Επισήμως βέβαια αναφέρουν ότι ασχολούνται με τη συλλογή πληροφοριών καθώς και την αντίστοιχη διανομή τους, για ζητήματα που αφορούν την «εθνική ασφάλεια» της χώρας. Όμως η ιστορία των ελληνικών μυστικών υπηρεσιών, από τα χρόνια της ίδρυσής τους, έχει δείξει ότι λειτουργούν ως ένα νόμιμο παρακράτος δίπλα στο επίσημο κράτος, κατευθυνόμενο από ξένους αντίστοιχους οργανισμούς (κατά βάσιν των ΗΠΑ και ΕΕ), προσφέροντας χρήσιμες υπηρεσίες στους ιμπεριαλιστές και τους υποτακτικούς τους.
ΚΥΠ
Αν και υπήρχαν υποτυπώδεις μυστικές υπηρεσίες ακόμα κι από τον 19ο αιώνα (ασχολούνταν κυρίως με τους λεγόμενους ληστές των βουνών που ήταν ένα είδος αντιεξουσιαστών) η πρώτη σύγχρονη μυστική υπηρεσία δημιουργήθηκε το 1908, ως Τμήμα Πληροφοριών του Υπουργείου Εξωτερικών. Ήταν την εποχή που είχε αναδειχθεί το «Μακεδονικό Ζήτημα» και όπως ήταν φυσικό, επικεφαλής της υπηρεσίας τέθηκε ένα μέλος του Μακεδονικού Κομιτάτου, ο συνταγματάρχης Παναγιώτης Δαγκλής. Το 1925 (λίγα χρόνια μετά την επικράτηση των Μπολσεβίκων στη Ρωσία) επί δικτατορίας Θ. Πάγκαλου, ιδρύθηκε η Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας που σύντομα μετονομάστηκε σε Υπηρεσία Γενικής Ασφάλειας του Κράτους, με στόχο φυσικά τον ανερχόμενο κομμουνιστικό κίνδυνο και την παρακολούθηση των κομμουνιστών. Η Υπηρεσία διαλύθηκε το 1926 και για τα επόμενα 10 χρόνια τις αρμοδιότητές της ανέλαβε η Χωροφυλακή. Ήταν η εποχή που άνθισε το κυνήγι των κομμουνιστών, η εποχή του Ιδιώνυμου, των εξοριών και των φυλακίσεων.
Την περίοδο της Κατοχής ανέλαβε το έργο η ίδια η Γκεστάπο και για την «Εξόριστη Κυβέρνηση» του Καΐρου, η βρετανική Ιντέλιτζενς Σέρβις.
Στη διάρκεια του εμφυλίου υπήρχε η Διεύθυνση Υπηρεσίας Πληροφοριών ενταγμένη βέβαια στον Στρατό και με μοναδικό καθήκον το χτύπημα του ΔΣΕ.
Το 1949 δημιουργήθηκε η Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών και Ερευνών με καθαρά αντικομμουνιστικό προσανατολισμό και το 1953 (λίγο μετά την ένταξη της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ) ιδρύθηκε η διαβόητη ΚΥΠ (Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών) από τον ελληνοαμερικανό πράκτορα της CIA Τομ Καραμεσίνη. Πρώτος διοικητής της διορίστηκε ο συνταγματάρχης Αλέξανδρος Νάτσινας. Ο Νάτσινας ήταν από τους στρατιωτικούς που είχε πολύ στενές σχέσεις με τους Αμερικανούς. Επίσης ήταν μέλος της ηγετικής ομάδας του ΙΔΕΑ και μετέπειτα συνεργάτης του Γ. Παπαδόπουλου στη Χούντα. Καταδικάστηκε και αποστρατεύτηκε για συμμετοχή του στο κίνημα του 1951 αλλά με απόφαση του Πλαστήρα επανήλθε. Βρισκόμαστε στα πρώτα χρόνια της αμερικανοκρατίας στην Ελλάδα μετά τον εμφύλιο (κυρίως με κυβερνήσεις Παπάγου, Καραμανλή) και η ΚΥΠ ελεγχόταν απόλυτα από τις ΗΠΑ. Είναι χαρακτηριστικό ότι μέχρι το 1964 οι μισθοί των πρακτόρων της ΚΥΠ πληρώνονταν απευθείας από τις ΗΠΑ χωρίς να μεσολαβεί κάποια υπηρεσία του ελληνικού Δημοσίου.
Μια από τις βασικές αρμοδιότητες της ΚΥΠ -και με επίσημη εντολή του Νάτσινα- ήταν η παρακολούθηση της κομμουνιστικής δράσης μέσα στον στρατό. Ήταν η εποχή της Μακρονήσου και των εξοριών, η εποχή της «Κόκκινης Προβιάς» δηλαδή του ελληνικού τμήματος του μυστικού δικτύου «Gladio» που οργάνωσαν οι ΗΠΑ στις χώρες της δυτικής Ευρώπης, με στόχο την αποτροπή της κατάληψης της εξουσίας από την Αριστερά. Φυσικά μέσα στις βασικές αρμοδιότητές της ήταν και η αποτροπή τής επέκτασης του σοσιαλιστικού στρατοπέδου ακόμα πιο νότια.
Καταλυτική ήταν η συμβολή της ΚΥΠ και του ίδιου του Νάτσινα στη οργάνωση του «Σχεδίου Περικλής» με το οποίο ένα δίκτυο στρατιωτικών, αστυνομικών και παρακρατικών παρενέβη στην προεκλογική περίοδο του 1961 για να μειωθεί το ποσοστό της ΕΔΑ και να βγει πρώτο κόμμα η ΕΡΕ του Καραμανλή. Οι εκλογές εκείνες έμειναν στην ιστορία ως «εκλογές βίας και νοθείας». Στην προεκλογική περίοδο δολοφονήθηκαν δύο νεολαίοι τής ΕΔΑ ο Στέφανος Βελδεμίρης και ο Διονύσης Κερπινιώτης. Άμεση ήταν η εμπλοκή της ΚΥΠ και στη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη το 1963 με τη δημιουργία παρακρατικών φασιστικών οργανώσεων.
Πολύ στενές επίσης ήταν οι σχέσεις του Νάτσινα με τον Γ. Παπαδόπουλο. Η ΚΥΠ, με ενέργειες του ίδιου του Νάτσινα, ενεπλάκη στην απαλλαγή του μελλοντικού δικτάτορα από τις κατηγορίες σχετικά με το σαμποτάζ στον Έβρο, μια προβοκάτσια για δολιοφθορά που έστησε ο ίδιος ο Παπαδόπουλος ενάντια σε έναν στρατιώτη αριστερών φρονημάτων, κατηγορώντας στη συνέχεια το ΚΚΕ για συνωμοσία. Αν και αποκαλύφθηκε ο βρώμικος ρόλος του Παπαδόπουλου στην υπόθεση, ο ίδιος απαλλάχθηκε με βούλευμα λίγο πριν τη δίκη.
Πολλοί από τους χουντικούς είχαν αναδειχθεί πριν το 1967 ως υψηλόβαθμα στελέχη της ΚΥΠ όπως ο Ν. Μακαρέζος, ο Μ. Ρουφογάλης κ.α. Στενός φίλος του Νάτσινα ήταν και ο αρχηγός της αντικομμουνιστικής οργάνωσης «Χ» στην Κατοχή, Γεώργιος Γρίβας. Ήταν αυτός που έπαιξε βρώμικο ρόλο στο Κυπριακό με την ίδρυση της ΕΟΚΑ Β’, τις τρομοκρατικές ενέργειες και όπως αποδείχθηκε αργότερα, με σχέδιο για πραξικόπημα στην Κύπρο και ανατροπή του Μακάριου. Κάτι που μπορεί να μην το πέτυχε ο ίδιος αλλά έγινε πράξη με τον Ιωαννίδη το 1974 και τη γνωστή συνέχεια της τουρκικής εισβολής.
Στη μεταπολίτευση δεν άλλαξε ο προσανατολισμός της ΚΥΠ. Με πρόσχημα την παρακολούθηση των λεγόμενων «σταγονιδίων της Χούντας» -κατά τη φράση του Αβέρωφ-, η ΚΥΠ συνέχισε την ευρεία παρακολούθηση μελών της Αριστεράς, συντάσσοντας και εμπλουτίζοντας τους φακέλους για χιλιάδες αγωνιστές.
ΕΥΠ
Με την ανάληψη της διακυβέρνησης από το ΠΑΣΟΚ το 1981 έγινε μια προσπάθεια να φανεί ότι κάτι αλλάζει και στο ζήτημα των μυστικών υπηρεσιών. Έτσι το 1986 ψηφίστηκε νόμος με τον οποίο μετονομάστηκε η ΚΥΠ σε ΕΥΠ (Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών). Πέρα από μια επίφαση εκσυγχρονισμού και απεμπλοκής από το αμαρτωλό παρελθόν της αμερικανοστήρικτης ΚΥΠ, έγινε μια προσπάθεια από τον Α. Παπανδρέου να ελέγξει όσο γίνεται περισσότερο τις μυστικές υπηρεσίες αφού γνώριζε πολύ καλά ότι η δράση τους μπορεί να καταστεί επικίνδυνη ακόμα και για τις ίδιες τις κυβερνήσεις που υποτίθεται ότι υπηρετούν, αρκεί να δοθεί εντολή από τα έξωθεν αφεντικά. Μάλιστα πρώτος διοικητής της ΕΥΠ διορίστηκε ο αριστερών καταβολών Κ. Τσίμας, στέλεχος του αντιδικτατορικού ΠΑΚ στη Χούντα. Ήταν ο πρώτος διοικητής των μυστικών υπηρεσιών που δεν ήταν στρατιωτικός, μια επιλογή με συγκεκριμένο συμβολισμό. Αν και κατηγορήθηκε κι αυτός για υποκλοπές, όχι μόνο δεν οδηγήθηκε σε δίκη αλλά ανταμείφθηκε για τις υπηρεσίες του και διέπρεψε αργότερα ως ευρωβουλευτής.
Βέβαια ο χαρακτήρας της ΕΥΠ παρέμεινε ίδιος. Πιο «εκσυγχρονισμένη», πιο ελεγχόμενη υποτίθεται από τον πρωθυπουργό, παρέμενε μια υπηρεσία υπό την κηδεμονία των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ και της ΕΕ. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι το 1995 η ΕΕ ζήτησε από τις εταιρείες τηλεφωνίας να δώσουν στα κράτη μέλη τεχνολογικές διευκολύνσεις για να μπορούν να πραγματοποιηθούν οι παρακολουθήσεις. Μπορεί το 1989 εκατομμύρια φάκελοι να κάηκαν, με πολλές φανφάρες μάλιστα από την τότε συγκυβέρνηση ΝΔ-ΣΥΝ αλλά δημιουργήθηκαν ακόμη περισσότεροι ηλεκτρονικοί.
Ο ρόλος των πρακτόρων όμως δεν έμεινε απλώς στις παρακολουθήσεις. Απειλές, εκβιασμοί, πλαστογραφίες, προβοκάτσιες και άλλα αδικήματα του κοινού ποινικού κώδικα, που πιθανώς να μην μάθουμε ποτέ, συνοδεύουν το «εθνικό» τους έργο.
Η ανάληψη των Ολυμπιακών Αγώνων το 2004 ήταν η μεγάλη ευκαιρία για την ανασυγκρότηση της ΕΥΠ και την αγορά σύγχρονων τεχνολογιών παρακολούθησης με τεράστιες δυνατότητες.
Πρόσφατα σε πλήρη ευθυγράμμιση με το δόγμα Μητσοτάκη «νόμος και τάξη» αποφασίστηκε να υπάρχει τμήμα της ΕΥΠ σε κάθε δημόσια υπηρεσία (παράρτημα), προσπαθώντας η κυβέρνηση να ελέγξει πλήρως το Δημόσιο και φυσικά τους συνδικαλιστές και εργαζομένους του.
Τα τελευταία χρόνια, με την όξυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, δόθηκε μια ιδιαίτερη βαρύτητα στην κατεύθυνση αυτή, χωρίς να αλλάξει ο βασικός της προσανατολισμός της ΕΥΠ που είναι ενάντια στο εργατολαϊκό κίνημα.
Οι υποκλοπές μπορεί να άλλαξαν όνομα και να έγιναν «συνακροάσεις» και πρόσφατα «επισυνδέσεις», η ουσία όμως δεν αλλάζει. Τα έργα και οι ημέρες της ΕΥΠ είναι ουκ ολίγα. Από την ανάμιξή της στο σκάνδαλο Κοσκωτά στα τέλη της δεκαετίας του '80, μέχρι το 1999 και την παράδοση του Οτζαλάν στην Τουρκία ενώ βρισκόταν στα χέρια της ΕΥΠ και από τις υποκλοπές του «πράσινου» Τόμπρα και του «εθνικού κοριού» Μαυρίκη του πατρός Μητσοτάκη, μέχρι τις απαγωγές μελών της πακιστανικής κοινότητας στην Αθήνα το 2005 και τα υπερσύγχρονα συστήματα χαφιεδισμού predator του Κοντολέοντος, οι μυστικές υπηρεσίες παραμένουν ένας οργανισμός που είναι εξ ορισμού ενάντια στον «εχθρό λαό», δεν εκδημοκρατίζονται, δεν ελέγχονται από τον λαό και δεν μπορεί να τεθούν σε πλαίσιο διαφάνειας. Ελέγχονται από ξένες υπηρεσίες και ο ρόλος τους είναι σύμφυτος με αυτόν του αστικού κράτους και των ιμπεριαλιστών.
Σ.Σ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου