Η ονομασία του ιστολογίου είναι ο τίτλος του βιβλίου του Βασίλη Σαμαρά "1917-1953, Η ιστορία διδάσκει και εμπνέει"

Σάββατο 30 Απριλίου 2022

Μάιος 1934. Μέρες εξέγερσης στο λιμάνι της Καλαμάτας

Δημοσιεύτηκε στην Προλεταριακή Σημαία, φύλ. 916, στις 30/4/2022


Η δεκαετία του 1930 χαρακτηρίστηκε από μια ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού με δημιουργία νέων εργοστασίων και μια προσπάθεια να εκσυγχρονιστεί η βιομηχανία. Φυσικά πάντα μέσα στα πλαίσια της εξάρτησης κυρίως από ευρωπαϊκά και αμερικανικά κεφάλαια.

Ταυτόχρονα υπήρξε και μια σημαντική αύξηση του αριθμού των εργαζομένων στην βιομηχανία, μια ποσοτική αύξηση του προλεταριάτου. Ειδικά στη δεκαετία του ’30 παρατηρούμε και μια ποιοτική διαφοροποίηση στην οργάνωση και την συγκρότηση των εργατών. Το ΚΚΕ κατάφερε, μετά από μια περίοδο σοβαρών εσωτερικών διαφωνιών (1929-1931), και με την τοποθέτηση του Ν. Ζαχαριάδη στη θέση του Γ. Γραμματέα του Κόμματος, να ανακάμψει και να καθοδηγήσει σημαντικούς εργατικούς και αγροτικούς αγώνες. Φαίνονταν ξεκάθαρα οι δυνατότητες του οργανωμένου προλεταριάτου να διεκδικήσει και να αποσπάσει κατακτήσεις. Μέσα στο 1933 συμμετείχαν στις απεργίες 100.000 εργάτες ενώ το 1934 ο αριθμός αυτός σχεδόν διπλασιάστηκε.

 

Την ίδια στιγμή βέβαια το ελληνικό κράτος εξοπλιζόταν σε όλα τα επίπεδα για να δείξει ότι είναι αποφασισμένο να καταστείλει αυτή την άνοδο του κινήματος και να επιβάλλει τον τρόμο. Ήδη από το 1929 είχε ψηφιστεί το «Ιδιώνυμο» και χιλιάδες πρωτοπόροι εργάτες και κομμουνιστές βρίσκονταν φυλακισμένοι ή εξορισμένοι. Ο φασισμός και ο πόλεμος ήταν η απάντηση που έδινε ο καπιταλισμός στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο απέναντι στην ισχυροποίηση του κομμουνιστικού κινήματος.

Στο λιμάνι της Καλαμάτας, εκτός των άλλων, γινόταν εισαγωγή σιταριού και οι λιμενεργάτες το ξεφόρτωναν απευθείας μέσα στους αλευρόμυλους που είχαν χτιστεί ακριβώς δίπλα, για αυτό το λόγο. Όμως από το 1933 είχε αρχίσει να γίνεται λόγος για εκσυγχρονισμό της διαδικασίας και το 1934 ήταν η χρονιά που θα εφαρμοζόταν για πρώτη φορά η λειτουργία ενός μεγάλου απορροφητήρα (ρουφήχτρα το έλεγαν οι εργάτες) για να μεταφέρει αυτόματα και χωρίς την παρέμβαση ανθρώπινου χεριού το σιτάρι από τα πλοία στους αλευρόμυλους. Οι διαμαρτυρίες των λιμενεργατών ήταν έντονες. Εννοείται ότι στις συνθήκες του καπιταλισμού κάτι τέτοιο σήμαινε απολύσεις εργατών, χωρίς την πρόνοια να διασφαλιστούν οι θέσεις εργασίας.

Να σημειώσουμε εδώ ότι την εποχή εκείνη υπήρχε η ΓΣΕΕ που ήταν καθαρά εργοδοτική και κυβερνητική (οι «σοσιαλφασίστες» όπως τους χαρακτήριζαν οι κομμουνιστές) και η Ενωτική ΓΣΕΕ που δημιουργήθηκε το 1929 με πρωτοβουλία ταξικών αγωνιστών κυρίως από το ΚΚΕ.

Ο εκπρόσωπος της εργοδοτικής ΓΣΕΕ σε συνεννόηση με τους αλευροβιομηχάνους αποφάσισε να προτείνει τη μείωση των λιμενεργατών στο μισό και μια μικρή αποζημίωση μόνο για τους μεγάλης ηλικίας. Κάτι σαν «εθελούσια αποχώρηση» που είναι της μόδας στις μέρες μας. Φυσικά οι εργάτες αντέδρασαν και πρότειναν να υπάρχει αποζημίωση 8 δραχμές για κάθε τόνο που θα ξεφορτώνονταν από τον απορροφητήρα αναδρομικά από το 1928, όπως ήταν και η αρχική συμφωνία που είχαν με τους εργοδότες. Όμως οι αλευροβιομήχανοι και η κυβέρνηση υπαναχώρησαν και πρότειναν 6 δραχμές ανά τόνο και όχι αναδρομικά. Επίσης οι εργάτες έθεταν και το χρόνιο ζήτημα του ταμείου σύνταξης καθώς και αυξήσεις στα μεροκάματα.

Έτσι στις 7 Μάη πήραν την απόφαση να ξεκινήσουν απεργία, την πρώτη φορά που θα έρθει πλοίο να ξεφορτώσει με τον απορροφητήρα και να μπλοκάρουν τη διαδικασία, παρά τις παραινέσεις των κυβερνητικών συνδικαλιστών για ψυχραιμία. Η απάντηση από την άλλη πλευρά ήταν άμεση. Η κυβέρνηση έστειλε στο λιμάνι της Καλαμάτας αστυνομία και στρατό με πολυβόλα.


Στις 8 Μάη όλη η πόλη ήταν σε αναβρασμό. Έκλεισαν τα μαγαζιά και 5.000 κατέβηκαν στο λιμάνι. Το απόγευμα μπήκε στο λιμάνι το σιτοφόρο πλοίο «Λίμνη» και πλεύρισε τον απορροφητήρα του μύλου «Ευαγγελίστρια». Γρήγορα ξέσπασαν συγκρούσεις και έγιναν συλλήψεις. Την επομένη (9/5/1934) οι συγκρούσεις γενικεύτηκαν και ο στρατός χτύπησε «στο ψαχνό».

Αξίζει να δούμε πως περιγράφει ο Ριζοσπάστης της 10/5/1934 τα γεγονότα: «Στις 5 το πρωί οι λιμενεργάτες άρχισαν να συγκεντρώνονται στο λιμάνι με επικεφαλής την απεργιακή τους επιτροπή για την περιφρούρηση της απεργίας τους. Δύο λόχοι στρατού με πολυβόλα στημένα στους μύλους, μπροστά στο λιμεναρχείο και γύρω στο λιμάνι είναι έτοιμοι. Όλες οι αρχές βρίσκονται στο πόδι μαζί τους και οι δήμιοι αλευροβιομήχανοι Τραβασάρος, Πάστρας κλπ.

Η απεργιακή επιτροπή που ήρθε σε επικοινωνία χτες τη νύχτα με το νομάρχη και τις άλλες αρχές πήρε την απάντηση: "ΘΑ ΣΑΣ ΧΤΥΠΗΣΟΥΜΕ ΣΤΟ ΨΑΧΝΟ, ΠΑΛΙΟΣΚΥΛΑ! ΟΥΤΕ ΕΝΑ ΑΙΤΗΜΑ ΣΑΣ ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ ΔΕΧΤΟ. Η ΡΟΥΦΗΧΤΡΑ ΘΑ ΔΟΥΛΕΨΕΙ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΧΤΥΠΗΣΟΥΜΕ ΤΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΤΩΝ ΜΥΛΩΝ ΜΑΣ!" (…)

Στις 8 το πρωί η ρουφήχτρα βάζει μπροστά. Οι εργάτες αγαναχτούν. (…) Μια ομάδα 15 εργατών μπαίνει σε μια μαούνα που την τραβάει μια βάρκα για το βαπόρι. (…) Όταν η μαούνα έφτασε 15 μέτρα κοντά στο βαπόρι ο λοχαγός Παναγόπουλος με το πιστόλι στο χέρι φωνάζει: "Σταθείτε!" και ταυτόχρονα ρίχνεται ομοβροντία πυροβολισμών. Ένας λιμενεργάτης μέσα στη μαούνα είναι βαριά τραυματισμένος. (…) Ο εργάτης που τράβαγε το κουπί της βάρκας πέφτει νεκρός και άλλοι τραυματισμένοι μέσα στη μαούνα. Οι εργάτες (…) δεν υποχωρούν. (…) Η θεριστική βολή και τα πυρά ομαδόν συνεχίζονται. Άλλοι δύο εργάτες ξαπλώνονται νεκροί στο πλακόστρωτο.

(…) Το πυρ συνεχίζεται με μανία. Οι εργάτες διασκορπίζονται, αλλά πάλι ξανασυντάσσονται. Άλλοι πέφτουν στη θάλασσα για να σώσουν τους δικούς τους, που για να γλυτώσουν από τους πυροβολισμούς είχαν πέσει από τη μαούνα στη θάλασσα. Τα πτώματα των σκοτωμένων οι εργάτες τα βγάζουν από τη θάλασσα και συγκεντρώνονται φωνάζοντας: "Κάτω οι δολοφόνοι! Κάτω οι τύραννοι!" Βάζουν τα πτώματα πάνω σε μια σκάλα ενώ ένα αυτοκίνητο μεταφέρει εφτά θανάσιμα τραυματισμένους στην κλινική του Μάντζαρη. Οι εργάτες, με τα πτώματα των σκοτωμένων με κόκκινες και μαύρες σημαίες από τα τσεμπέρια των γυναικών ξεκινούν για την πόλη φωνάζοντας: «Άτιμοι δολοφόνοι. Θα μας το πληρώσετε"».

Οι εργοδοτικοί συνδικαλιστές, ακόμα και τότε που υπήρχαν νεκροί εργάτες, προσπαθούσαν να σταματήσουν την απεργία λέγοντας ότι «Αυτά είναι άσκοπα…». Φυσικά γλίτωσαν το λιντσάρισμα την τελευταία στιγμή.

Τα επεισόδια γενικεύτηκαν σε όλη σχεδόν την Καλαμάτα. Οργισμένοι λιμενεργάτες μπήκαν ακόμα και μέσα στα σπίτια των αλευροβιομηχάνων προκαλώντας καταστροφές. Κηρύχτηκε στρατιωτικός νόμος στην πόλη και την επόμενη μέρα η γενική απεργία συνεχίστηκε. Συνολικά σκοτώθηκαν 7 και δεκάδες τραυματίστηκαν. Η Ενωτική ΓΣΕΕ κάλεσε όλα τα σωματεία να κηρύξουν απεργία και να απαιτήσουν την τιμωρία των ενόχων για τη σφαγή. Όπως και έγινε. Σε όλες σχεδόν τις πόλεις της χώρας οργανώθηκαν απεργίες και διαμαρτυρίες. Μέχρι και οι φυλακισμένοι στο Γεντί Κουλέ πραγματοποίησαν 24ωρη απεργία πείνας σε ένδειξη συμπαράστασης. Στις 11 Μάη διοργανώθηκε μεγάλο συλλαλητήριο στην Αθήνα. Στις 16 Μάη με πρωτοβουλία της Ενωτικής ΓΣΕΕ και παρά τις αντιδράσεις εργοδοτικών συνδικαλιστών πραγματοποιήθηκε πανεργατική απεργία με συμμετοχή δεκάδων χιλιάδων εργαζομένων. Ακόμα και σωματεία που ανήκαν στην εργοδοτική ΓΣΕΕ πήραν αποφάσεις για απεργία ενάντια στην συνομοσπονδία τους. Τελικά οι κινητοποιήσεις των λιμενεργατών έληξαν με συμφωνία με τους βιομηχάνους και την κυβέρνηση, χωρίς όμως να ικανοποιηθούν πολλά από τα αιτήματά τους.

Στις δίκες που ακολούθησαν καταδικάστηκαν 4 εργάτες σε πολύμηνη φυλάκιση ως πρωταίτιοι των γεγονότων και κανένας από τους πραγματικά υπεύθυνους που ήταν οι βιομήχανοι και η κυβέρνηση του Π. Τσαλδάρη.

Η φωτιά όμως που είχε ανάψει εξακολουθούσε να σιγοκαίει. Τα γεγονότα της Καλαμάτας δεν έσβησαν από τη μνήμη του λαού μας. Πάρα την άγρια καταστολή και τα ξεπουλήματα, την επόμενη χρονιά (1935) πραγματοποιήθηκε μια μεγάλη εξέγερση των σταφιδοπαραγωγών της Πελοποννήσου. Οι μυλεργάτες της Καλαμάτας δεν ξέχασαν. Ήταν αυτοί που πρώτοι στάθηκαν αλληλέγγυοι στον αγώνα των αγροτών και εργατών γης.

Πηγές: Εφημερίδα Ριζοσπάστης (φύλλα Μαΐου 1934)

Σ.Σ.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου