της Δαμαλή
Ελένης
Δημοσιεύτηκε
στο περιοδικό «Έναυσμα» τ. 46, το φθινόπωρο του 2016
Στην ιστορία
του κομμουνιστικού κινήματος υπήρξαν πολλές διαφωνίες, τάσεις και
αντιπαραθέσεις, με κορυφαία εκείνη του ειρηνικού περάσματος από τη μία, και της
επαναστατικής ανατροπής από την άλλη. Στην αντιπαράθεση αυτή, η επικράτηση της
ρεβιζιονιστικής γραμμής οδήγησε στην ήττα και την αποσυγκρότηση του εργατικού
επαναστατικού κινήματος. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της γραμμής του
ειρηνικού περάσματος συναντάμε στη Χιλή, τη δεκαετία του 70, με πρωτεργάτη τον
Αλιέντε.
Ο Σαλβαδόρ
Αλιέντε (γιατρός) ήταν ιδρυτής του Σοσιαλιστικού
Ο Σαλβαδόρ
Αλιέντε (γιατρός) ήταν ιδρυτής του Σοσιαλιστικού Κόμματος Χιλής. Το 1937,
συμμετείχε στις εκλογές με το Λαϊκό Μέτωπο (συνεργασία
Σοσιαλιστικού-Κομμουνιστικού-Δημοκρατικού Κόμματος), εκλέχθηκε Υπουργός Υγείας
και το 1945 μέλος της Γερουσίας. Το 1952, αν και είχε καταθέσει υποψηφιότητα
για Πρόεδρος, διαγράφηκε από το Σοσιαλιστικό Κόμμα, γιατί στηριζόταν από το
παράνομο τότε Κομμουνιστικό Κόμμα. Τον Νοέμβρη του 1970, ήρθε στην εξουσία
κατεβαίνοντας στις εκλογές με τη Λαϊκή Ενότητα (έναν εκλογικό συνασπισμό έξι
κομμάτων και οργανώσεων, με τα μεγαλύτερα να είναι το Σοσιαλιστικό και το
Κομμουνιστικό Κόμμα). Λόγω της μικρής διαφοράς στην εκλογική αναμέτρηση και
βάσει νόμου, το Κογκρέσο έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στον Αλιέντε.
Έτσι, η Λαϊκή
Ενότητα προώθησε κάποιες μεταρρυθμίσεις: κρατικοποιήσεις, ανακατανομή γης,
αυξήσεις μισθών σε ένοπλες δυνάμεις κλπ. Ωστόσο, παρά τον κοινωνικό χαρακτήρα
ορισμένων, τα μέτρα αυτά δεν αποτελούσαν επ' ουδενί πρόκληση απέναντι στην
κυριαρχία του ιδιωτικού κεφαλαίου, ίσα-ίσα του παρέχονταν ένα σωρό εγγυήσεις
και αποζημιώσεις. Η ίδια επιλογή διατηρήθηκε στο πολιτικό πεδίο, αφού ο
Αλιέντε, σύμφωνα και με το κείμενο που υπέγραψε σαν προϋπόθεση για να πάρει την
εξουσία, διατήρησε τα όργανα του καπιταλιστικού κράτους (δηλαδή το
πολιτικό-νομικό σύστημα και τις ένοπλες δυνάμεις του). Με άλλα λόγια, το
καπιταλιστικό κράτος και οι δομές του λογιζόταν σαν κάτι το ουδέτερο, που όταν
το «ελέγχει» η Αριστερά, μπορεί να το χρησιμοποιεί ενάντια στα συμφέροντα των
καπιταλιστών. Βέβαια η οπτική αυτή γρήγορα κατέρρευσε από την πραγματικότητα
του ιμπεριαλισμού.
Ειδικότερα, δύο
χρόνια μετά, έγινε η 1η αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος από τους
Αμερικάνους και τον Κίσινγκερ. Τον Ιούνιο του '73, ένα δεύτερο πραξικόπημα
κατεστάλη από τον στρατό, υπό τον στρατηγό Πρατς. Η συμβουλή που δόθηκε, στη
συνέχεια, από τον Πρατς στον Αλιέντε, να δώσει όπλα στο λαό ανοίγοντας τα
οπλοστάσια, απορρίφθηκε με την απάντηση: «Αυτή η επανάσταση θα γίνει χωρίς
σταγόνα αίμα. Βασίζεται σε αξίες και όχι στη βία».
Τελικά, ο
Αλιέντε αποφάσισε να τοποθετήσει στην ηγεσία του στρατού τον Πινοσέτ. Την Τρίτη
11 Σεπτεμβρίου 1973, έγινε συγχρονισμένη επίθεση από ξηρά και αέρα στο
προεδρικό μέγαρο. Η δημοκρατία καταλύθηκε και την εξουσία κατέλαβε ο Πινοσέτ.
Τη στάση αυτή του Αλιέντε την πλήρωσε τόσο ο ίδιος με τη ζωή του, όσο και ο
λαός της Χιλής με εκατοντάδες νεκρούς και αγνοούμενους, αλλά και με την
αιματηρή και άγρια δικτατορία του Πινοσέτ έως το 1990.
Είναι άτοπο να
ταυτίζει κανείς τη Χιλή του '70 με την Ελλάδα του σήμερα, μια άλλη χώρα και
μάλιστα σε συνθήκες αδυσώπητης δομικής κρίσης του καπιταλιστικού-ιμπεριαλιστικού
συστήματος και εν απουσία κινήματος. Όμως, μία στάση, αντίληψη και γραμμή
διαχείρισης, όπως εκείνη που εκφράστηκε και έφτασε να κυβερνά στη Χιλή, με άλλη
μορφή αλλά απαράλλαχτο περιεχόμενο, βρίσκει σήμερα υποστηρικτές από την
Αριστερά «μας».
Το παράδειγμα
της Χιλής αποδεικνύει ότι όποια αριστερή κοινοβουλευτική στροφή φαντασιώνονται
κάποιοι γίνεται στα πλαίσια του υπάρχοντος πολιτικού συστήματος. Και το σύστημα
είναι δομημένο έτσι ώστε η τάξη που βρίσκεται στην εξουσία να μην την
εγκαταλείψει ποτέ, να μπορεί σε κάθε επίπεδο να αναπαράγεται και να
διαιωνίζεται. Ο κυβερνητισμός, λοιπόν, που χαρακτηρίζει την κυρίαρχη Αριστερά
(προτάσεις νόμου στη Βουλή, μεταβατικό πρόγραμμα, κ.ά.), ο δρόμος του ειρηνικού
περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, αποδείχθηκε όχι μόνο ανύπαρκτος
αλλά και αδιέξοδος για τις ανάγκες του λαού. Η απόρριψη της βίαιης
επαναστατικής ανατροπής του συστήματος καλλιεργεί αυταπάτες που στρώνουν το
έδαφος στην απογοήτευση των λαϊκών δυνάμεων. Συγκαλύπτουν το ρόλο του αστικού
κράτους, του αστικού στρατού, του αστικού πολιτικού και νομικού συστήματος.
Είναι, συνεπώς, αποδεδειγμένο με τον πιο οδυνηρό τρόπο, ότι δε μπορούμε να
πετύχουμε μεταβάσεις σε μια άλλη κοινωνία, χωρίς να αμφισβητήσουμε την αστική
τάξη και το σύστημα της, την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.
Το πραξικόπημα
της Χιλής, επιπλέον, αναδεικνύει τη σκληρή πραγματικότητα του ιμπεριαλισμού και
τα καθήκοντα της εργατικής τάξης και του λαού απέναντι του. Πόσο μάλλον για μια
εξαρτημένη χώρα όπως είναι η δική μας, είναι ενδεχόμενα και πραξικοπήματα και
κάθε άλλου είδους αιματηρές ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, όταν η πολιτική μιας
χώρας εναντιώνεται στις επιταγές των πατρώνων της. Φάνηκε μάλιστα ότι αυτό
συμβαίνει, ακόμα και όταν ο διαχειριστής δεν αμφισβητεί την αστική εξουσία αλλά
την αποδέχεται, προσπαθώντας να της δώσει ένα «ανθρώπινο» πρόσωπο. Σε κάθε
περίπτωση, φανερώνεται το διπλό καθήκον των λαών απέναντι στην ιμπεριαλιστική
βαρβαρότητα και την καπιταλιστική εκμετάλλευση. Αυτό που θέτει η πραγματικότητα
σήμερα είναι η ανάγκη ανασυγκρότησης του λαού και της εργατικής τάξης σε
επαναστατική κατεύθυνση μέσω ενός μετώπου αντίστασης-διεκδίκησης. Αυτό βέβαια
προϋποθέτει να αντιλαμβάνονται οι δυνάμεις με αναφορά στο κίνημα την
αποσυγκρότησή του και συνακόλουθα την ανάγκη ανοικοδόμησής του. Επίσης, όσον
αφορά τον λαό μας, να αναγνωρίζεται η εξάρτηση της χώρας από Ευρωπαίους και
Αμερικάνους ιμπεριαλιστές. Γιατί, στην τελική, μόνο όταν λαός και νεολαία
αναπτύξουν την πάλη τους σε αντιιμπεριαλιστική κατεύθυνση και τσακίσουν το αστικό
κράτος, μπορούν να γίνουν πραγματικά αφέντες στον τόπο τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου