Η ονομασία του ιστολογίου είναι ο τίτλος του βιβλίου του Βασίλη Σαμαρά "1917-1953, Η ιστορία διδάσκει και εμπνέει"

Σάββατο 5 Μαρτίου 2022

Εθνοτική πολιτική στην ΕΣΣΔ. Έκανε λάθος ο Λένιν;

Δημοσιεύτηκε στην Προλεταριακή Σημαία, φυλ. 912, στις 3/5/2022


Το μάθαμε κι αυτό. Μέσα στο διάγγελμά του ο Πούτιν, λίγες ώρες πριν ξεκινήσει η ρωσική στρατιωτική επέμβαση στην Ουκρανία, μας υπέδειξε τον πραγματικό υπεύθυνο για την εξέλιξη που είχε η χώρα αυτή τον τελευταίο αιώνα, φτάνοντας μέχρι και τα πρόσφατα γεγονότα. Δεν ήταν μόνο ο συνήθης ύποπτος (Στάλιν) αλλά το κακό ξεκίνησε από την ίδρυση της ΕΣΣΔ με τον Λένιν. Αυτός λοιπόν ευθύνεται επειδή, όπως τον κατηγόρησε, απέσπασε την ουκρανική γη από τη ρωσική αυτοκρατορία και της έδωσε ανεξαρτησία και κρατική υπόσταση, μέσα στα πλαίσια της ΕΣΣΔ. Όπως έκανε και στις υπόλοιπες σοβιετικές Δημοκρατίες, με το δικαίωμα μάλιστα μέχρι και του αποχωρισμού, πιστός στις μαρξιστικές αρχές της αυτοδιάθεσης των εθνών. 

 

Ο λόγος που έγινε αυτό –κατά τον Πούτιν- δεν ήταν άλλος από το γεγονός ότι οι Μπολσεβίκοι, για να διατηρήσουν την εξουσία και την κρατική οντότητα της ΕΣΣΔ, έπρεπε «να ικανοποιήσουν τις όποιες απαιτήσεις, τις όποιες επιθυμίες των εθνικιστών στο εσωτερικό της χώρας». Δε θα μπορούσε να λείψει από τον αντικομμουνιστικό διάγγελμα όλη η αντισοβιετική χολή που συνήθως ξερνούν οι Δυτικοί περί κόκκινης τρομοκρατίας, σταλινικής δικτατορίας, ολοκληρωτισμού κλπ.

Ας δούμε όμως όσο γίνεται πιο σύντομα τη στάση του Λένιν και του μπολσεβίκικου κόμματος απέναντι σ’ αυτό που έχει καθιερωθεί ως «εθνικό ζήτημα» και πώς το διαχειρίστηκαν όταν έληξε ο εμφύλιος πόλεμος στην επαναστατημένη Ρωσία μετά τον Μεγάλο Οκτώβρη.

Από τα χρόνια πριν την Επανάσταση ο Λένιν διατύπωσε με σαφήνεια τις θέσεις του πάνω στο εθνικό ζήτημα. Θεωρούσε τον μεγαλορωσικό εθνικισμό ως τον χειρότερο απ’ όλους λόγω του βίαιου χαρακτήρα του, ως βασικό εχθρό στην ενότητα των εργατών του πολυεθνικού κράτους και κατέκρινε αυτούς που αρνούνταν την ισοτιμία των εθνοτήτων. Η εθνική καταπίεση των Ρώσων απέναντι στις άλλες εθνότητες δεν ήταν μόνο οικονομική αλλά απλωνόταν σε όλα τα επίπεδα, όπως άρνηση εκλογικών δικαιωμάτων, απαγόρευση γλώσσας και θρησκείας, περιορισμοί στην εκπαίδευση, στην ελευθερία κίνησης, πολιτιστική καταπίεση με απαγορεύσεις στα ήθη και τα έθιμα κλπ. Ο Στάλιν διαπίστωνε ότι αυτή η καταπιεστική πολιτική ήταν πολύ επικίνδυνη για την υπόθεση του προλεταριάτου γιατί «αποσπά την προσοχή των πλατιών στρωμάτων από τα κοινωνικά ζητήματα, από τα ζητήματα της ταξικής πάλης και τη στρέφει στα εθνικά ζητήματα, στα "κοινά" για το προλεταριάτο και την αστική τάξη». (Στάλιν, τ. 2).

Ειδικά για την Ουκρανία ο Λένιν, στα «Κριτικά σημειώματα πάνω στο εθνικό ζήτημα» που γράφτηκε στα τέλη του 1913, αναφέρει: «Πάρτε τη Ρωσία και τη στάση των Μεγαλορώσων απέναντι στους Ουκρανούς. Είναι βέβαιο ότι κάθε δημοκράτης, χωρίς να μιλάω για τους μαρξιστές, θα παλέψει αποφασιστικά ενάντια στην ανήκουστη ταπείνωση των Ουκρανών και θα απαιτήσει την πλήρη ισοτιμία τους…». Μάλιστα ασκούσε σφοδρή κριτική στους «αυτοαποκαλούμενους μαρξιστές» που ισχυρίζονταν ότι «το ουκρανικό προλεταριάτο έχει εκρωσιστεί πέρα για πέρα και δεν του χρειάζεται ξεχωριστή οργάνωση».

Το 1922 η Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος ασχολήθηκε με το ζήτημα της συνένωσης των μέχρι τότε σοβιετικών Δημοκρατιών που είχαν καταφέρει να σταθεροποιήσουν σχετικά την εργατοαγροτική εξουσία. Ήταν μια αναγκαιότητα που επέβαλε η καπιταλιστική περικύκλωση, οι ξένες επεμβάσεις αλλά και η οικοδόμηση της σοσιαλιστικής οικονομίας. Το πρόβλημα που είχαν να αντιμετωπίσουν ήταν η πολυεθνικότητα της πρώην τσαρικής αυτοκρατορίας, οι υπαρκτές εθνικές διαφορές και το σωβινιστικό μίσος που είχε καλλιεργηθεί τα προηγούμενα χρόνια στους λαούς των Δημοκρατιών.

Η κυρίαρχη άποψη –και του Στάλιν- ήταν πως έπρεπε οι Δημοκρατίες αυτές να ενταχθούν στη Ρωσική Σοβιετική Δημοκρατία με βάση τις αρχές της αυτονομίας (Ομοσπονδία). Τα κομμουνιστικά κόμματα του Αζερμπαϊτζάν και της Αρμενίας επιδοκίμασαν το σχέδιο αλλά της Ουκρανίας και της Γεωργίας αντιτάχθηκαν σ’ αυτό, ενώ της Λευκορωσίας υποστήριξε τη διατήρηση του συστήματος των συμφωνιών που ίσχυε μέχρι τότε, μια πιο χαλαρή σύνδεση δηλαδή. Αυτοί που διαφωνούσαν με την «ομοσπονδία με βάση την αυτονομία» υποστήριζαν ότι θα περιορίζονταν τα κυριαρχικά δικαιώματα των σοβιετικών Δημοκρατιών, κάτι που μπορούσαν να εκμεταλλευτούν σωβινιστικά στοιχεία κυρίως τα μεγαλορωσικά. Όμως διαφωνίες εξέφρασαν και τα αστικά-εθνικιστικά στοιχεία των Δημοκρατιών αυτών που εξακολουθούσαν να υπάρχουν και να έχουν πρόσβαση και λόγο μέσα στα σοβιέτ και τα κομμουνιστικά κόμματα. Ας μην ξεχνάμε ότι την περίοδο εκείνη είχε εφαρμοστεί η ΝΕΠ που αντικειμενικά έδινε –έστω και πρόσκαιρα- περισσότερα δικαιώματα στην αστική τάξη.


Τη λύση έδωσε ο ίδιος ο Λένιν, στηριζόμενος στις αρχές της προαιρετικής ένωσης ισότιμων λαών. Πρότεινε μια νέα μορφή συνένωσης κυρίαρχων Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, χωρίς να καταργηθεί η ανεξαρτησία τους, δηλαδή μια κρατική υπόσταση ισότιμων Δημοκρατιών, χωρίς να υπαχθούν αυτές στη Ρωσική Σοβιετική Δημοκρατία. Μάλιστα τόνισε ότι η ισοτιμία αυτή δεν έπρεπε να μείνει στο τυπικό μέρος αλλά να επιτευχθεί πραγματική ισοτιμία. Στην απόφαση για την ίδρυση της ΕΣΣΔ δινόταν το δικαίωμα σε κάθε Δημοκρατία να συμμετέχει εξίσου στις υποθέσεις της Ένωσης αλλά και, αν το επιλέξει, να αποχωρήσει ελεύθερα από αυτήν.

Αυτό το τελευταίο είναι και ένα από τα ζητήματα που ανέδειξε ο Πούτιν στο διάγγελμά του. Δεν μπορεί να… διανοηθεί ένας εκπρόσωπος της αστικής τάξης ότι είναι δυνατόν να δίνεται τέτοιο δικαίωμα στις εθνότητες. Και είναι λογικό, όταν κάποιος το βλέπει από τη σκοπιά του μεγαλορώσικου σωβινισμού ή, πολύ περισσότερο, του ρωσικού ιμπεριαλισμού. Και επί τσαρικής Ρωσίας «το ρόλο του συνενωτή των εθνοτήτων ανέλαβαν οι μεγαλορώσοι, που είχαν επικεφαλής μια ιστορικά συγκροτημένη, ισχυρή και οργανωμένη αριστοκρατική στρατιωτική γραφειοκρατία» (Στάλιν, τ. 2). Μόνο που κυριαρχούσε η καταπίεση και οι σχέσεις υποταγής. Δημιούργησαν δηλαδή μια τεράστια φυλακή λαών και εθνών.

Η διαφορά μετά την Οκτωβριανή βρίσκεται στο είδος της εξουσίας που είχε αρχίσει να οικοδομείται. Σε μια προλεταριακή εξουσία, που εμπνεόταν από τις μαρξιστικές αρχές και αποδείκνυε ότι η ισοτιμία και η ανεξαρτησία των εθνών ήταν μια πραγματικότητα και όχι κάτι τυπικό, είναι αυτονόητη ακόμα και η συμφωνία για τη δυνατότητα αποχώρησης από την Ένωση. Ήταν δηλαδή για τον Λένιν και τους Μπολσεβίκους απολύτως απαραίτητο να μην αλλοιωθεί η ιδέα της ισοτιμίας των λαών ώστε να σφυρηλατηθεί και να στεριώσει η νεοσύστατη ΕΣΣΔ και η εργατική εξουσία. Το ρωσικό προλεταριάτο, που ήταν αυτό της κυρίαρχης εθνότητας πριν την επανάσταση, έπρεπε να επιλέξει αυτό το δρόμο για να δείξει πώς πραγματικά εννοεί τον διεθνισμό. Σε άλλη περίπτωση θα υπέβοσκε πάντα ο κίνδυνος της καχυποψίας στους λαούς των Δημοκρατιών, καθιστώντας τους πιο ευάλωτους στην αστική προπαγάνδα. Τα μικροαστικά στρώματα που αμφιταλαντεύονται μεταξύ της αστικής και της προλεταριακής ιδεολογίας έπρεπε να κερδηθούν οριστικά. Αυτό βέβαια δε σήμαινε ότι αν ετίθετο ζήτημα αποχώρησης και κρατικής ανεξαρτησίας από μια Δημοκρατία, οι κομμουνιστές έπρεπε απαραίτητα να συμφωνήσουν. Αντίθετα θα πρέπει να επιστρατεύσουν όλα τα επιχειρήματα για να αποδείξουν ότι το ταξικό συμφέρον των εργαζομένων, οποιασδήποτε εθνικής ομάδας, είναι να μείνουν ενωμένοι.

Χαρακτηριστικό της ειλικρίνειας των προθέσεων των Μπολσεβίκων είναι το γεγονός ότι αναγνώρισαν αμέσως την πλήρη ανεξαρτησία στην Πολωνία και τη Φινλανδία, χώρες που ανήκαν πριν στην ρωσική αυτοκρατορία. Τα εθνικιστικά τους κινήματα διεκδικούσαν την πλήρη απόσχιση από την τσαρική Ρωσία. Οι Μπολσεβίκοι προχώρησαν στην αναγνώριση αν και η αστική τάξη και στις δύο περιπτώσεις ανέλαβε τη διακυβέρνηση. Στην Πολωνία άμεσα ενώ στη Φινλανδία μετά από μια αποτυχημένη επανάσταση των κομμουνιστών.

Οι αποφάσεις για την δημιουργία της Ένωσης επικυρώθηκαν από τα σοβιέτ των Δημοκρατιών μέσα από πλατιά συζήτηση. Έτσι στις 30 Δεκεμβρίου του 1922, στο θέατρο Μπολσόι στη Μόσχα ξεκίνησε το 1ο Συνέδριο των Σοβιέτ των Δημοκρατιών με το οποίο ιδρύθηκε η Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών. Στην ιδρυτική διακήρυξη αναφέρονταν ρητά τα εξής: «Η θέληση των λαών των Σοβιετικών Δημοκρατιών που συνήλθαν τελευταία στα συνέδρια των Σοβιέτ τους και πήραν ομόφωνα την απόφαση για το σχηματισμό της ''Ένωσης των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών'', αποτελεί σίγουρη εγγύηση ότι η Ένωση αυτή είναι εθελοντική συνένωση ισότιμων λαών, ότι για κάθε Δημοκρατία είναι εξασφαλισμένο το δικαίωμα της ελεύθερης αποχώρησης από την Ένωση, ότι η είσοδος στην Ένωση είναι ανοιχτή σε όλες τις Σοσιαλιστικές Σοβιετικές Δημοκρατίες, και σ' αυτές που υπάρχουν, και σε κείνες που μπορεί να γεννηθούν στο μέλλον…». (Στάλιν, τ. 5)

Για δεκαετίες ολόκληρες οι λαοί και οι εθνότητες που συνενώθηκαν έζησαν ειρηνικά κάτω από τη σημαία της ΕΣΣΔ, απολαμβάνοντας ισοτιμία σε όλα τα επίπεδα. Ενωμένοι κατάφεραν να μεγαλουργήσουν, να αναπτύξουν την σοβιετική οικονομία και να αλλάξουν ριζικά το βιοτικό τους επίπεδο. Όλοι μαζί κατάφεραν να αντιμετωπίσουν τη βάρβαρη ναζιστική επίθεση το 1941 και να νικήσουν, συμβάλλοντας καταλυτικά στη συντριβή του Γ’ Ράιχ και την Μεγάλη Αντιφασιστική Νίκη των Λαών. Η αναβίωση του μεγαλορώσικου εθνικισμού και των εθνικισμών στην Ανατολική Ευρώπη συνέπεσε με τη συγκρότηση και το δυνάμωμα της Νέας Αστικής Τάξης στη Σοβιετική Ένωση, την παλινόρθωση του καπιταλισμού και την κατάρρευση τελικά του ανατολικού μπλοκ.

Μια τελευταία σημείωση για την Ουκρανία και τις εθνικιστικές τάσεις που αναπτύχθηκαν εκεί. Μετά την επανάσταση του Φλεβάρη του 1917 τα αστικά εθνικιστικά στοιχεία της χώρας συσπειρώθηκαν στην Προσωρινή Κυβέρνηση και στην Κεντρική Ράντα, έχοντας ξεκάθαρα σωβινιστική πολιτική και επαφές με τους δυτικούς ιμπεριαλιστές ακόμα και μετά τον Οκτώβρη του 1917. Όμως τα σχέδιά τους ανατράπηκαν αργότερα, με τη λήξη της ουκρανικής εκστρατείας, την υπερίσχυση των Μπολσεβίκων και την ανακήρυξη της ΣΣΔ της Ουκρανίας. Στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου οι εθνικιστές της δυτικής Ουκρανίας οργανώθηκαν στον Ουκρανικό Επαναστατικό Στρατό τού Σ. Μπαντέρα και συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς Ναζί εναντίον των Σοβιετικών μέχρι την οριστική ήττα τους από τον Κόκκινο Στρατό.

 

Πηγές

1. «Ο μαρξισμός και το εθνικό ζήτημα», Ι. Στάλιν, Άπαντα τ. 2

2. «Σχετικά με το ζήτημα των εθνοτήτων ή της "αυτονόμησης"», Β.Ι. Λένιν, Απαντα τ. 45, εκδ. Σύγχρονη Εποχή

3. «Διακήρυξη για το σχηματισμό της ΕΣΣΔ», Ι. Στάλιν, Άπαντα τ. 5 Παράρτημα 1.

4. «Θέσεις πάνω στο εθνικό ζήτημα», Β.Ι. Λένιν, Άπαντα τ. 19, 4η ρωσική έκδοση

5. «Κριτικά σημειώματα πάνω στο εθνικό ζήτημα», Β.Ι. Λένιν, Άπαντα τ. 20, 4η ρωσική έκδοση

6. «Για το δικαίωμα αυτοδιάθεσης των εθνών», Β.Ι. Λένιν, Άπαντα τ. 20, 4η ρωσική έκδοση

Σ.Σ.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου