.
Επιπλέον, η δυσαρέσκεια του λαού και η φανερή οργή του απέναντι στο αμερικανόδουλο καθεστώς, που για εξίμισι χρόνια τρομοκρατούσε και καταπίεζε τον λαό, εκφραζόταν συχνά στα ξεσπάσματα του κινήματος και στο δυνάμωμα των αντιστάσεών του. Οι κομμουνιστικές ιδέες άρχιζαν να διαδίδονται στο λαό και τη νεολαία, ενώ συχνά οι κινητοποιήσεις έπαιρναν αντιφασιστικό-αντιιμπεριαλιστικό χαρακτήρα. Ταυτόχρονα, μερίδες της αστικής τάξης δυσανασχετούσαν και απομακρύνονταν από τους στρατιωτικούς.
Τα παραπάνω γεγονότα έφεραν σε αδιέξοδο το στρατιωτικό καθεστώς. Οι Αμερικάνοι ήθελαν να δώσουν λύση σε μια κατάσταση που δεν τους εξυπηρετούσε. Έτσι, το καλοκαίρι του 1972 διόρισαν Πρωθυπουργό στην Ελλάδα τον Μαρκεζίνη με βασικό στόχο να οδηγήσει τη χώρα στη «φιλελευθεροποίηση». Να δώσει, δηλαδή, κάποιες στοιχειώδεις ελευθερίες στο λαό, ώστε να κατευναστούν οι αντιδράσεις. Επιπλέον, να οικοδομήσει συμμαχίες με τον αστικό πολιτικό κόσμο, ώστε να ισχυροποιήσει την κυριαρχία του καθεστώτος.
Ο αστικός πολιτικός κόσμος είδε στη νέα αυτή φάση τη δυνατότητά του να επιστρέψει στο πολιτικό προσκήνιο. Αντίστοιχα, όμως, τα κόμματα του ρεβιζιονισμού, το ΚΚΕ και το ΚΚΕ εσωτερικού, επίσης είδαν στη «φιλελευθεροποίηση» μια ευκαιρία ομαλής λύσης και μια επόμενη μέρα που ενδεχομένως θα εξασφάλιζε και τη δική τους συμμετοχή στο πολιτικό σκηνικό. Οι προτάσεις για «οικουμενική ενότητα» έδιναν κι έπαιρναν, ενώ πρόκριναν την ομαλότητα απέναντι στις αγωνιστικές διαθέσεις του λαού.

«Φιλελευθεροποίηση» στην Παιδεία
Η νέα γραμμή της Ουάσινγκτον βρήκε την έκφρασή της στα νέα μέτρα για την Παιδεία. Ο Υπουργός Παιδείας Σιφναίος ανακοίνωσε την επιστροφή από το στρατό των συνδικαλιστών φοιτητών των οποίων οι αναβολές είχαν διακοπεί λόγω της πολιτικής τους δράσης, και τη διεξαγωγή φοιτητικών εκλογών το Φλεβάρη του 1974 που θα διοργάνωναν αριστούχοι φοιτητές.
Η πλειοψηφία του φοιτητικού κόσμου απέρριψε τα μέτρα του Σιφναίου για τις φοιτητικές εκλογές και τον «Καταστατικό Χάρτη» για την παιδεία. Οι ρεφορμιστές της Αντι-ΕΦΕΕ (Α-Ε) και του Ρήγα Φεραίου (ΡΦ), μακριά από τις διαθέσεις της νεολαίας, έσπευσαν να καταστρώσουν τους δικούς τους χάρτες και να διαμορφώσουν προτάσεις διαλόγου με το φασιστικό καθεστώς, ενώ πάσχιζαν να κατευνάσουν τα πνεύματα κάθε φορά που οι κινητοποιήσεις ξέφευγαν από τη φασιστική νομιμότητα.

Η πάλη δύο γραμμών στις τρεις μέρες της εξέγερσης
Η γραμμή που υποστήριζαν οι ρεφορμιστές της Α-Ε και του ΡΦ ήταν η συμβιβασμένη αντίληψη που δεν ήθελε να έρθει σε ρήξη με το «νόμιμο» πλαίσιο που διαμόρφωνε η «φιλελευθεροποίηση». Α-Ε και ΡΦ ήθελαν να εκμεταλλευτούν κάθε «νόμιμη» δυνατότητα που τους δινόταν.
Η αγωνιστικότητα των μαζών χάλαγε τα σχέδια των δύο ΚΚΕ. Έβαζε σε κίνδυνο την ηρεμία του πολιτικού σκηνικού και απομάκρυνε τα σχέδια παρέμβασης του ρεφορμισμού για εξασφάλιση ενός άλλου ρόλου στην κοινοβουλευτική δημοκρατία που… θα ερχόταν. Η κατά μέτωπο αντιπαράθεση, για την οποία ο λαός και η νεολαία είχαν δείξει τις θετικές διαθέσεις τους, «χάλαγε τη σούπα» των διαπραγματεύσεων του ρεφορμισμού, της συμμετοχής τους στο πολιτικό παιχνίδι και τα παζάρια των αστικών κομμάτων για επιστροφή στην προηγούμενη κατάσταση.
Η πάλη του λαού, όμως, δεν ήταν προσανατολισμένη στην επιστροφή στην κατάσταση πριν τη χούντα, στο καθεστώς του αντικομουνισμού, της κρατικής τρομοκρατίας και του σκυψίματος της μέσης στους Αμερικάνους. Ήταν προσανατολισμένη στις αιτίες που γέννησαν αυτό το καθεστώς και την ίδια τη χούντα, δηλαδή στην ιμπεριαλιστική κυριαρχία και την εκμετάλλευση. Και αυτός ο προσανατολισμός δε χωρούσε στα σχέδια των ρεφορμιστικών ΚΚΕ.
Απέναντι στη συμβιβαστική λογική υπήρχε εκείνη που αφουγκραζόταν τις διαθέσεις των μαζών, εκείνη που υπηρέτησαν οι δυνάμεις της επαναστατική ς Αριστεράς όπως η ΠΠΣΠ, η ΑΑΣΠΕ και άλλες. Ήταν οι δυνάμεις που από την αρχή είχαν την πολιτική άποψη και βούληση να εκφράσουν την αγωνιστικότητα του λαού και της νεολαίας. Έδωσαν μάχη για την υπεράσπιση του συνεπούς αντιφασιστικού-αντιιμπεριαλιστικού προσανατολισμού του κινήματος, συνειδητοποιώντας ότι η γραμμή της «φιλελευθεροποίησης» δεν ήταν παρά ελιγμός του καθεστώτος για να βγει από τα δικά του αδιέξοδα. Πάλεψαν για να αποκαλύψουν στα μάτια της νεολαίας τους ψεύτικους φίλους του κινήματος και να αναδείξουν τις δυνατότητες της πάλης του.
Οι δυο γραμμές έγιναν καθαρές. Αγώνας και σύγκρουση με τη χούντα ή προσαρμογή στη νομιμότητά της; Πάλη ενάντια στους ιμπεριαλιστές που τη στηρίζουν ή ανοχή της κυριαρχίας τους; Πάλη ενάντια στα αστικά κόμματα που ήταν έτοιμα να αναλάβουν πάλι τις τύχες της χώρας υπό την καθοδήγηση των Αμερικάνων, ή σύμπλευση μαζί τους ή και με το βασιλιά για την «αποκατάσταση της δημοκρατίας»; Τελικά, πάλη ενάντια στο σύστημα με στόχο την ανατροπή του, ή συμβιβασμός και βόλεμα στα πλαίσιά του;

Πώς εκφράστηκαν στην πράξη οι δύο γραμμές
Στη συνέλευση της Νομικής την Τετάρτη 14/11 φτάνει η είδηση .ότι ξεκίνησαν συγκρούσεις στο Πολυτεχνείο. Οι δυνάμεις της επαναστατικής Αριστεράς προτείνουν διακοπή της διαδικασίας και διαδήλωση μέχρι το Πολυτεχνείο. «Στελέχη της Αντι-ΕΦΕΕ (ακολουθώντας τη γραμμή αποφυγής απρογραμμάτιστων ενεργειών) αντιτάσσονται και για μια στιγμή καταφέρνουν να συνεχιστεί η συγκέντρωση.» (Έκθεση της ΚΕ του ΚΚΕ, 1976). Η πορεία που τελικά συγκροτείται από περίπου 1.500 φοιτητές, αποτελεί για την ΑΕ προβοκάτσια για να διαλυθούν οι συνελεύσεις. Το Γενάρη του ‘74 στο 80 Φύλλο της «Πανσπουδαστικής», εφημερίδας της Α-Ε, αναφέρεται: «Σαν υπεύθυνη Συντονιστική Επιτροπή Αγώνα του Πολυτεχνείου καταγγέλλουμε σ’ όλο το σπουδαστικό κόσμο, τη νεολαία και το λαό τις αφηνιασμένες προσπάθειες της χουντικής ΚΥΠ και των πληρωμένων πραχτόρων της να διαστρέψουν από την αρχή της μεγαλειώδικης εκδήλωσής μας του Πολυτεχνείου, την πορεία και το περιεχόμενό της. Καταγγέλλουμε την προσχεδιασμένη εισβολή στο χώρο του Πολυτεχνείου την Τετάρτη, 14 του Νοέμβρη 350 περίπου οργανωμένων πραχτόρων της ΚΥΠ, σύμφωνα με το προβοκατόρικο σχέδιο των Ρουφογάλη - Καραγιαννόπουλου, με βάση τις εντολές του παραμερισμένου τώρα τέως πρωτοδικτάτορα Παπαδόπουλου και της αμερικάνικης ΣΙΑ, με σκοπό να προβάλουν με κάθε μέσο τραμπουκισμού και προβοκάτσιας γελοία και αναρχικά συνθήματα και συνθήματα που δεν εκφράζανε τη στιγμή και τις συγκεκριμένες δυνάμεις. [...]» Τα… «αναρχικά» συνθήματα που «δεν έκφραζαν τη στιγμή», ήταν η απαίτηση του λαού και της νεολαίας για εθνική ανεξαρτησία, ήταν συνθήματα ενάντια στη φασιστική χούντα, τον ιμπεριαλισμό και τα ντόπια στηρίγματά του. Οι 350 πράκτορες, ήταν οι εκατοντάδες διαδηλωτές που ξεκίνησαν από τη Νομική όπου έδωσαν μάχη κόντρα στην άποψη της Αντι-ΕΦΕ και του Ρήγα Φεραίου για περιορισμό των αιτημάτων στα εκπαιδευτικά ζητήματα και κατέληξαν στο πολυτεχνείο. Όσο για την «υπεύθυνη Συντονιστική Επιτροπή», τα περισσότερα μέλη της βρίσκονταν τότε στην παρανομία…
Μέχρι και την Παρασκευή 16/11, η Α-Ε και ο ΡΦ έβαζαν το ζήτημα της «απαγκίστρωσης», όπως είχαν κάνει και το Φλεβάρη στην κατάληψη της Νομικής. Πρόκριναν δηλαδή το σταμάτημα της κατάληψης και την εκκένωση του Πολυτεχνείου. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι την Τετάρτη 14/11 το βράδυ αποχώρησαν από το Πολυτεχνείο και επέστρεψαν το πρωί της Πέμπτης για να «επανεκτιμήσουν την κατάσταση»: «Δυο μέλη του Γραφείου του ΚΣ της ΚΝΕ την Πέμπτη το πρωί εξέτασαν τα γεγονότα επιτόπου, έκαναν τις πρώτες εκτιμήσεις και κατέληξαν στα μέτρα που έπρεπε. να παρθούν […] Εκτιμήθηκε ότι πρόκειται για μια ανεύθυνη και βιαστική κίνηση με έντονο αριστερίστικο στοιχείο που ήταν, ως ένα βαθμό, έξω από τη γραμμή της οργάνωσης. Παίρνοντας υπόψη τη γραμμή της Οργάνωσης οι δυο καθοδηγητές της ΚΝΕ περιορίστηκαν κυρίως στο πώς θα ελεγχθεί η κατάσταση με σκοπό την απαγκίστρωση». Και παρακάτω: «Αν παίρνονταν ορισμένα βασικά οργανωτικά μέτρα και αξιοποιούνταν η ΣΕ και τα μέσα που διέθετε, τότε θα μπορούσε να δοθεί πιο σωστός προσανατολισμός στην κατάληψη και θα ήταν δυνατή μια πετυχημένη, συντεταγμένη υποχώρηση». (Έκθεση της ΚΕ του ΚΚΕ το 1976)
Τα ίδια τους τα γραπτά τα αναιρούν σήμερα, στο αφιέρωμα του τελευταίου «Οδηγητή» για τα φετινά 30χρονα της εξέγερσης: «την Πέμπτη το πρωί είχε πέσει κάπως ο ενθουσιασμός, όμως τις επόμενες ώρες το κλίμα αντιστρέφεται. καθώς μετά από κατεύθυνση των δυνάμεων της ΚΝΕ και του ΚΚΕ, η λαϊκή συμπαράσταση φουντώνει απότομα.» («Οδηγητής», Νοέμβρης 2003).
Στις ολονύχτιες γενικές συνελεύσεις της Πέμπτης 15/11 η αντιπαράθεση κορυφώθηκε. Σε αυτές ο αγώνας πήρε τον αντιφασιστικό-αντιιμπεριαλιστικό του χαρακτήρα που τον έκανε τόσο μεγαλειώδη και μαζικοποιήθηκε χάρη στις αγωνιστικές διαθέσεις του κόσμου που είχε ήδη ξεπεράσει τις ρεφορμιστικές ηγεσίες. Ο λαός και η νεολαία ήταν αποφασισμένοι να συγκρουστούν με τη σιδερόφραχτη χούντα για την αποδέσμευση της χώρας από τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, για λευτεριά και λαϊκή κυριαρχία.

Το Πολυτεχνείο ζει και θα νικήσει!
Σήμερα, όλοι αυτοί που εμφανίζονται τιμητές της εξέγερσης, εκείνες τις μέρες έκαναν τα πάντα για να μην γίνει το Πολυτεχνείο. Οι δυνάμεις του ρεφορμισμού πολέμησαν την εξέγερση γιατί πολέμησαν τον αντιιμπεριαλιστικό προσανατολισμό της. Αν είχαν επικρατήσει στις συνειδήσεις του λαού και της νεολαίας, δεν θα είχε γίνει το Πολυτεχνείο.
Οι αγωνιστές του Νοέμβρη με την πάλη τους ενάντια στους πάνοπλους φασίστες και τους Αμερικάνους ιμπεριαλιστές, έγραψαν χρυσές σελίδες στην ιστορία του κινήματος της χώρας μας. Κι αυτές οι σελίδες μένουν να συμπληρωθούν από τους νέους νικηφόρους αγώνες που θα ‘ρθουν! Οι στόχοι της εξέγερσης δεν εκπληρώθηκαν ακόμη. Απέναντι στον ιμπεριαλισμό και τον πόλεμο, απέναντι στην εξάρτηση, ο λαός και η νεολαία θα παλέψουν και θα νικήσουν!

30 χρόνια στα δεσμά μιας «νέου» τύπου εξάρτησης από ΗΠΑ-ΕΕ (ΕΟΚ)
Ιδιαίτερα έντονα τα τελευταία χρόνια το ΠΑΣοκ, ως βασικός εκφραστής των συμφερόντων της άρχουσας τάξης, διατυμπανίζει σε όλους τους τόνους ότι η Ελλάδα έχει αλλάξει μέσα σ’ αυτά τα 30 χρόνια. Και μάλιστα ισχυρίζεται ότι έχουμε να κάνουμε με μια ριζική αλλαγή.
Η Ελλάδα, σύμφωνα με την κυβέρνηση, δεν είναι πλέον μια μπανανία παλαιού τύπου. Είναι μια χώρα αναπτυγμένη. Μια χώρα που έχει δική της πολιτική και φωνή. Είναι μια χώρα ισχυρή και περήφανη. Μια χώρα που έχει βελτιώσει το επίπεδο ζωής των πολιτών της. Μια χώρα που έχει εκσυγχρονιστεί σε καινούριες βάσεις. Που έχει κάνει άλματα και έχει αφήσει πίσω της μια σειρά γειτονικές χώρες. Μια σειρά χώρες που παλαιότερες δεκαετίες βρίσκονταν πιο μπροστά απ’ αυτήν. Μια χώρα που εξασφαλίζει ειρήνη, ευημερία και ησυχία για τους πολίτες της. Μια χώρα που οι πολιτικοί της δεν είναι πλέον φερέφωνα των ιμπεριαλιστών. Δεν είναι πλέον υποτακτικοί των συμφερόντων των ισχυρών χωρών.
Σ’ ένα σημαντικό βαθμό, τα ίδια ισχυρίζεται και η ΝΔ ανεξάρτητα αν η μακροχρόνια θητεία της στην αντιπολίτευση την αναγκάζει ορισμένες φορές να μετριάσει τους τόνους ή και επιλεκτικά για πολιτικάντικους λόγους, ν’ αμφισβητεί τις «επιτυχίες» που η κυβέρνηση αναγνωρίζει.
Άλλωστε δεν είναι λίγες οι φορές που η ΝΔ διεκδικεί μερίδιο σ’ αυτή την εικόνα που πλασάρεται για τη χώρα, μνημονεύοντας ιδιαίτερα την πολιτική του ιδρυτή της Κωνσταντίνου Καραμανλή, τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, μέχρι το 1980. Ούτε πρέπει να μας διαφεύγει ότι πίσω και δίπλα απ’ τους κατά καιρούς ανεβασμένους αντιπολιτευτικούς τόνους, η ΝΔ ισχυρίζεται ότι η σημερινή εικόνα της χώρας είναι αποτέλεσμα της δικής της πολιτικής και φιλοσοφίας την οποία τελικά ιδιαίτερα επί Σημίτη, άλλά και επί Παπανδρέου αναγκάστηκε να υιοθετήσει το ΠΑΣοκ.
Πόσο όμως όλα αυτά, που σύμφωνα με τους κρατούντες συνθέτουν τη σημερινή εικόνα της χώρας, έχουν σχέση με την πραγματικότητα; Φυσικά οι πιο «αρμόδιες» να μιλήσουν γι’ αυτό είναι οι λαϊκές μάζες, που κατοικούν σ’ αυτό τον τόπο. Είτε γεννήθηκάν εδώ, είτε αποτελούν τους παλιότερους πρόσφυγες, είτε είναι οι πιο σύγχρονοι μετανάστες. Όπως γίνεται βέβαια αντιληπτό, εδώ γίνεται και η μεγαλύτερη σπέκουλα, η μεγαλύτερη λαθροχειρία. Οι ποικιλώνυμοι παράγοντες του πλουτοκρατικού κατεστημένου, οι πολιτικοί τους εκφραστές, εκμεταλλευόμενοι την υποχώρησή του μαζικού λαϊκού κινήματος, τη διάλυση του εργατικού κινήματος, τον αφοπλισμό του αντιιμπεριαλιστικού κινήματος για δεκαετίες χρησιμοποιούν τα δικά τους μέτρα και σταθμά όταν δήθεν αφουγκράζονται και αποτυπώνουν τις λαϊκές διαθέσεις, όταν ερμηνεύουν το λεγόμενο λαϊκό αίσθημα. Ουσιαστικά πατάνε πάνω σε μια πραγματικότητα, όπου ουσιαστικά έχουν χτυπηθεί ή και αφαιρεθεί όλα τα ουσιαστικά μέσα έκφρασης της πραγματικής λαϊκής θέλησης και διάθεσης. Και απέναντι σ’ όσους αμφισβητούν την πολιτική της άρχουσας τάξης και την ψεύτικη εικόνα που θέλει να καλλιεργήσει για τη χώρα περνάνε στην επίθεση. Τους κατηγορούν ότι καταστροφολογούν. Ότι δεν θέλουν ν’ αναγνωρίσουν τις επιτυχίες γιατί δήθεν έτσι χάνουν το λόγο ύπαρξής τους. Οι επιθέσεις ενάντια στην Αριστερά και τους κομμουνιστές, στις ιδέες τους, στις πρακτικές τους, όλα αυτά τα χρόνια έπαιρναν και έδιναν.
Μόνιμο μοτίβο, της επίθεσης, πέραν των ακραίων εκφράσεών της που δεν ήταν αμελητέες, είναι το σλόγκαν ότι ο λαός απορρίπτει και δεν ενστερνίζεται τα οράματα και τους στόχους του αριστερού κινήματος. Τα όπλα που χρησιμοποιούσαν και χρησιμοποιούν ήταν τα εκλογικά αποτελέσματα, που δήθεν νομιμοποιούσαν την πολιτική του συστήματος. Στα μεσoδιαστήματα επιστρατεύονταν τα κατά παραγγελία γκάλοπ. Μόνιμα ακούγονταν οι θεωρίες για μειοψηφίες που είναι αποκομμένες απ’ τις μάζες.
Είναι γεγονός ότι το σύστημα σ’ αυτή του την επίθεση είχε τις επιτυχίες του. Εκεί όμως που συγκριτικά ,πέτυχε τα λιγότερα ήταν στο να πείσει τον ελληνικό λαό ότι η χώρα μας έπαψε να 'ναι εξαρτημένη από τον ιμπεριαλισμό και υποταγμένη επί της ουσίας στην πολιτική του.
Θα λέγαμε μάλιστα χωρίς καμία διάθεση υπερβολής ότι «ο κόσμος το ‘χε τούμπανο και η άρχουσα τάξη κρυφό καμάρι». Με μια έννοια, ουσιαστικά ποτέ όλα αυτά τα χρόνια η άρχουσα τάξη δεν αρνήθηκε το γεγονός ότι ήταν και παραμένει εξαρτημένη απ' τον ιμπεριαλισμό. Άσχετα το πώς εμφάνιζε και ονομάτιζε κατά περιόδους αυτή της την εξάρτηση και την υποταγή. Άσχετα με το πώς ξόρκιζε κάθε φωνή που ζητούσε μια ανεξάρτητη πολιτική, μια άλλη πολιτική.
«Ανήκουμε στη Δύση». «Πρέπει να είμαστε ρεαλιστές», «Δεν μπορούμε να αγνοούμε τις διεθνείς εξελίξεις». «Πρέπει να προσαρμοστούμε στις διεθνείς, απαιτήσεις». «Πρέπει να σεβόμαστε τις υποχρεώσεις μας και τις διεθνείς συμβάσεις και συμφωνίες της χώρας».
Μπορεί όλα αυτά τα χρόνια η άρχουσα τάξη να βρήκε πολλούς «συμμάχους» ακόμη και στο ευρύτερο αριστερό στρατόπεδο που μπροστά στους αρνητικούς συσχετισμούς και την ιμπεριαλιστική παντοδυναμία να ισχυρίζονταν ότι η Ελλάδα όντως άλλαξε ποιοτικά αλλά η ίδια δεν έκρυψε ποτέ τις πραγματικές της προθέσεις και προσανατολισμούς.
Όποτε χρειάστηκε (και δυστυχώς χρειάστηκε πολλές φορές τα 30 αυτά χρόνια), η άρχουσα τάξη παρά τις υπαρκτές της αντιθέσεις με τον ιμπεριαλισμό, παρά τις λιγότερες ή περισσότερες δυσκολίες να υποταχτεί, τελικά ευθυγραμμίστηκε και καθόρισε την πολιτική της με κύριο γνώμονα τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα.
Το μόνο που κατάφερε να αποφύγει όλα αυτά τα χρόνια είναι να λογοδοτήσει απέναντι στο λαό γι' αυτές τις μακροχρόνιες επιλογές της, Είτε με το ΠΑΣοκ, είτε με τη ΝΔ στο τιμόνι. Φυσικά κι αυτό δεν είναι αμελητέο. Αλλά να ξέρουμε για ποιο πράγμα μιλάμε!
Υπήρχαν και υπάρχουν αρκετοί που θα ισχυριστούν ότι αυτό που πέτυχε αυτά τα χρόνια η άρχουσα τάξη δεν οφείλεται τόσο στην υποκειμενική αδυναμία του λαού να απαντήσει και να ζητήσει λογαριασμό απ' αυτήν αλλά στο ότι η πολιτική της διαμόρφωσε τελείως καινούργια δεδομένα που ακύρωσαν και ξεπέρασαν μια σειρά παραδοσιακούς αντιιμπεριαλιστικούς στόχους. Η συζήτηση αυτή πήρε και έδωσε όλα αυτά τα χρόνια άσχετα αν οι τελευταίες εξελίξεις έχουν δώσει και από «μόνες» τους απαντήσεις. Και δεν προκλήθηκε μόνο από πρωτοβουλία της άρχουσας τάξης που είχε την «πρωτοβουλία» αλλά και από αριστερούς χώρους.
Είναι η συνέχεια της ίδιας συζήτησης που όλο και ανακάλυπτε αλλαγές (υπαρκτές και ανύπαρκτες). Και επειδή δεν είχε και τόσα δεδομένα να υποστηρίξει ότι άλλαξε ή και ανατράπηκε η σχέση εξάρτησης της χώρας απ' τον ιμπεριαλισμό, φρόντισε να «ξεμπερδέψει» μια και καλή αλλάζοντας ή και καταργώντας τον ίδιο τον ιμπεριαλισμό. Παστρικά πράματα! Αντί να κρυβόμαστε πίσω απ' τις λέξεις, να μη λέμε τα πράγματα με το όνομά τους και να βαφτίζουμε την εξάρτηση «διαπλοκή» ή «σύμπλευση» με τον ιμπεριαλισμό, βαφτίσαμε τον ιμπεριαλισμό παγκοσμιοποίηση και ησυχάσαμε! Πήγαμε βέβαια και ακόμη παραπέρα στο όνομα της παρακολούθησης των «αλλαγών». «Καταργήσαμε» με συνοπτικές διαδικασίες το εθνικό κράτος, «καταργήσαμε» τις αντιθέσεις, «εφεύραμε» το «Διευθυντήριο» και το οικοδόμημα στήθηκε.
Φυσικά η πραγματική εικόνα των αλλαγών που πάντα υπόκεινται στην κρίση των συσχετισμών είναι τελείως διαφορετική. Ουσιαστικά το μοναδικό επίτευγμα της άρχουσας τάξεις είναι ότι κατόρθωσε να υποκαταστήσει την μονόπλευρη εξάρτηση από τις ΗΠΑ με μια πιο πολύπλευρη εξάρτηση όχι μόνο από τις ΗΠΑ αλλά και από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Ευρώπης (Γαλλία-Γερμανία).
Οι βάσεις αυτής-της πολιτικής («πατάμε σε δύο βάρκες») μπήκαν απ' τον Καραμανλή το 1974 και μάλιστα με θορυβώδικο τρόπο (απομάκρυνση απ' το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ). Με αυτή την πολιτική πορεύτηκε όλα αυτά τα 30 χρόνια η άρχουσα τάξη με μικρές παραλλαγές, είτε στο τιμόνι βρισκόταν ο Καραμανλής είτε ο Παπανδρέου είτε ο Σημίτης.
Φυσικά μια τέτοια πολιτική ούτε τυχαία επιλέχτηκε ούτε με τον αυτόματο πιλότο πορεύτηκε. Βοήθησαν οι τότε διεθνείς εξελίξεις με την υποχώρηση των ΗΠΑ. Μια τέτοια πολιτική «ολοκληρώθηκε» μέσα από την ένταξη στην ΟΝΕ και διαμόρφωσε προφανώς νέες ισορροπίες στο πολιτικό εποικοδόμημα της χώρας. Όπως και προκάλεσε αλλαγές στον κοινωνικό ιστό και στην κοινωνική διαστρωμάτωση της χώρας, με κύρια έκφραση όχι τόσο τη διόγκωση του τριτογενούς τομέα (αυτή ξεκίνησε παλιότερα) αλλά τη διόγκωση των μεσοστρωμάτων. Ενώ δεν πρέπει να παραβλέπουμε τις σοβαρές βοήθειες που πήρε η άρχουσα τάξη από την άγρια εκμετάλλευση ιδιαίτερα την τελευταία δεκαετία του μεταναστευτικού ρεύματος.
Σε όλα τα χρόνια μετά τον πόλεμο, η άρχουσα τάξη ούτε ήθελε ούτε μπορούσε να αρνηθεί το ότι πορευόταν και»αναπτυσσόταν» υπό καθεστώς εξάρτησης. Άλλωστε πώς και τι να αρνηθεί όταν η βάση της ύπαρξής της ήταν μια ωμή ξένη ιμπεριαλιστική επέμβαση μετά από έναν πόλεμο που είχε καταστρέψει τη χώρα. Απλώς αυτό που είχε ανάγκη να προβάλλει είναι ότι η πρόσδεσή της στα ξένα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα κατόρθωνε να εξυπηρετεί και τα δικά της ιδιαίτερα συμφέροντα στο όνομα του «έθνους» και λιγότερο του λαού.
Αυτό κάνει συστηματικά και τα τελευταία 30 χρόνια. Κομπορρημονεί ότι κατάφερε να συνδυάσει μια πoλιτική «2 ή 2,5 σε ένα». Και για μεγάλες περιόδους πάσκιζε να εκβιάζει και τον λαό στο να αποδέχεται αυτή την κατάσταση ελλείψει άλλου δρόμου. Φυσικά και αξιοποίησε ό,τι μπορούσε. Από τους διεθνείς συσχετισμούς μέχρι την ήττα του κομμουνιστικού κινήματος. Για την ταμπακέρα, βέβαια, και το τίμημα που πλήρωσε και πληρώνει ο λαός, κουβέντα. Η ελληνική κοινωνία, με δοσμένη την υποχώρηση του μαζικού κινήματος, έδειχνε να υποτάσσεται στο δόγμα της υποταγμένης άρχουσας τάξης. Λέμε έδειχνε γιατί σε πολλές περιπτώσεις η ελληνική κοινωνία αντέδρασε. Και μάλιστα φωναχτά, με οργή, με διάθεση να το πάει παραπέρα. Η ελληνική κοινωνία δεν ξέχασε. Και αυτό όποιος θέλει είχε, έχει και θα έχει τις ευκαιρίες να το διαπιστώνει. Η ελληνική κοινωνία δεν βολεύεται στο δόγμα «καλή η εξάρτηση εφόσον μας γλιτώνει από τα χειρότερα που βλέπουμε δίπλα μας και πιο μακριά». Γιατί κάτι τέτοιο είναι συγκυριακό και προπάντων παροδικό. Το μόνιμο σε ιστορική βάση αποτέλεσμα της διαιώνισης της εξάρτησης όπως και αν μεθοδεύεται με παλιούς και «νέους» τρόπους, είναι τα δεινά.
Δεν είναι τυχαίο ότι δόθηκαν πολλές αφορμές για να προϊδεαστεί ο λαός και η νεολαία για το τι μπορεί να προκαλέσει άμεσα και προοπτικά η υποταγή στον ιμπεριαλισμό. Όπως δόθηκαν και πολλές ευκαιρίες για να διαπιστώσει το τίμημα που πλήρωσαν λαοί και χώρες που σκέφτηκαν να αντισταθούν στον ιμπεριαλισμό.
Και ο λαός τις άρπαξε τις ευκαιρίες αυτές και εκδήλωσε τα πραγματικά του συναισθήματα που δεν καταγράφονται ούτε στις κάλπες ούτε στα γκάλοπ.
Δυστυχώς, όπως το '74 ήταν μια περίοδος δοκιμασίας και κρίσης που αποδόμησε και αποδιάρθρωσε όλο το οικοδόμημα που στήθηκε απ' τον εμφύλιο μέχρι τότε, έτσι και τώρα, στις μέρες μας, πληθαίνουν τα δεδομένα που δείχνουν ότι προσεγγίζουμε πάλι ένα καινούριο «κρίσιμο» σημείο. Όπου οι λεπτές ισορροπίες δεν θα φτάνουν για να συγκρατήσουν και να απορροφήσουν ούτε τη λαϊκή αφύπνιση ούτε τα ολέθρια αποτελέσματα της ξένης εξάρτησης. Με βασικό ζητούμενο για τον λαό το ζήτημα της πάλης του και της οργάνωσής του. Το ζήτημα της σύνδεσής του με την πάλη άλλων λαών. Για να μπορεί να σπάσει τα δεσμά της εξάρτησης. Σαν ένα απαραίτητο βήμα για να σπάσει τελικά τα δεσμά της εκμετάλλευσης. Για να έρθει στη θέση όχι μόνο να αρνηθεί την εξάρτηση αλλά και να σηκώσει τις ευθύνες μιας αναμέτρησης με τον ιμπεριαλισμό που θα έρθει αναπόφευκτα.
Η πρόσφατη εμπειρία από το Ιράκ αλλά και την πρώην Γιουγκοσλαβία είναι πολύ διδακτική. Είναι περισσότερο διδακτική από την αποτίμηση της πείρας της εγχώριας τριακονταετίας μας.

Το μεταπολιτευτικό κράτος
Χτίστηκε και ισχυροποιήθηκε σε πλήρη αντίθεση με τους στόχους του «Πολυτεχνείου»
Στο φόντο του συμβιβασμού (μοίρασμα του ελέγχου της χώρας) μεταξύ ΗΠΑ-Ευρώπης, ο πολύς Κίσινγκερ, τότε υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, μας έστειλε το καλοκαίρι του 1974 τον Καραμανλή, απ' το Παρίσι, να μας κυβερνήσει! Η διχτατορία (των Αμερικάνων) δεν άντεχε πια (ήταν και το Κυπριακό, που το πραξικόπημα απέτυχε και οι Τούρκοι μπήκαν και πήραν το 40%) και τα κέντρα του συστήματος μέσα και κύρια έξω από τη χώρα αποφάσισαν να μας φέρουν τη «δημοκρατία».
Ένας Καραμανλής, λοιπόν, «ανανεωμένος» και «δημοκράτης» πολύ Παριζιάνος! Εκείνος ο «παλιός», της οχταετίας των διώξεων, του αντικομουνισμού, της βίας και νοθείας, του αστυνομικού κράτους, «ξεχάστηκε» και σε μια νύχτα έγινε ο «εθνάρχης» με τα όλα του. Και δεν «ξεχάστηκε» μόνο απ' το σύνολο των αστικών δυνάμεων (όπως κι άλλοι πούροι μετεμφυλιακοί, όπως ο Κανελλόπουλος, ο Στεφανόπουλος κ.λπ.) αλλά και απ' τους ηγέτες του ΚΚΕ! Γιατί ο Φλωράκης ζήτησε «κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας» υπό τον Καραμανλή! Φυσικά, με τη συμμετοχή του ΚΚΕ…
Η εξέγερση του «Πολυτεχνείου» -φοιτητές, νεολαία, εργάτες, αγρότες- έθετε με τα συνθήματα στόχους πολύ πέρα από την πτώση της χούντας. Τα «έξω οι Αμερικάνοι» και «έξω το ΝΑΤΟ», «λαϊκή εξουσία» φαίνονταν γραμμένα για πολύ καιρό στους τοίχους. Το «Πολυτεχνείο» το πολέμησαν πολλοί, ακόμα και οι ρεβιζιονιστικές ηγεσίες (το κακόφημο «300 πράκτορες του Ρουφογάλη» - «Πανσπουδαστική Νο 8» αρκεί να δείξει το εύρος των πολέμιων), αλλά δεν μπορεί κανένας να ισχυριστεί ότι το δημιούργησε ή πολύ περισσότερο το καθοδήγησε. Ήταν ξέσπασμα μακρόχρονης λαϊκής οργής ενάντια στη διχτατορία και τους Αμερικάνους. Και αυτό καθόρισε και το όριο της εξέγερσης από τη στιγμή που έλειπε η πολιτική εκείνη δύναμη που θα μπορούσε να οδηγήσει την εξέγερση στην υλοποίηση των στόχων της. Και τέτοια δύναμη θα μπορούσε να 'ναι μόνο το κόμμα της εργατικής τάξης, το κομμουνιστικό κόμμα, αλλά αυτό είναι ζητούμενο μετά τη ρεβιζιονιστική στροφή του '56.
Ο Καραμανλής, λοιπόν, με τη στήριξη των ιμπεριαλιστών και της αστικής τάξης, αφού πρώτα έλυσε το πολιτειακό (με το δημοψήφισμα για τη βασιλεία) και την προεδρευόμενη δημοκρατία (στις επόμενες δεκαετίες ο ρόλος του προέδρου περιορίστηκε όλο και πιο πολύ), καταπιάστηκε με το να «εκσυγχρονίσει» το αστικό κράτος και να δημιουργήσει μια σιδερόφραχτη κοινοβουλευτική δημοκρατία. Το εργατικό, απεργιακό κίνημα, το φοιτητικό κίνημα, το αντιιμπεριαλιστικό κίνημα, οι «άγριες» απεργίες και οι μαζικές διαδηλώσεις πολεμήθηκαν τόσο από τον κρατικό μηχανισμό όσο και απ' τα «μέσα», με τις διορισμένες ηγεσίες και τους νομιμοποιημένους ρεβιζιονιστές (αφού πρώτα υπέγραψαν το Ν.59 -νέος 509- φαρδιά πλατιά).
Η δημιουργία των ΜΑΤ, οι αύρες και η οργάνωση των διωκτικών αρχών κατά τα γαλλικά πρότυπα απ' τη μια, οι αντεργατικοί, αντιφοιτητικοί νόμοι απ' την άλλη (Ν. 330 και 815) κάνουν ασφυκτικό το πλαίσιο για το συνδικαλιστικό και λαϊκό κίνημα (έχουμε νεκρούς στις κινητοποιήσεις, με αποκορύφωμα την Κανελλοπούλου και τον Κουμή στο «Πολυτεχνείο '80», συλλήψεις, καταδίκες κ.λπ.), ενώ η αδιάντροπη και φθοροποιός δράση των ρεφορμιστών επιτείνει τη σύγχυση και αδρανοποιεί απ τα «μέσα» εργαζόμενους και νεολαία. Το μαζικό, λαϊκό, απεργιακό, φοιτητικό κίνημα των πρώτων μεταδιχτατορικών χρόνων υποχωρεί, άσχετα αν στις εκλάμψεις του καταργεί και το Ν. 330 του Λάσκαρη (που «κατάργησε» την πάλη των τάξεων, ο αθεόφοβος) και το νόμο-πλαίσιο 815. Η σιδερόφραχτη κοινοβουλευτική δημοκρατία ισχυροποιείται όλο και περισσότερο, παράλληλα με την εξασθένηση του λαϊκού κινήματος και την απογοήτευση των λαϊκών ανθρώπων απ' τη στάση των ρεβιζιονιστικών ηγεσιών, ενώ ο εξωκοινοβουλευτικός χώρος αδυνατεί να καλύψει το πολιτικό κενό και να ξανοίξει προοπτικές στο μαζικό κίνημα.
Παράλληλα με την οικοδόμηση του κράτους της Δεξιάς, το νέο κόμμα που εμφανίζεται στην πολιτική σκηνή, το ΠΑΣΟΚ του Α. Παπανδρέου, εκμεταλλεύεται με τον καλύτερο (για το σύστημα) τρόπο την έλλειψη ενός εργατικού, κομμουνιστικού κόμματος και την άθλια πολιτική των ρεβιζιονιστών. Με κάλπικα και παπατζίδικα συνθήματα ανοίγουν «μέτωπο» στη Δεξιά, ενώ τα «έξω απ' το ΝΑΤΟ», «έξω οι βάσεις», «έξω οι Αμερικάνοι» και «έξω απ' την ΕΟΚ» (το '81 ο Καραμανλής μάς έχωσε στο κλουβί των ευρωπαϊκών λιονταριών), τα περί «λαϊκής κυριαρχίας» δίναν και παίρναν. Καταβρόχθιζαν τις κεντρώες δυνάμεις και εκμαύλιζαν τον κόσμο της Αριστεράς, συρρίκνωναν τα ρεβιζιονιστικά κόμματα (έφτασαν πια τα δύο ρεβιζιονιστικά κόμματα να μετρούν ποσοστά στα δάχτυλα του ενός χεριού), και το '81 το «ρεύμα της αλλαγής» σαρώνει τον τόπο (μέχρι και η τότε ηγετική ομάδα του ΚΚΕ(μ-λ) ήθελε να μη μείνει «εκτός ρεύματος»)! Το δικομματικό σύστημα, που τόσο «εξοργίζει» σήμερα πολλούς και διάφορους, οικοδομήθηκε από έναν, μοναδικό και απλό, λόγο: το ξεπούλημα της Αριστεράς και των αριστερών ανθρώπων απ' τις ρεβιζιονιστικές ηγεσίες, το ξεπούλημα του λαϊκού και αντιιμπεριαλιστικού κινήματος απ' τις ίδιες ρεφορμιστικές ηγεσίες και την αδυναμία εθελοτυφλία) των διάφορων εξωκοινοβουλευτικών δυνάμεων να δώσουν απάντηση (θεωρητική και πραχτική) στο μεγάλο κενό της πολιτικής έκφρασης της εργατικής τάξης και του λαού. Εδώ και 20 και πάνω χρόνια, με ένα ΠΑΣΟΚ που η δεξιά του πολιτική δεν έχει να ζηλέψει τίποτα απ' τη ΝΔ, ο κόσμος άγεται και φέρεται στο δίλημμα «ΠΑΣΟΚ ή ΝΔ», «με τη Δεξιά ή με τη δημοκρατία» και άλλα τέτοια, όταν η επίθεση του συστήματος ενάντια στα λαϊκά δικαιώματα σπάει κόκαλα.
Γιατί αυτό που χαρακτηρίζει την κατάσταση είναι η μόνιμη λιτότητα, η ανεργία, η ακρίβεια, το χτύπημα κάθε εργατικού και λαϊκού δικαιώματος, το ξεπάστρεμα της αγροτιάς, η συρρίκνωση των ασφαλιστικών καταχτήσεων, των καταχτήσεων στην περίθαλψη. Μια παιδεία στο πλαίσιο του συστήματος υποτέλειας, με μείωση μαθητών και φοιτητών (αυτών που θα προχωρήσουν), με άνεργους πτυχιούχους. Μια υγεία όπου ισχύει «αλίμονο στο φτωχό που θ' αρρωστήσει». Με συνθήκες δουλειάς μεσαιωνικές (ωράρια, εντατικοποίηση, απλήρωτες υπερωρίες, μερική απασχόληση). Όσο για το τι γίνεται αύριο με μια χώρα πλήρους αποβιομηχανοποίησης, με την αγροτιά στο στόχαστρο κυβέρνησης και ΕΕ, με τη νεολαία άνεργη και σε απόλυτο αδιέξοδο, δεν χρειάζεται να κάνει κάποιος βαρύγδουπους αναλύσεις. Οι πλούσιοι πλουσιότεροι, οι φτωχοί πιο πεινασμένοι, το ατομικό βόλεμα. η ρουσφετολογία, η εξουθένωση του εργαζόμενου (ή άνεργου) ανθρώπου.
Και, βέβαια, η υποτέλεια βαθαίνει. ΗΠΑ και ΕΕ, ανεξάρτητα απ' τις μεταξύ τους διαφορές (και τις συνέπειές τους αν οξυνθούν), ελέγχουν απόλυτα τη χώρα. Οι αποφάσεις στις Βρυξέλλες και την Ουάσιγκτον. Παρεμβάσεις ωμές και σ’ όλα τα επίπεδα. Η χώρα έχει γίνει ορμητήριο των Αμερικάνων στις πολεμικές τους περιπέτειες και επαρχία της ΕΕ (ποιας ταχύτητας, μην το συζητάμε), η δε πολυδιαφημισμένη σύγκλιση σημαίνει την πιο σκληρή αντεργατική και αντιλαϊκή πολιτική, μπας και γίνουν, λέει, «ανταγωνιστικές» οι επιχειρήσεις.
Οι Αμερικάνοι με εκβιαστικό τρόπο μεθόδευσαν την ανάμειξη των μυστικών υπηρεσιών στη χώρα και αυτή η ανάμειξη δεν έχει προηγούμενο. Με το ζήτημα της «τρομοκρατίας» πίεσαν καταστάσεις, απαίτησαν συμμορφώσεις ταπεινωτικές. Με τους χειρισμούς των ελληνοτουρκικών διαφορών ανάγκασαν τη χώρα σε τραγικές επιλογές, με αποκορύφωμα το «ευχαριστούμε» του Σημίτη στα Ίμια.
Όλ’ αυτά τα χρόνια το ζήτημα της «τρομοκρατίας» έγινε όπλο στα χέρια των Αμερικάνων να λύνουν και να δένουν (και να εκβιάζουν καταστάσεις). Και η «17Ν» αποτέλεσε το εργαλείο αυτής της ιστορίας. 27 χρόνια χωρίς μία σύλληψη, 27 χρόνια χωρίς να «γνωρίζει» κανένας τι είναι τέλος πάντων αυτή η «17Ν». Και η «εξάρθρωσή» της σε μια νύχτα, «ξαφνικά» και πανεύκολα. Μια ιστορία βρόμικη απ' την αρχή ως το τέλος (ανεξάρτητα απ' το ποιοι μπορεί να είναι τα θύματα της υπόθεσης). Μια ιστορία που έδωσε όλα τα προσχήματα για τους εκβιασμούς των Αμερικάνων και το «άλλοθι» των διωκτικών αρχών για το χτύπημα του λαϊκού κινήματος και για το πέρασμα απ’ το μεταπολιτευτικό κράτος κάθε τρομονόμου, με πολύ σοβαρές συνέπειες για τις λαϊκές, πολιτικές και δημοκρατικές ελευθερίες και τα ατομικά δικαιώματα.
Σ' όλα αυτά να προσθέσουμε την υποβάθμιση όλες αυτές τις δεκαετίες του αντιιμπεριαλιστικού κινήματος. Στο άκουσμα του αντιιμπεριαλισμού (όχι του κάλπικου, τύπου ΚΚΕ και «πάρτε βοήθεια από τη Μόσχα») πολλοί και διάφοροι έδειχναν την απέχθειά τους. Κι όμως, παρά τη λυσσασμένη αντιμετώπισή του και την περιθωριοποίηση του λαϊκού παράγοντα, αυτός ο λαός έδειξε να γνωρίζει καλά τι σημαίνει ιμπεριαλισμός και Αμερικάνοι. Στους τελευταίους πολέμους βγήκε μαζικά στους δρόμους (κάτω από άλλους όρους θα μιλάγαμε για εκατομμύρια) να καταγγείλει τους Αμερικάνους και τον ιμπεριαλισμό, να συμπαρασταθεί στους λαούς. Δεν είναι τυχαία τα συντριπτικά ποσοστά των αντιπολεμικών και αντιαμερικανικών διαθέσεων του λαού μας. Και δείχνουν πόσο ρωμαλέο θα ήταν αυτό το κίνημα αν υπήρχαν πολιτικές δυνάμεις ικανές και ισχυρές να προωθήσουν το μαζικό ξεσήκωμα του κόσμου ενάντια στη φρίκη του πολέμου και στους δυνάστες αυτής της χώρας.
Μπροστά στις εκλογές που έρχονται, οι πάντες ασχολούνται μ’ αυτές. Και σε ό,τι αφορά ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, είναι κατανοητό, θα μας βάλουν πάλι το γνωστό δίλημμα. Από κει και πέρα, να «κατανοήσουμε» επίσης την «αγωνία» του ΚΚΕ και του ΣΥΝ για τα κακόφημα ποσοστά τους (αυτό πια κατάντησε βραχνάς, αν θα βγάλει το ΚΚΕ κάναν βουλευτή ακόμα κι αν ο ΣΥΝ θα μπορέσει να πλησιάσει ή να ξεπεράσει το ΚΚΕ). Αλλά τα προβλήματα για το λαό είναι τρομαχτικά και η επίθεση του συστήματος ολομέτωπη. Μ’ αυτά ποιος θ’ ασχοληθεί; Όχι, πάντως, διάφοροι εξωκοινοβουλευτικοί που περιδιαβαίνουν τη χώρα για να θέσουν το «καυτό» (για ποιον;) ζήτημα των εκλογών, του δικομματισμού και της εκλογικής συσπείρωσης διαφόρων έξω απ' τα πλαίσια των λαϊκών κινητοποιήσεων και μακριά απ τα τόσο σοβαρά προβλήματα των εργαζομένων. Πάνω απ' όλα η εκλογική επιβίωση! Τι κι αν ο λαός πεινάει, τι κι αν αφαιρούνται όλα τα κερδισμένα με αίμα δικαιώματα, τι κι αν οι Αμερικάνοι κατέχουν το Ιράκ και απειλούν με ματοκύλισμα την ανθρωπότητα, η «παναριστερά», η «μικροαριστερά» και τα ψήφια, αυτά έχουν σημασία.

Τα ελληνοτουρκικά καθορίζουν τις εξελίξεις
Όλ’ αυτά τα χρόνια, απ' το '74 και δώθε, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι απ' τα πιο καυτά θέματα για την αστική τάξη (και αντίστοιχα για την τούρκικη αστική τάξη). Αλλά αφορούν και τους λαούς, ιδιαίτερα τους λαούς. Και το Κυπριακό δεν είναι το κύριο σε αυτή την ιστορία. Από μόνο του είναι πολύ σοβαρό και φέρνει σε αντιπαράθεση Άγκυρα και Αθήνα. Και επειδή δεν βλέπουμε λύση στον ορίζοντα, θα εξακολουθήσει να παίζει μεγάλο ρόλο και στο μέλλον.
Παραπέρα, το θέμα του Αιγαίου είναι το πιο καυτό ζήτημα. Το τι θέλει η Αθήνα και τι η Άγκυρα είναι γνωστά πράγματα. Ολόκληρο το θέλει η Ελλάδα, το μισό ζητάει η Τουρκία. Και τέτοια μαθηματικά δεν έχουν εφευρεθεί ακόμα. Και περί το Αιγαίο εμπλέκονται η υφαλοκρηπίδα, τα χωρικά ύδατα, ο εναέριος χώρος, τα πετρέλαια κλπ. Η μεταπολιτευτική εποχή έδειξε τα αδιέξοδα. Τη μια λεονταρισμοί τύπου «βυθίστε το Χόρα»! Την άλλη κοψομεσιάσματα και «ευχαριστίες» για την κρίση στα Ίμια. Τη μία, η όξυνση στα ουράνια (πλάι στις παραβιάσεις του εναέριου χώρου), την άλλη αγκαλιές και Φιλιά στο πλαίσιο της διατεταγμένης (από ΗΠΑ) «ελληνοτουρκικής φιλίας».
Και παραπέρα, ζητήματα μειονοτήτων, Θράκης, Πατριαρχείου, οι «χαμένες πατρίδες» και οι «Οθωμανικές αυτοκρατορίες» και πάει λέγοντας. Οι βλέψεις ατελείωτες, οι «Μεγάλες Ιδέες» πελώριες. Σε μια περιοχή που βράζει και οι συγκρούσεις των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων είναι καθοριστικές, ο ρόλος της κάθε χώρας και της άρχουσας τάξης γίνεται φλάμπουρο και αποσιωπάται ότι αυτοί που τελικά έχουν το μαχαίρι και κόβουν την πίτα είναι οι ιμπεριαλιστές, είτε στα Βαλκάνια, είτε στη Μ.Α., είτε στον Καύκασο και αλλού.
Μιλάμε για διαφορές ουσιαστικές. Για κυριαρχία και έλεγχο. Και αυτές οι αντιθέσεις είναι ασυμβίβαστες για την άρχουσα τάξη της Τουρκίας και της Ελλάδας. Και όσο οι λαοί, που και φιλικά αισθάνονται και δεν έχουν να χωρίσουν τίποτα, είναι στο περιθώριο, η κατάσταση θα διαιωνίζεται με φάσεις δραματικές ή στο επίπεδο της γελοιότητας.
Η κατάσταση όμως, είναι πιο κρίσιμη γιατί η ιμπεριαλιστική παρέμβαση και ιδιαίτερα ο αμερικάνικος παράγοντας περιπλέκει την ιστορία. Για τους ιμπεριαλιστές, η ύπαρξη των διαφορών γίνεται.
όπλο στα χέρια τους και οι εθνικιστικές φαντασίες βούτυρο στο ψωμί τους. Μια στο καρφί και μια στο πέταλο. Ο έλεγχος των δύο χωρών γίνεται πιο εύκολος μέσα απ' τις ανάγκες τους για εξοπλισμούς, μέσα απ' την επίκληση της διαιτησίας τους.
Οι Αμερικάνοι χρησιμοποιούν τις δύο χώρες στους πολεμικούς τους σχεδιασμούς. Έτσι είναι μπλεγμένες σε ένα κουβάρι αντιθέσεων και βλέψεων που πραγματικά είναι πανεύκολο για τους Αμερικάνους να κινούν τα νήματα. Θέλουν (οι Αμερικάνοι) την «ηρεμία» στα θεωρούμενα μετόπισθέν τους, θέλουν, όμως, παράλληλα να εκτοπίσουν τους δυτικοευρωπαίους ιμπεριαλιστές και, βέβαια, θέλουν να υπάρχουν και οι διαφορές για να μπορούν να τις χειρίζονται ανάλογα κατά εποχές και με βάση τις δικές τους ανάγκες, έχοντας δέσμιες τις δύο χώρες στις επιλογές τους.
Φαντάζεστε τι θα γίνει στο Αιγαίο αν οξυνθούν οι αντιθέσεις των ιμπεριαλιστών; Τι θα γίνει στο εσωτερικό της Ελλάδας και της Τουρκίας σε ενδεχόμενη σύγκρουση των ιμπεριαλιστών; Ή αν κάποια πλευρά κρίνει ότι είναι σε θέση «ισχύος» (είτε η Αθήνα είτε η Άγκυρα) και προχωρήσει σε κινήσεις διαφορετικού επιπέδου; Δεν φτάνει δηλαδή η συμμετοχή μας σε βρόμικους πολέμους (Γιουγκοσλαβία, Ιράκ, Κόλπος), θα σφαγούν οι δύο λαοί για τα συμφέροντα των «μεγάλων ιδεών» και προπάντων για τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστών.
Οι λαοί να πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους. Και σ' αυτό θα παίξουν ρόλο οι κομμουνιστές. Το KKE(μ-λ) και οι τούρκοι σύντροφοι είναι μια ελπίδα σ’ αυτή την κατεύθυνση, με τις πρωτοβουλίες τους και τη συνεργασία τους. Αυτό δεν φτάνει. Πρέπει όποιος θεωρεί τον εαυτό του αριστερό και προοδευτικό να κάνει τη φιλία των λαών μοναδικό φλάμπουρο ενάντια στις εθνικιστικές και επικίνδυνες βλέψεις των κυρίαρχων τάξεων. Το μεταπολιτευτικό κράτος ούτε έλυσε το ζήτημα ούτε διάθεση και δυνατότητα να το λύσει έχει.

Η «Αναγέννηση» στις παραμονές της δικτατορίας
Η αμερικανοκίνητη στρατιωτικοφασιστική δικτατορία της 21ης Απριλίου 1967 δεν ήταν -όπως συνηθίζουν να λένε οι αστοί- ξαφνικό γεγονός. Προετοιμάστηκε από καιρό από τις ντόπιες και ξένες αντιδραστικές δυνάμεις. Έπαιξαν ρόλο το σύνολο, σχεδόν, του αστικού πολιτικού κόσμου, το Παλάτι και φυσικά οι Αμερικανοί. Στον αφοπλισμό του ογκούμενου -εκείνη την περίοδο- λαϊκού κινήματος βασικός υπεύθυνος υπήρξε η ηγεσία της ΕΔΑ. Η οποία καλλιεργούσε συστηματικά τον εφησυχασμό, έσπερνε κοινοβουλευτικές αυταπάτες, ακολουθούσε την πολιτική κατευνασμού και υποταγής και διαβεβαίωνε -ακόμη και τις παραμονές του πραξικοπήματος- ότι στην Ελλάδα, χώρα της Ευρώπης, δεν μπορεί να υπάρξει φασιστική εκτροπή!
Η φωνή της Συνεπούς Αριστεράς, στον αντίποδα -παρά τις λιγοστές δυνάμεις που είχαν, κατάφεραν να συγκροτηθούν γύρω από την «Αναγέννηση»[1], την ΠΠΣΠ και την ΠΕΣΠ- προειδοποιούσε για τον επερχόμενο κίνδυνο επιβολής στρατιωτικής δικτατορίας. Το Σεπτέμβριο του 1966, στο πολιτικό σημείωμα της έκδοσης[2], επισημαίνεται ότι οι δυνάμεις του πραξικοπήματος επιχειρούν να περάσουν στην αντεπίθεση ύστερα από τις εξελίξεις του 1965 (Παλατιανή παρέμβαση - Ιουλιανά) και τη λαϊκή κινητοποίηση. Προετοιμάζουν το έδαφος για ανοιχτή δικτατορία, made in USA, υπογραμμίζονται και καταγγέλλονται οι στρατιωτικοί κύκλοι που με κέντρο το Παλάτι επιχειρούν να ελέγξουν τη δημόσια ζωή. Τις ίδιες μέρες η «Αυγή» στις 7/10/1966 σε κύριο άρθρο της εκτιμούσε ότι η Ιουλιανή εκτροπή δεν προδικάζει και τις προθέσεις του Κωνσταντίνου για ανοικτή δικτατορία. Και αυτά, την ώρα που ο Γλύξμπoυργκ, όπως και εκ των υστέρων αποδείχθηκε, ετοίμαζε πραξικόπημα μαζί με την ηγεσία του στρατού.
Στο ίδιο άρθρο η «Αναγέννηση» εξηγούσε με διορατικότητα ότι οι Αμερικανοί θα προσπαθήσουν όχι μόνο να διατηρήσουν τον έλεγχο στη χώρα αλλά και θα επιχειρήσουν να τον επεκτείνουν στον αγώνα που δίνουν με τους αντίπαλους ιμπεριαλιστές αλλά και τη Σοβιετική Ένωση. Επισημαίνει μάλιστα με νόημα ότι οι Αμερικανοί είναι "ανυπόμονοι". Και κατέληγε με την ανάγκη οικοδόμησης ενός ενιαίου μετώπου στα εργοστάσια, στις σχολές, στο χωριό, των εργαζομένων της πόλης και της υπαίθρου, ενός αγωνιστικού, αντιδικτατορικού, αντιφασιστικού και αντιιμπεριαλιστικού μετώπου που να μπει φραγμός στις συνωμοσίες του ιμπεριαλισμού και της αντίδρασης.
Τις ίδιες κρίσιμες ώρες η ηγεσία της ΕΔΑ επέλεγε ν' ανοίξει μέτωπο σύγκρουσης με τις συνεπείς αριστερές δυνάμεις και τους αγωνιστές της Αριστεράς που ακόμα και μέσα στις γραμμές της έβλεπαν με συμπάθεια της απόψεις της "Αναγέννησης". Εξαπέλυσε μέσω της "Αυγής" επίθεση στην ηγεσία της Κίνας, χαρακτήριζε τους Κόκκινους Φρουρούς μανιακούς και την πολιτική του Κ.Κ. Κίνας αντίστοιχη της γκεμπελικής ναζιστικής προπαγάνδας!
Παράλληλα δεν σταματούσε να δίνει διαπιστευτήρια νομιμοφροσύνης και να καλεί τις αστικές δυνάμεις σε συνδιαλλαγή και υπεράσπιση των κοινοβουλευτικών θεσμών. Ο Α. Κύρκος καλούσε μέσα από τις στήλες της "Αυγής"[3] ακόμα και ορισμένες δυνάμεις της εκτροπής να λειτουργήσουν με ωριμότητα (!) ενώ ο Μ. Γλέζος έκανε δηλώσεις, με αφορμή τα 15 χρόνια της ΕΔΑ, που διαβεβαίωναν ότι η ΕΔΑ είναι συνεπής εθνικός δημοκρατικός οργανισμός, τοποθετημένος μακριά από την ξένη κηδεμονία (!) και παλεύει για την πραγματική δημοκρατία![4] Ο Μ. Γλέζος, μάλιστα, υπόσχεται ότι εάν έλθει οτην εξουσία η ΕΔΑ θα είναι ο συνεπέστερος φρουρός της δημοκρατικής νομιμότητας και του κοινοβουλευτισμού.
Στις 4 Νοεμβρίου 1966 κυκλοφορεί ο "Σπουδαστικός Κόσμος" όπου δημοσιεύεται η προκήρυξη της ΠΠΣΠ με σύνθημα: "Ο φασισμός δεν θα περάσει". Καταγγέλλεται η κυβέρνηση Στεφανόπουλου που επιχειρεί να περιορίσει τις λαϊκές ελευθερίες με νομοσχέδιο που ετοίμαζε για τη λειτουργία των κομμάτων, των πολιτικών κινήσεων και των οργανώσεων νεολαίας. Τις ίδιες μέρες η αστυνομία συλλαμβάνει μέλος της ΠΠΣΠ στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης επειδή μοίραζε προκηρύξεις που καλούσαν στη συγκέντρωση της ΕΦΕΕ.
Με την είσοδο του 1967, οι δυνάμεις του φασιστικού πραξικοπήματος μπαίνουν στην τελική φάση προετοιμασίας. Ο αστικός πολιτικός κόσμος σπαράσσεται από αντιθέσεις, ενώ η ηγεσία της ΕΔΑ έχει εναποθέσει τα πάντα στις προγραμματισμένες εκλογές. Οι λαϊκές δυνάμεις, που ζητούσαν τρόπους να κινηθούν και να ανακόψουν την τροχιά των εξελίξεων, βρίσκονταν καθηλωμένες. Μέχρι και την παραμονή της καθόδου των τανκς στο κέντρο της Αθήνας, οι ηγέτες της ΕΔΑ υποστηρίζουν ότι δεν πρόκειται να γίνει πραξικόπημα…
Για κάθε νέο αγωνιστή, το διάβασμα των τελευταίων εκδόσεων της "Αναγέννησης" αποτελεί ένα πολύ ουσιαστικό βοήθημα για να κατανοήσει το κλίμα της εποχής, τις απόψεις που συγκρούονταν και τη δικαίωση των εκτιμήσεων του κινήματος μας. Με τον τραγικό τρόπο που έγινε στις 21 Απριλίου 1967.

Ο Νοέμβρης του 1973 μέσα από τον παράνομο «Λαϊκό Δρόμο»
Στις αρχές της δεκαετίας του '60 άρχισε να συγκροτείται η κίνηση των ελλήνων μαρξιστών-λενινιστών, μετά τη ρεβιζιονιστική στροφή του ΚΚΣΕ και την πραξικοπηματική «6η πλατιά ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ» (Μάρτης του '56). Πολλοί αγωνιστές, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, κατάφεραν να κρατήσουν ψηλά τις μαρξιστικές-λενινιστικές ιδέες, σε συνθήκες παρανομίας, παλεύοντας ενάντια στο κλίμα μαζικής τρομοκρατίας από τη μεριά του κράτους αλλά και στις οπορτουνιστικές και ρεφορμιστικές απόψεις που κυριάρχησαν στο κομμουνιστικό κίνημα μετά το '56.
Μέσα στην περίοδο της δικτατορίας συγκροτήθηκε η ΟΜΛΕ (Οργάνωση Μαρξιστών Λενινιστών Ελλάδος), που κατάφερε να συσπειρώσει χιλιάδες αγωνιστές και να συμβάλει σημαντικά στην πάλη του λαού μας ενάντια στην αμερικανοστήριχτη χούντα.
Πολλά ήταν τα έντυπα που είχαν εκδοθεί τότε: Το περιοδικό «ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ», που κυκλοφορούσε στις αρχές της δεκαετίας του '60. Η «ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΚΗ ΣΗΜΑΙΑ'« που τυπωνόταν και κυκλοφορούσε παράνομα σtην Ελλάδα. Ο «ΛΑΪΚΟΣ ΔΡΟΜΟΣ», που κυκλοφόρησε λίγο πριν από τη χούντα σαν εφημερίδα στην Ελλάδα, και μέσα στη χούντα, παράνομα, σαν περιοδικό (τυπωνόταν στο Παρίσι). Η εφημερίδα «ΛΑΪΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ» τυπωνόταν στην Ιταλία και κυκλοφορούσε στην Ελλάδα. Πολλά άλλα εργατικά και σπουδαστικά έντυπα κυκλοφόρησαν την ίδια περίοδο. Οι μαρξιστές λενινιστές ήταν παρόντες στις μεγάλες στιγμές που έζησε ο λαός μας την περίοδο πριν και κατά τη διάρκεια της δικτατορίας.
Η ΟΜΛΕ, πολύ πριν από την εξέγερση του Πολυτεχνείου, είχε αντιληφθεί τις διαθέσεις του ελληνικού λαού και της νεολαίας και έβαλε στόχο να πολεμήσει τις όποιες αντιδραστικές αστικές απόψεις στο φοιτητικό και λαϊκό κίνημα, αλλά και να ξεμπροστιάσει τις ρεφορμιστικές αυταπάτες για «εκδημοκρατισμό της χούντας» και για «σταδιακή μετατροπή της σε κοινοβουλευτική δημοκρατία».
Σημαντικό γεγονός ήταν το δημοψήφισμα για το νέο σύνταγμα, τον Ιούλη του 1973. Τη στιγμή που τα ρεφορμιστικά κόμματα δεν είχαν σαφή θέση και έβαζαν το ψευτοδίλημμα στο λαό «ή συνεργασία με τις αντιδικτατορικές δυνάμεις για να πέσει ο Παπαδόπουλος ή θα έχουμε Παπαδόπουλο για δέκα ή είκοσι χρόνια ακόμα», η προκήρυξη της ΟΜΛΕ τον Ιούνη του '73 έθετε το πραγματικό ερώτημα: «Ξένη εξάρτηση, Αμερικάνοι, ΝΑΤΟ, που σημαίνει φασισμός με οποιαδήποτε μορφή, σκλαβιά, καταπίεση, χούντα «μικρή» ή «μεγάλη», Φυλακές, εξορίες ή λευτεριά, ανεξαρτησία, για να γίνει πραγματικό ο λαός αφέντης στην Ελλάδα, για να απαλλαγεί ο λαός μας από την καταπίεση και την εκμετάλλευση, για να ανοίξει ο δρόμος προς το σοσιαλισμό;» («Λαϊκός Δρόμος», τεύχος 16, σελ. 17).
Έτσι, το μοναδικό σύνθημα που έμπαινε από την ΟΜΛΕ τότε ήταν "ΜΑΖΙΚΗ ΑΠΟΧΗ. Κάτω η φασιστική τρομοκρατία". Η συμμετοχή του λαού στην παρωδία του δημοψηφίσματος, ακόμα και με μια υποθετική καταψήφιση του, θα σήμαινε νομιμοποίηση του καθεστώτος, και το αποτέλεσμα (στην καλύτερη περίπτωση) θα ήταν να αναδιαμορφωθούν κάποια άρθρα και να τεθούν ξανά σε νέο δημοψήφισμα. "Το ψευτοδημοψήφισμα της 29 Ιούλη είναι μια ευκαιρία για το ξενόδουλο φασιστικό καθεστώς να εμπαίξει τον ελληνικό λαό, να χρυσώσει την εικόνα της αποσύνθεσης του, να στηριχτεί σε μιαν ακόμα απάτη για τη συνέχιση της καταπίεσης, της πολιτικής εξανδραποδισμού του λαού μας" ("Λαϊκός Δρόμος", τεύχος 16, σελ. 3).
Έτσι κι αλλιώς όμως τα αποτελέσματα ήταν προαποφασισμένα.
Χαρακτηριστική επίσης είναι μια προκήρυξη της ΟΜΛΕ που γράφτηκε ένα χρόνο σχεδόν πριν από την εξέγερση (26 Γενάρη 1973) και έθετε επί τάπητος το ζήτημα της εξέγερσης. Σταχυολογούμε μερικά σημεία:
"Από την αρχή κιόλας του 1973, όλα δείχνουν ότι η πόλη και οι μαζικές αγωνιστικές κινητοποιήσεις των φοιτητών που έγιναν τον περασμένο χρόνο θα συνεχιστούν, θα ενταθούν και θα πάρουν ακόμα μεγαλύτερο πλάτος και έχταση…"
"…Η τεράστια πλειοψηφία των σπουδαστών μοιάζει με ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί. Τους επερχόμενους αγώνες των φοιτητών, τη θύελλα που πλησιάζει, είναι ανίκανη τώρα πια να ανακόψει η βάρβαρη φασιστική βία και τρομοκρατία" ("Λαϊκός Δρόμος", τεύχος 13, σελ. 13).
Σύντομα θα έρθει η επιβεβαίωση. Χιλιάδες λαού κατεβαίνουν στους δρόμους το Νοέμβρη. Ο μεγάλος και ήρωας λαός μας έγραψε στους αιματοποτισμένους δρόμους της Αθήνας, στους ίδιους δρόμους των συλλαλητηρίων της κατοχής, στους δρόμους της Σταθοπούλου και της Ηλέκτρας, στους δρόμους του ηρωικού κόκκινου Δεκέμβρη, στους δρόμους των μεγαλειώδικων εξορμήσεων της προδιχτατορικής περιόδου, νέες σελίδες στην επαναστατική του ιστορία…"
"…Ο φασισμός μπροστά στη λαϊκή θύελλα αντικατέστησε τα "ανοίγματα" και τις κοινοβουλευτικές αμφιέσεις με την κήρυξη του στρατιωτικού νόμου. Έβαλε ξανά σε κίνηση τα στρατοδικεία, επέβαλε τη λογοκρισία και απαγόρευσε την κυκλοφορία, αφού προηγούμενα εξαπόλυσε τους πιστούς πραιτωριανούς του, τα τανκς, τα μυδράλια, μια χωρίς προηγούμενο τρομοκρατία ενάντια στις επαναστατημένες μάζες και έβαψε με το αίμα του λαού και της νεολαίας τους δρόμους. Η άγρια φασιστική βία των τανκς και των πολυβόλων συνάντησε την ασυγκράτητη ορμή και των αφάνταστο ηρωισμό του ατρόμητου λαού μας…" ("Λαϊκός Δρόμος", τεύχος 17, σελ. 4-5).

Γράμμα από την Ελλάδα - Αύγουστος 1967
Ενεργητική αντίσταση στη δικτατορία!
Οι μαρξιστές-λενινιστές, από την πρώτη σχεδόν στιγμή που επιβλήθηκε η στρατιωτικοφασιστική δικτατορία, άρχισαν την προσπάθεια για την ανασυγκρότηση των οργανώσεων και την ανάπτυξη της αντιφασιστικής πάλης του λαού μας. Παρά τις συλλήψεις των πρώτων ημερών σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, ορισμένες δυνάμεις καταφέρνουν να περάσουν στην παρανομία και επιχειρούν να αποκαταστήσουν τα πρώτα δίκτυα της οργάνωσης. Τρεις μήνες μετά, περίπου, κυκλοφορεί το πρώτο συνολικό πολιτικό κείμενο εκτίμησης της νέας κατάστασης και χάραξης των πρώτων καθηκόντων και κατευθύνσεων. Ταυτόχρονα γίνεται μια εκτενής ανάλυση της διεθνούς κατάστασης, των εσωτερικών εξελίξεων από το 1965 έως το 1967 αλλά και μια απόπειρα ανάλυσης της κοινωνικής και ταξικής κατάστασης στην Ελλάδα και του χαρακτήρα της αλλαγής.
Το "Γράμμα από την Ελλάδα" κυκλοφορεί τον Αύγουστο του 1967 σε 4 πολυγραφημένες σελίδες και γίνεται γνωστό και στη Δυτική Ευρώπη. Το Γράμμα ρίχνει την κατεύθυνση της ενεργητικής αντίστασης του λαού στη φασιστική δικτατορία, επικεντρώνει στην ανάγκη να αξιοποιηθούν τα οξυμένα λαϊκά και εργατικά προβλήματα για την ανάπτυξη της πάλης αλλά και υπογραμμίζει ότι τα άμεσα αιτήματα πρέπει να συνδέονται σταθερά με τα γενικά αιτήματα της αλλαγής για λευτεριά, ανεξαρτησία, δημοκρατία και κοινωνική πρόοδο. Στους άμεσους στόχους προβάλλεται η πάλη για την αποφυλάκιση των πολιτικών κρατουμένων στις εξορίες και τις φυλακές.
Για τους στόχους και τις επιδιώξεις των Αμερικανών, που βρίσκονται πίσω από τους πραξικοπηματίες, υπογραμμίζεται η προσπάθεια τους να σταθεροποιήσουν και να επεκτείνουν την κυριαρχία τους στην οικονομική ζωή του τόπου, να εξασφαλίσουν τον έλεγχο της χώρας και να τη χρησιμοποιήσουν σαν στρατιωτικό ορμητήριο ενάντια στις αραβικές χώρες και τις χώρες της Ανατολής αλλά και για να υποτάξουν τον κυπριακό λαό. Στη συνέχεια γίνεται μια συνολική αποτίμηση του ρόλου της ηγεσίας της ρεφορμιστικής Αριστεράς, που χαρακτηρίζεται προδοτική, η οποία βοήθησε στον αφοπλισμό του λαϊκού παράγοντα.
Ξεκαθαρίζεται επίσης ότι η κύρια αντίθεση μέσα στην κοινωνία της χώρας είναι η αντίθεση ανάμεσα στον ιμπεριαλισμό και τους ντόπιους υποτακτικούς τους και στις καταπιεζόμενες από τον ιμπεριαλισμό τάξεις και κοινωνικές κατηγορίες.
"Το λαϊκό κίνημα μας θα προχωρήσει, θα οργανωθεί και θα ξαπλωθεί σ' όλους τους μαζικούς χώρους, θα αγκαλιάσει όλες τις πλατιές μάζες των καταπιεζόμενων από τον ιμπεριαλισμό, θα γκρεμίσει το φασισμό για να συντρίψει το καθεστώς της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης και υποτέλειας", κατέληγε.
Παρά τα σκληρά χτυπήματα, τις μαζικές συλλήψεις, το μαρξιστικό-λε-νινιστικό κίνημα θα καταφέρει στην αγωνιστική λαϊκή αφύπνιση των πρώτων χρόνων της δεκαετίας του 70 να δώσει "παρών" στην πάλη του λαού μας. Ένα νέο δυναμικό από τη νέα γενιά θα βρεθεί μέσα στις φοιτητικές κινητοποιήσεις, στη Νομική και στην εξέγερση του Πολυτεχνείου του 1973, στην εργατική συνέλευση και στη Συντονιστική Επιτροπή της κατάληψης.

Το μέλλον βρίσκεται στην πάλη των λαών για έναν κόσμο που θα τους ανήκει!
Ο Βασίλης Σαμαράς φοιτητής στην περίοδο της δικτατορίας και ενεργό μέλος του αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος απαντάει σε ερωτήσεις της Προλεταριακής Σημαίας.
Π.Σ.: Πώς θα χαρακτήριζες την κατάσταση του φοιτητικού κινήματος εκείνη την εποχή; Πώς επηρέασε τελικά στα γεγονότα του Πολυτεχνείου;
Β.Σ.:Η κατάσταση στο φκ χαρακτηρίζονταν από την όλο και μεγαλύτερη, ενεργητική και μαχητική αντίσταση στη δικτατορία, την έξαρση των αντιαμερικανικών αντιιμπεριαλιστικών διαθέσεων. Το φκ στρέφονταν αριστερά με όλο και πιο ριζοσπαστικό τρόπο και αυτό ήταν μια γενική και κυρίαρχη τάση και ήταν αυτή που οδήγησε στην κατάληψη-εξέγερση αλλά και προσδιόρισε τα πολιτικά της χαρακτηριστικά.
Το άλλο στοιχείο ήταν η προοπτική του «εκδημοκρατισμού» είτε με μετεξέλιξη της χούντας (περίπτωση Μαρκεζίνη), είτε μέσω μιας αντιδικτατορικής συμμαχίας με αστικές δυνάμεις αλλά και με «γέφυρες» ανάμεσα στις δύο εκδοχές. Μια άποψη που «εισέρχονταν» στο φκ κύρια μέσω των νεολαιίστικων φορέων των δυο πτερύγων του ρεβιζιονισμού. με δυσκολίες όμως και αντιφάσεις, πράγμα που εκφράστηκε και στα γεγονότα του Πολυτεχνείου, καθώς αυτές οι δυνάμεις αντιτάχτηκαν αρχικά για να συμμετάσχουν στη συνέχεια και να συμβάλλουν στην μαζικοποίηση και τη διάσταση που πήραν τα γεγονότα. Στην πραγματικότητα η κατάληψη ήταν έκφραση της έκβασης της πάλης δύο γραμμών στο φκ και της επικράτησης της ριζοσπαστικής, της αντιιμπεριαλιστικής του κατεύθυνσης.
Π.Σ.:Ποια ήταν η δράση της επαναστατικής αριστεράς στη Θεσσαλονίκης και πως συνέβαλε στην αντιδικτατορική πάλη του φοιτητικού κινήματος;
Β.Σ.:Η δράση της επαναστατικής αριστεράς στη Θεσσαλονίκη μπορεί χοντρικά να χωριστεί σε δύο φάσεις. Αυτό συνδέεται τόσο με τις φάσεις εξέλιξης γενικότερα της αντιδικτατορικής πάλης όσο και με γεγονότα που σημάδεψαν τη δράση της επαναστατικής αριστεράς ειδικότερα. Η πρώτη περίοδος χαρακτηρίζεται από τις προσπάθειες συγκρότησης οργανωμένων πυρήνων με βασικό αντικείμενο τη διαφώτιση -προπαγάνδα- οργάνωση μέσω της διακίνησης των εντύπων της ΟΜΛΕ σε μέλη, φίλους, συμπαθούντες κ.ά. Το χτύπημα της οργάνωσης, η σύλληψη της καθοδήγησης το καλοκαίρι του ’69 αποτελεί σοβαρό πλήγμα για όλη την οργάνωση με συνέπειες τόσο στη συγκρότηση όσο και τη δράση της. Η νέα φάση συμπίπτει με την άνοδο της αντιδικτατορικής πάλης στο φοιτητικό χώρο (’71-’72). Μαρξιστές-λενινιστές νεολαίοι συμμετέχουν ενεργά στις διεργασίες του φκ στη Θεσσαλονίκη και στην πρώτη γραμμή της πάλης στους φοιτητικούς και τοπικούς συλλόγους, σ’ όλες τις κινητοποιήσεις μέχρι την κατάληψη του Πολυτεχνείου και επόμενα, διαμορφώνοντας ταυτόχρονα μέσα από αυτή την δράση τα πρώτα στοιχεία της ανασυγκρότησής της στη Θεσσαλονίκη.
Π.Σ.:Ποια είναι η γνώμη σου για τη «γενιά του Πολυτεχνείου»;
Β.Σ.:Στο θέμα αυτό είχαμε για πολλά χρόνια το φαινόμενο της μυθοποίησης της λεγόμενης γενιάς του Πολυτεχνείου, ενώ τα τελευταία χρόνια βλέπουμε μια τάση απομυθοποίησης ή και πλήρους απαξίωσής της. Δεν συμφωνούσα με τον πρώτο και διαφωνώ και με τον δεύτερο τρόπο αντιμετώπισης του πράγματος. Κατά την άποψή μου η εξέλιξη αυτής της «γενιάς» (ας δεχτώ κατά σύμβαση τον όρο) συνδέεται με τις γενικότερες κοινωνικοοικονομικές και πολιτικές εξελίξεις, παγκόσμια και ελλαδικά.
Στο κοινωνικοοικονομικό πεδίο -στη χώρα μας- υπήρξε μια οικονομική άνοδος που δημιουργούσε «χώρο» και ενεργοποιούσε φιλοδοξίες σε ανερχόμενες μερίδες της αστικής τάξης και μεσοστρωμάτων.
Η αστική τάξη της χώρας μας «ωριμάζοντας» (έστω με τις καθυστερήσεις, αγκυλώσεις και αντιφάσεις της) «κατανόησε» τελικά το «δόγμα Πομπιντού» για «δεξιά αστυνομία και αριστερή διανόηση».
Η άλλη πλευρά του πράγματος συνδέεται με τις συνέπειες (ιδεολογικές, πολιτικές) της οπισθοχώρησης, της ήττας του επαναστατικού εργατικού κομμουνιστικού κινήματος.
Ετσι και στη βάση -συνολικά- αυτών των εξελίξεων ένας κόσμος που κινούνταν στην τροχιά των σοσιαλδημοκρατικών αντιλήψεων βρήκε με το ΠΑΣΟΚ αυτό που λίγο-πολύ προσδοκούσε. Σε ανάλογα νερά κινήθηκαν οι προσκείμενοι στο «Ευρωκομμουνιστικό» ρεύμα που προσαρμόστηκαν «κριτικά» και ανέλαβαν ρόλους στη νέα κατάσταση.
Οι δυνάμεις του «βιαστικού» μικροαστικού ριζοσπαστισμού απογοητευμένες μετατράπηκαν σε χώρο αλίευσης στελεχών από μεριάς ΠΑΣΟΚ (επιχείρηση Λαλιώτη).
Η «σιγουριά» του φλωρακικού ρεβιζιονισμού κράτησε μέχρις ότου φανεί ότι απλώς εξέθρεψε Ανδρουλάκηδες και Δαμανάκιδες και με τον ανάλογο τρόπο που το Μπρεζνιεφικό «πρωτότυπο» εκκόλαπτε Γκορμπατσόφ και Γέλτσιν.
Ετσι φτάσαμε στις ανατροπές του ’89-’91 που είχαμε την κορύφωση αυτών των αρνητικών εξελίξεων ή αν θέλουμε το έσχατο σημείο του κατήφορου.
Αλλά κάθε τέλος είναι και μια νέα αρχή. Και όσον αφορά τη γενιά του Πολυτεχνείου, αυτή ότι ήταν να δώσει, θετικό ή αρνητικό, το έχει ήδη δώσει.
Το μέλλον -κι αυτό είναι που έχει νόημα- ανήκει σ’ αυτό που διαμορφώνεται στη βάση των αντιθέσεων της εποχής μας. Την πάλη των λαών ενάντια στον πόλεμο και τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις. Την αντίσταση των εργαζόμενων στην επίθεση του καπιταλιστικού συστήματος. Την πάλη της νεολαίας για έναν κόσμο που θα της ανήκει.

Η επαναστατική Αριστερά μπορεί να ισχυροποιηθεί
Συνέντευξη με τον Στέλιο Αγκούτογλου
Η πρόσφατη περιπέτεια υγείας του σ. Στέλιου και ο μαχητικός και αισιόδοξος τρόπος που την αντιμετώπισε μας προέτρεψε ενόψει του Πολυτεχνείου να ανταποκριθούμε στη διάθεση τον να συζητήσει για τις εμπειρίες του εκείνη την περίοδο και τις σκέψεις του. Άλλωστε, όπως φάνηκε, το καλύτερο γιατρικό για το Στέλιο είναι η συζήτηση και η ανταλλαγή απόψεων. Όντας φοιτητής στην Ιταλία όταν επιβλήθηκε η δικτατορία, δραστηριοποιήθηκε στην ανασυγκρότηση των δυνάμεων που είτε σπούδαζαν είτε κατέφευγαν στη γειτονική χώρα, ώστε να μπορέσει να φτιαχτεί ένα πλατύ αντιδικτατορικό σχήμα που να δίνει τη δυνατότητα να εκφραστεί ο ανατρεπτικός, αντιδικτατορικός αλλά και συνάμα πραγματικά αριστερός λόγος και να παρέμβει στις πολιτικές διεργασίες της Αριστεράς. Έτσι συμμετείχε στην ίδρυση του ΑΜΕΕ. Με την πτώση της δικτατορίας επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη και από τότε συνεχίζει αδιάλειπτα τον αγώνα του για την προώθηση των λαϊκών αιτημάτων, για μια άλλη κοινωνία.
Ερ.: Ποιες ήταν οι συνθήκες που οδήγησαν στην επιβολή του απριλιανού πραξικοπήματος;
Απ.: Σε ό,τι αφορά την επιβολή του πραξικοπήματος, της δικτατορίας, ασφαλώς έπαιξε καθοριστικό ρόλο το ότι υπήρξαν οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις και ότι οι αμερικάνοι ιμπεριαλιστές, που ήταν κυρίαρχοι στην Ελλάδα, είχαν στα σχέδια τους να ξεκινήσουν τον πόλεμο σε Ισραήλ, να τον ενισχύσουν και με τις βάσεις και με ό,τι πολεμικό υλικό είχαν στην Ελλάδα. Από την άλλη, είχαν ενταθεί στο έπακρο οι ενδοαστικές αντιθέσεις και είχε προκληθεί σοβαρή κρίση από τη μια με το παλάτι και από την άλλη με την αστική τάξη η οποία επεδίωκε να αποκαταστήσει έναν τρόπο λειτουργίας του συστήματος κάπως διαφορετικό από αυτόν τον τελείως συντηρητικό, οπισθοδρομικό που υπήρχε μέχρι τότε και που δεν είχε καμία σχέση με τον υπόλοιπο ευρωπαϊκό χώρο, όπου στόχευε να έχει πλέον πρόσβαση και σύνδεση πιο στενή.
Από την άλλη φυσικά υπήρχε και το λαϊκό κίνημα, οι κινητοποιήσεις, οι οποίες ήταν πολύ έντονες, καθημερινές, και αυτό ήταν ένα στοιχείο που ανησύχησε και τους ιμπεριαλιστές αλλά και τους αστούς. Αυτός ήταν βασικά ένας λόγος σημαντικός που καθόρισε την επιβολή του πραξικοπήματος.
Ερ.: Ποια ήταν η κατάσταση στην επίσημη Αριστερά και με ποιες αυταπάτες πορευόταν πριν από το πραξικόπημα, αλλά και το επόμενο διάστημα;
Απ.: Με την επιβολή του πραξικοπήματος μπορούμε να πούμε ότι συνελήφθη και η επίσημη Αριστερά, εκείνη την εποχή, να είναι εντελώς ανέτοιμη. Μάλιστα υπάρχει το γνωστό άρθρο της "Αυγής" ότι δεν πρόκειται να επιβληθεί φασισμός και φασιστικό καθεστώς και ουσιαστικά ο κόσμος της Αριστεράς έπλεε σε πελάγη εφησυχασμού, ας πούμε, και αισιοδοξίας ότι τα πράγματα θα εξελιχθούν ομαλά. Αυτό έδωσε τη δυνατότητα στη χούντα, στους φασίστες να κάνουν έναν περίπατο, να επιβληθούν χωρίς να έχουν δικές τους απώλειες. Από κει και μετά δημιουργήθηκε -από το '68 και εντεύθεν ιδιαίτερα- μια σοβαρή κρίση στο πλαίσιο της ρεβιζιονιστικής Αριστεράς, η οποία μέχρι τότε είχε αναφορά στη Σοβιετική Ένωση. Η εισβολή στην Τσεχοσλοβακία ήταν η αφορμή να δημιουργηθεί το ΚΚΕ Εσωτερικού, οπότε να έχουμε στο χώρο αυτό δύο κόμματα τα οποία διαφοροποιούνταν. Από τη μια το ΚΚΕ, με το έντονο φιλο-σοβιετικό προφίλ, και από την άλλη το λεγόμενο ευρωκομμουνιστικό, το οποίο διεκδικούσε άλλους, ευρύτερους όρους -ας το πούμε- λειτουργίας μέσα στο ίδιο το αστικό σύστημα. Αυτό το πράγμα φάνηκε και με τις γραμμές που ακολουθήθηκαν επί χούντας. Δηλαδή, για παράδειγμα, το ΚΚΕ Εσωτερικού είχε μια θέση για την ενότητα όλου του αντιχουντικού φάσματος, που ξεκινούσε από αυτούς φυσικά και κατέληγε μέχρι τους βασιλικούς, για να μην πούμε όλους τους αστούς. Πιο καλυμμένα και πιο προσεγμένα πορεύτηκε το ΚΚΕ το οποίο, για να μπορέσει να κρατήσει τις δυνάμεις του, είχε ισχυροποιήσει τη φιλολογία περί μαρξισμού-λενινισμού, είχε ισχυροποιήσει τη δική του "αριστερή" φρασεολογία επ' αυτού.
Ασφαλώς υπήρχε και ο Ανδρέας Παπανδρέου με το ΠΑΚ, που κινούνταν δήθεν σε μια πολιτική επιθετική, σε μια πολιτική που τάχα ευνοούσε την ισχυροποίηση του λάου και που έπρεπε να παίξει ένα ρόλο καθοριστικό, αλλά αυτό εδώ το πράγμα φάνηκε πολύ καθαρά αμέσως μετά, με τη μεταπολίτευση, ότι ήταν συγκυριακό, πλαστό.
Ερ.: Σε ποια γραμμή προσπάθησε να ανασυνταχτεί ο κόσμος που εκφραζόταν μέσα από την ΟΜΛΕ, το ΑΜΕΕ;
Απ.: Παρ' ότι είχε διαφορετική εκτίμηση για τις προ δικτατορίας εξελίξεις, οι δυσκολίες που αντιμετώπισε στο εσωτερικό ήταν σοβαρές. Από το '69 και μετά τα στελέχη που βρέθηκαν στην Ιταλία αλλά και μετέπειτα σε Γαλλία, Γερμανία ίδρυσαν το ΑΜΕΕ. Από κει και ύστερα, αυτό το οποίο καθορίστηκε ως γραμμή επί χούντας ήταν ότι έπρεπε οι δυνάμεις που εναντιώνονταν στη χούντα να ενωθούν σε ένα μέτωπο -κάτι που ασφαλώς χρειαζόταν- αλλά αυτό το μέτωπο να ήταν ένα μέτωπο με προοπτική, όχι για να αποκατασταθεί η προηγούμενη κατάσταση, αλλά για να έχουμε μια κατάσταση τελείως διαφορετική. Αυτή την κατεύθυνση δεν υπήρχε δύναμη επίσημη, σοβαρή που να την υιοθετεί, παρά μόνο κάποιες δυνάμεις της σημερινής εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς.
Ερ.: Η στάση των διαφόρων κομμάτων στο Πολυτεχνείο πόσο ενιαία ήταν και ποια ήταν η βασική αντιπαράθεση της περιόδου;
Απ.: Η αλήθεια ασφαλώς δεν είναι ότι υπήρξε μια ενιαία στάση όσον αφορά την αντιμετώπιση της χούντας, και ιδιαίτερα αυτό καταδείχτηκε στην περίοδο του Πολυτεχνείου. Πριν από το Πολυτεχνείο, αυτό που επεδίωκε η χούντα ήταν -μέσω της επιστράτευσης του Μαρκεζίνη- να δώσει χαρακτήρα πολιτικό στη δικτατορία και να συμπαρασύρει τις διάφορες πολιτικές δυνάμεις σε αυτό το παιχνίδι. Η αλήθεια είναι ότι το ΚΚΕ (Εσ.), τότε, είχε "τσιμπήσει" σε αυτό και είχε ταχθεί υπέρ αυτής της εξέλιξης γιατί τη θεωρούσε θετική σε σχέση με τη στρατοκρατία. Από κει και ύστερα, το ΚΚΕ δεν εκφράστηκε με αυτόν τον "ανοιχτό" τρόπο, ωστόσο όμως κι αυτό επεδίωκε να υπάρχει μια τέτοια κατάσταση, χωρίς το ίδιο να "δεσμευτεί δημόσια και επίσημα. Ανεπίσημα την υποστήριζε, και αυτό φαινόταν και από διάφορες επαφές που είχε ακόμα και με ανθρώπους της Δεξιάς ή και με βασιλικούς κ.λπ., προκειμένου να "φτιαχτεί αυτό το ευρύ μέτωπο και να αντιμετωπιστεί η κατάσταση της χούντας. Αυτό όμως που έγινε στο Πολυτεχνείο δεν είχε καμία σχέση ούτε με το ένα ούτε με το άλλο κόμμα. Ήταν μια κατάσταση η οποία ξεκίνησε από δυνάμεις που ήταν μέσα σε μια λογική μάχης, αντιπαράθεσης και από κει και πέρα προβολής θέσεων λαοκρατίας, ανεξαρτησίας, εναντίωσης στις ΗΠΑ, στους ιμπεριαλιστές κ.λπ. Πράγμα το οποίο φυσικά δεν πρόβλεπε η προώθηση της "λύσης" Μαρκεζίνη. Αυτό φαινόταν και από τα μέλη ακόμα που ήταν στην Επιτροπή του Πολυτεχνείου και στο πώς εξελίχθηκε η όλη υπόθεση του Πολυτεχνείου. Βέβαια από κει και μετά προσπάθησαν να ευθυγραμμιστούν, να το αποδεχθούν και να στοιχηθούν σε αυτή την υπόθεση.
Ερ.: Μετά την εξέγερση τον Πολυτεχνείου και την πτώση της χούντας φάνηκε να ξεπροβάλλει η ευκαιρία για τον κόσμο της Αριστεράς. Πώς διαμορφώθηκε η κατάσταση τότε;
Απ.: Ασφαλώς η κατάρρευση της χούντας ήταν μια στιγμή εξαιρετικά σημαντική στις πολιτικές εξελίξεις στον τόπο μας. Με την κατάρρευση δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι πλέον ο λαός είχε τον κύριο λόγο, είχε τη δυνατότητα να παρέμβει με το δικό του τρόπο στη διακυβέρνηση. Αυτό το πράγμα φαινόταν αφενός από το ότι οι ίδιοι οι αστοί είχαν πρόβλημα στο να συγκροτηθούν (με τον Καραμανλή έστω που ήρθε κ.λπ.), ενώ πρόβλημα είχαν και οι ιμπεριαλιστές, ιδιαίτερα οι Αμερικάνοι, οι οποίοι έβγαιναν ηττημένοι μέσα από αυτήν την εξέλιξη και προσπαθούσαν να έρθουν σε μια συμφωνία με τους Ευρωπαίους, να παραχωρήσουν όσο γίνεται λιγότερα από αυτά που είχαν στα χέρια τους όλο το προηγούμενο διάστημα. Υπήρχε ένα σοβαρό πρόβλημα στην ίδια την αστική τάξη μέχρις ότου μπορέσει να επιβληθεί. Γιατί η χούντα είχε τα ερείσματα της και έκανε τις προσπάθειες να επανέλθει. Από την άλλη, η ίδια η αστική τάξη δεν είχε μια ενιαία συγκρότηση ή τουλάχιστον έναν κύριο χώρο της που να είναι καλά συγκροτημένος.
Σε ό,τι αφορά την Αριστερά, ασφαλώς ο κόσμος εκφράστηκε σε μεγάλη έκταση, σε μεγάλο πλήθος, υπέρ της Αριστεράς. Η Αριστερά δεν ήταν ακόμα ισχυρή, το ΚΚΕ ήταν ως οργανωμένη συγκρότηση πολύ χαμηλά. Πιο συγκροτημένο ήταν φυσικά το ΚΚΕ Εσωτερικού, που διέθετε δυνάμεις και στελέχη τα οποία το είχαν επανδρώσει την προηγούμενη περίοδο και ιδιαίτερα της μεταπολίτευσης. Ωστόσο, παρ' ότι δημιουργούσαν την εντύπωση ότι είχαν να παίξουν σοβαρό ρόλο, αυτό δεν μπορούσε να συμβεί. Ήδη φάνηκε και με τις εκλογές, όπου ο Καραμανλής παίρνει ένα ποσοστό το οποίο είναι εξαιρετικά μεγάλο και το παίρνει με ευθύνη πολλών αριστερών, π.χ. ο γνωστός εκβιασμός του Μίκη: "Καραμανλής ή τανκς". Αυτό το κλίμα πέρασε στον κόσμο, ο οποίος ήθελε να εκφραστεί, να εκδηλωθεί αριστερά, αλλά από την άλλη φοβόταν μήπως αυτό επαναφέρει τη χούντα. Σε ό,τι αφορά την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, ισχυροποιούνταν μέρα με τη μέρα, δυνάμωναν οι δυνάμεις της, αλλά δεν είχε φτάσει σε ένα επίπεδο που να μπορέσει να καθορίσει εξελίξεις. Ας πούμε, η πρώτη διαδήλωση του Πολυτεχνείου ήταν μια τεράστια διαδήλωση 70.000 ανθρώπων η οποία οργανώθηκε από δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς.
Από κει και μετά δεν είχε τη δυνατότητα να παρέμβει στις εκλογές, μάλιστα δεν συμμετείχε καν στις εκλογές λόγω του ότι γίνονταν 17 Νοέμβρη και θεώρησε ότι αυτό ήταν μια προσβολή προς το Πολυτεχνείο, το οποίο δεν έγινε για να έχουμε αστικές εκλογές αλλά για να έχουμε ελευθερία, λαοκρατία, ανεξαρτησία και απαλλαγή από τους ιμπεριαλιστές. Εκείνη την περίοδο δεν είχε τη δυνατότητα να οργανώσει αυτές τις δυνάμεις που συσπειρώνονταν γύρω της. Έφτασε σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο, αυτό το επίπεδο όμως δεν ήταν ικανό να μπορέσει να παίξει σημαντικό ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις.
Ερ.: Σήμερα, 30 χρόνια μετά, όλα δείχνουν ότι το λαϊκό κίνημα βρίσκεται μπροστά στους ίδιους εχθρούς. Μπορεί να ανακάμψει η Αριστερά, η επαναστατική Αριστερά, ώστε οι νέες γενιές να δώσουν τα δικά τους Πολυτεχνεία;
Απ.: Ασφαλώς και σήμερα υπάρχουν τα ίδια διλήμματα, υπάρχουν τα ίδια προβλήματα: η ισχυροποίηση και η παρουσία του ιμπεριαλισμού τόσο των Ευρωπαίων όσο και των Αμερικάνων -και ιδιαίτερα των Αμερικάνων- και από την άλλη η επίθεση του κεφαλαίου σε όλα τα επίπεδα στο λαϊκό κίνημα, στους εργαζόμενους.
Όσο για το αν υπάρχει ή όχι η δυνατότητα ιδιαίτερα από την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά να ισχυροποιηθεί και να παίξει ένα ρόλο, νομίζω ότι υπάρχει. Γιατί, σήμερα, ανά τον κόσμο και όχι μόνο στην Ελλάδα, βλέπουμε ότι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο υπάρχουν οι απαντήσεις και οι κινητοποιήσεις των λαών. Και στη χώρα μας υπήρξαν τέτοιες στιγμές. Ασφαλώς υπάρχουν και αντίθετες στιγμές, όπου η αστική τάξη περνά τη γραμμή της, ισχυροποιείται ή -στις εκλογές, π.χ.- βγαίνει παντοδύναμη. Κατά τη γνώμη μου, υπάρχει δυνατότητα σήμερα ο χώρος της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς να γνωρίσει μια ισχυροποίηση που δεν γνώρισε μέχρι τώρα ποτέ. Να παίξει ένα ρόλο εξαιρετικά σημαντικό στις πολιτικές εξελίξεις. Να αποκτήσει έναν πολιτικό λόγο τέτοιο και μια οργάνωση τέτοια που να είναι σημείο αναφοράς λαϊκών κινημάτων που κινούνται για την υπεράσπιση των συμφερόντων τους. Έχει τέτοια δυνατότητα η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά. Απλώς αυτή τη στιγμή ακόμα δεν έχει καταφέρει να βρει λύσεις και απαντήσεις στο πώς μπορεί να ενώσει διαφοροποιημένες έστω οργανώσεις και καταστάσεις, αλλά που έχουν κάποιους κοινούς στόχους.





[1] Η «Αναγέννηση» πρωτοκυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 1964 με εκδότη τον Ι. Ιορδανίδη και Υπεύθυνο Συντάκτη τον Γ. Χοντζέα. Το πρώτο τεύχος τυπώθηκε σε τυπογραφείο στα Καμίνια του Πειραιά και με γραφεία στη Θεμιστοκλέους, στο κέντρο της Αθήνας.
[2] «Αναγέννηση» τεύχος 24-25 Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 1966 σελ. 1
[3] «Αυγή» 14/8/1966
[4] Άρθρο του Μ. Γλέζου στην «Αυγή» 20/8/1966. Η «Αναγέννηση» υπογραμμίζει με νόημα το απόσπασμα περί ξένης κηδεμονίας, χαρακτηριστική έκφραση του κατηγορητηρίου του μετεμφυλιακού κράτους προς τους κομμουνιστές. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου