Η ονομασία του ιστολογίου είναι ο τίτλος του βιβλίου του Βασίλη Σαμαρά "1917-1953, Η ιστορία διδάσκει και εμπνέει"

Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2018

100 χρόνια απ’ την ίδρυση του ΣΕΚΕ-ΚΚΕ: Τιμή και προσεγγίσεις την επαναστατική του ιστορία, με το βλέμμα στραμμένο στην προοπτική της εργατικής τάξης και του λαού


 Πηγή: εδώ

Ομιλία του σ. Γ. Βάρλα στην εκδήλωση για 100 χρόνια ΣΕΚΕ-ΚΚΕ που οργάνωσε το ΚΚΕ(μ-λ), Πειραιάς 27/10/2018
 



Συντρόφισσες και σύντροφοι, φίλοι και φίλες,
Πέρυσι τιμήσαμε την 100η επέτειο της πρώτης νικηφόρας προλεταριακής επανάστασης στον κόσμο, της Οκτωβριανής Επανάστασης και την απαρχή της οικοδόμησης μιας άλλης κοινωνίας. Πριν από δύο χρόνια τιμήσαμε μια άλλη επέτειο, αυτή των 50 χρόνων απ’ τη Μ.Π.Π.Ε. στην Κίνα που σχετίστηκε με το ζήτημα της συνέχισης της επανάστασης και της ταξικής πάλης, για την υπεράσπιση του σοσιαλισμού και για την αποτροπή της παλινόρθωσης του καπιταλισμού.

 
Σήμερα με την εκδήλωση αυτή, καθώς και με μια σειρά άλλες εκδηλώσεις και δράσεις που πραγματοποίησε τη χρονιά αυτή η Οργάνωσή μας πανελλαδικά (όπως την εκδήλωση στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής την Πρωτομαγιά, το 3ήμερο οδοιπορικό στο Γράμμο τον Ιούλη, και μια σειρά εκδηλώσεις, παρεμβάσεις και δράσεις σε πόλεις), τιμούμε τα 100 χρόνια απ’ την ίδρυση του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδας, μετέπειτα ΣΕΚΕ (Κομμουνιστικού) και Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας. Τα 100 χρόνια δηλαδή απ’ την εμφάνιση του συγκροτημένου κομμουνιστικού κινήματος και στη χώρα μας.
Αποτελεί άραγε ο χαρακτήρας μιας εκδήλωσης σαν κι αυτή, απλά και μόνο μια «απότιση φόρου τιμής» στον τιτάνιο και ηρωικό αγώνα των κομμουνιστών και του λαού; Στόχος της είναι μόνο, ή κυρίως, το να μην ξεχαστεί η ιστορία του κινήματος της εργατικής τάξης και του λαού και για να τη μάθουν οι νεότεροι; Υπάρχει «κόκκινο νήμα» που συνδέει το «χθες» με το «σήμερα», κι αυτό με το «αύριο»; Υπάρχουν σήμερα ανάλογες ανάγκες που γέννησαν το κομμουνιστικό κίνημα τότε; Υπάρχει σχέση των απόψεων, των πολιτικών θέσεων και λογικών που εκφράστηκαν τότε με αυτές που εμφανίζονται σήμερα και ίσως και αύριο; Σχετίζονται αυτά με τη ζωή της εργατικής τάξης και του λαού; Με τη σημερινή επίθεση του καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού; Με την αντίσταση και την προοπτική; Σ’ όλα τα παραπάνω ερωτήματα απαντάμε καταφατικά.
Το ΣΕΚΕ ιδρύθηκε στις 17-23 Νοέμβρη 1918 με το 1ο ιδρυτικό του Συνέδριο (το 1ο Πανελλαδικό Σοσιαλιστικό Συνέδριο) εδώ στον Πειραιά, στα γραφεία του Συνδέσμου Μηχανικών Ατμόπλοιων. Συνένωσε έτσι οργανωτικά μια σειρά σοσιαλιστικές ομάδες που είχαν συγκροτηθεί και δρούσαν σε διάφορες πόλεις της χώρας, κύρια σε περιοχές με ισχυρή εργατική σύνθεση (Αθήνα, Πειραιάς, Θεσσαλονίκη, Βόλος, Καβάλα, Λάρισα, Κέρκυρα). Η έννοια «σοσιαλιστής» ή και «σοσιαλδημοκράτης» εκείνης της εποχής βέβαια ήταν τελείως διαφορετική απ’ αυτή που επικρατεί σήμερα. Τη χαρακτήριζε ένα εργατικό, ριζοσπαστικό και επαναστατικό πνεύμα και δεν έχει σχέση με τη σημερινή της «εγκόλπωση» και χρήση της απ’ το σύστημα. Ήταν ωστόσο ακόμα «θολή» και εμβρυική, για ένα κίνημα που άρχιζε να εμφανίζεται απ’ το 1878 στη χώρα μας, και που επηρεαζόταν τόσο από αντιλήψεις «ουτοπικού σοσιαλισμού», από μικροαστικές, αναρχικές, ή και χριστιανικές πλευρές, όσο κι από πλευρές του μαρξισμού που προσπαθούνταν να προσεγγιστούν και να κατανοηθούν. Ενώ απ’ τη μία, δεν είχε ξεκαθαρίσει ακόμα με το ρεφορμισμό της εποχής, συμπλέκονταν απ’ την άλλη με το πρωτοεμφανιζόμενο στη χώρα μας εργατικό κίνημα, που είχε χαρακτηριστικά σκληρής και αιματηρής ταξικής σύγκρουσης με την εργοδοσία και τους εκμεταλλευτές. Όπως στα ναυπηγεία της Σύρου, στα μεταλλωρυχεία της Σερίφου και του Λαυρίου, σε εργατικούς αγώνες στον Πειραιά, στο Βόλο, στη Θεσσαλονίκη και σε άλλες εργατουπόλεις. Είτε με το αγροτικό κίνημα (Μαρίνος Αντύπας και εξέγερση Κιλελέρ το 1910). Είτε με άλλα δημοκρατικά κινήματα (δημοτικισμός, ενάντια στην καταπίεση της γυναίκας, ενάντια στην εκκλησιαστική ισχύ και υπέρ της ανεξιθρησκίας, ενάντια στη μοναρχία).
Ήδη απ’ το 1915, με την Πρώτη Πανελλαδική Σοσιαλιστική Συνδιάσκεψη στην Αθήνα, είχε τεθεί συγκεκριμένα η ανάγκη της συνένωσης όλων των σοσιαλιστικών ομάδων που υπήρχαν και δρούσαν στη χώρα. Στο ιδρυτικό Συνέδριο του ΣΕΚΕ, συμμετείχαν 30 αντιπρόσωποι, σύμφωνα με την εκδοχή του Αβραάμ Μπεναρόγια, ή και περισσότεροι, σύμφωνα με άλλες εκδοχές. Εργάτες (καπνεργάτες, σιγαροποιοί, ναυτικοί και ηλεκτροτεχνίτες), φοιτητές και νεολαίοι μέλη «μορφωτικών ομίλων», σοσιαλιστές διανοούμενοι, εκπρόσωποι σοσιαλιστικών οργανώσεων απ’ την Αθήνα, τον Πειραιά, το Βόλο, τη Λάρισα, την Κέρκυρα την Καβάλα, μέλη γνωστών συγκροτήσεων με δράση, σαν τη «Σοσιαλιστική Εργατική Ομοσπονδία Φεντερασιόν Θεσσαλονίκης», καθώς και των εφημερίδων «Εργατικός Αγώνας», «Ριζοσπάστης», «Αβάντι» και «Σοσιαλισμός». Οι οργανωμένοι συνολικά σε διάφορες σοσιαλιστικές ομάδες εκείνης της εποχής, αναφέρεται πως έφταναν τους 1.000, σε όλη τη χώρα. Η ΓΣΕΕ (που καμιά σχέση δεν έχει με τη σημερινή ΓΣΕΕ των ξεπουλημάτων και των εργατοπατέρων), που αποτελούσε την πρώτη πανελλαδική εργατική συνδικαλιστική συγκρότηση, είχε ιδρυθεί λίγες μέρες πριν την ίδρυση του ΣΕΚΕ, στις 27-28 του Οκτώβρη 1918, ενώ Εργατικά Κέντρα είχαν δημιουργηθεί στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη, στον Πειραιά, στο Βόλο, στον Αλμυρό, στη Λάρισα. Αναφέρεται πως στο 1ο ιδρυτικό Συνέδριο της ΓΣΕΕ συμμετείχαν 214 σωματεία που εκπροσωπούσαν 65.000 συνδικαλισμένους εργάτες.
Είναι η περίοδος της νικηφόρας Οκτωβριανής Επανάστασης και των προλεταριακών επαναστάσεων στη Γερμανία, στη Φινλανδία και στην Ουγγαρία που επιχείρησαν, χωρίς να το πετύχουν, να εγκαθιδρύσουν εργατική σοβιετική εξουσία. Είναι και η περίοδος του τέλους του Α’ Παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού πολέμου (Ιούλης 1914 – Νοέμβρης 1918) που κόστισε στους λαούς, 18 εκατομμύρια νεκρούς, πείνα κι εξαθλίωση. Είναι η περίοδος των δύο Βαλκανικών πολέμων (1912-13). Είναι ταυτόχρονα και η περίοδος της σκληρής αντιπαράθεσης στο πλαίσιο του διεθνούς εργατικού κινήματος και της Δεύτερης Διεθνούς, ανάμεσα στην επαναστατική – διεθνιστική και στη ρεφορμιστική – σοσιαλσωβινιστική γραμμή. Στη γραμμή που εξέφραζαν ο Λένιν και οι Μπολσεβίκοι, η Ρόζα Λούξεμπουργκ, ο Καρλ Λήμπκνεχτ και οι Σπαρτακιστές από τη μία, και οι διάφοροι Κάουτσκι, Μπερνστάιν, Πλεχάνοφ και άλλοι, απ’ την άλλη. Ανάμεσα δηλαδή στη γραμμή της επαναστατικής ανατροπής και της συντριβής του αστικού κράτους, ως προϋπόθεση για την οικοδόμηση της εργατικής και λαϊκής εξουσίας, και στη γραμμή του λεγόμενου «ειρηνικού κοινοβουλευτικού περάσματος στο σοσιαλισμό». Όπως και ανάμεσα στη γραμμή της αντιπαράθεσης απ’ το προλεταριάτο και το λαό, στον πόλεμο που διεξάγει η ιμπεριαλιστική αστική τάξη της χώρας του, και σ’ αυτή της συστράτευσης μ’ αυτήν στον πόλεμο ενάντια στις ανταγωνίστριες ιμπεριαλιστικές αστικές τάξεις και τους λαούς τους.
Η πρώτη αυτή στην ιστορία της χώρας πολιτική και οργανωτική συγκρότηση του προλεταριάτου σε Κόμμα, αποτέλεσε ένα πραγματικό ποιοτικό άλμα, που σήμανε την απαρχή μιας μακρόχρονης αγωνιστικής, επαναστατικής και ένδοξης ιστορίας δεκαετιών, με συμμετοχή σε μια πορεία, εκατοντάδων χιλιάδων λαού και εργατών. Που δε λογάριασαν κόπους και θυσίες και στερήθηκαν την ελευθερία τους ή και τη ζωή τους ακόμα, υπηρετώντας μια σπουδαία υπόθεση. Αυτή της απελευθέρωσης της εργατικής τάξης και όλου του λαού, για μια άλλη κοινωνία, δίκαιη, απαλλαγμένη απ’ τα δεσμά της καταπίεσης και εκμετάλλευσης και της κάθε είδους εξάρτησης.
Ο σπόρος αυτός όμως του μέλλοντος δε θα μπορούσε να μην φέρει και σημάδια του παρελθόντος. Δε θα μπορούσε επίσης, να μη χρωματιζόταν και από πολιτικο-ιδεολογικές αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις στο πλαίσιό του, τόσο κατά την αρχική φάση, όπου άσκησε επίδραση και η αντιπαράθεση στους κόλπους του διεθνούς εργατικού κινήματος και της Δεύτερης Διεθνούς, όσο και κατά τα επόμενα δύσκολα χρόνια.
Σ’ ολόκληρη την ιστορία του ΚΚΕ μέχρι τη βίαιη επιβολή της δεξιάς γραμμής, απ’ τους σοβιετικούς κι εγχώριους ρεβιζιονιστές, παράλληλα με την αμείωτη δράση του, τον ηρωισμό του, την προσφορά του στην υπόθεση, εκφράστηκαν και εκδηλώθηκαν απόψεις, θέσεις ή και γραμμές για μια σειρά επίμαχα ζητήματα που έθετε η ίδια η ζωή κι η ταξική πάλη και που μπορεί να έφταναν να αντιπαρατεθούν σκληρά. Που αντανακλούσαν επίσης διαφορετικές ταξικές εκφράσεις και επιδράσεις και που παρήγαγαν συγκριμένη πολιτική και πρακτική στάση μέσα στο νέο επαναστατικό υποκείμενο. Συγκρούσεις και αντιπαραθέσεις που όμως, όταν έφταναν να εμποδίσουν και να μπλοκάρουν την ενότητα θέλησης και δράσης της οργανωμένης αυτής πολιτικής συλλογικότητας της τάξης, και την ίδια τελικά τη δράση, δημιουργούνταν ένα κρίσιμο και σοβαρό πρόβλημα, που ζητούσε άμεση λύση.
Έτσι στο ίδιο το ιδρυτικό Συνέδριο του ΣΕΚΕ εμφανίστηκαν τρείς τάσεις, η «αριστερή», η «δεξιά» και η «κεντρίστικη». Η αριστερή τάση που τάσσονταν υπέρ της επαναστατικής ανατροπής και υποστήριζε ανεπιφύλακτα την Οκτωβριανή επανάσταση επικρατεί, ενώ μέρος της δεξιάς πτέρυγας αποχωρεί. Όπως ο Γιαννιός για παράδειγμα, απ’ τους γνωστούς τότε σοσιαλιστές, με θέσεις ενάντια στην κατεύθυνση για επαναστατική ανατροπή και υπέρ του λεγόμενου «ανθρωπιστικού σοσιαλισμού». Αλλά και υπέρ της «Μεγάλης Ιδέας», που τον οδήγησαν στη συνέχεια στην αγκαλιά του βενιζελισμού. Εκφραστές τόσο της αριστερής, όσο και της κεντρίστικης πλευράς βρέθηκαν στη Κεντρική Επιτροπή του ΣΕΚΕ που εκλέχθηκε απ’ το Συνέδριο. Το ΣΕΚΕ διακήρυξε δημόσια πως παλεύει για την «ανατροπή της διεθνούς κεφαλαιοκρατίας και για το θρίαμβο του διεθνούς σοσιαλισμού». Το Συνέδριο εξέδωσε επίσης ψήφισμα υποστήριξης της νεαρής σοβιετικής δημοκρατίας ενάντια στην ιμπεριαλιστική επέμβαση των «συμμάχων της Αντάντ», ψήφισμα υποστήριξης της προλεταριακής επανάστασης στη Γερμανία, ενώ μίλησε και για Βαλκανική Δημοκρατική Ομοσπονδία. Προτάθηκαν επίσης και αιτήματα πάλης δημοκρατικού χαρακτήρα, που εντάχθηκαν στο πρόγραμμα και στο καταστατικό του, όπως για την πάλη για την κατάργηση του βασιλικού θεσμού, για το δικαίωμα ψηφοφορίας και εκλογής για άνδρες και γυναίκες, για την εθνικοποίηση των τσιφλικιών και των μοναστηριακών κτημάτων και την απόδοση τους σ’ αυτούς που τα δουλεύουν, για την πάλη για το 8ωρο, για τη δημιουργία συνταξιοδοτικών ταμείων, για το κατώτατο μεροκάματο. Αποφασίστηκε η ένταξη του ΣΕΚΕ στη Δεύτερη Διεθνή. Η εβδομαδιαία εφημερίδα «Εργατικός Αγώνας» έγινε το επίσημο όργανο του Κόμματος, ενώ κι ο καθημερινός «Ριζοσπάστης» εξέφραζε τις απόψεις του ΣΕΚΕ. Το Κόμμα πραγματοποιεί κομματικές συγκεντρώσεις πανελλαδικά. Ιδιαίτερο βάρος ρίχνει όμως στην εργατική δουλειά, στη σύνδεση του με τους εργάτες και τους εργαζόμενους, στην οργάνωσή τους σε συνδικάτα, σε απεργιακούς αγώνες και διεκδικήσεις. Η πρώτη πανελλαδική απεργία των τραπεζοϋπαλλήλων και η πρωτομαγιάτικη απεργία του 1919, για αύξηση στα μεροκάματα, 8ωρο και κοινωνική ασφάλιση, που κήρυξε η ΓΣΕΕ είχαν την καθοριστική σφραγίδα της δουλειάς του ΣΕΚΕ. Αυτή η τελευταία γενική απεργία πήρε και πολιτικό χαρακτήρα υπεράσπισης της νεαρής Σοβιετικής δημοκρατίας, ενώ μια άλλη πολιτική γενική απεργία τον Ιούλη ζητούσε την απελευθέρωση εξόριστων στελεχών της ΓΣΕΕ.
Το Μάη του 1919 συγκαλείται το 1ου Εθνικό Συμβούλιο του ΣΕΚΕ που αντιτίθεται στην ιμπεριαλιστική εισβολή στη Σοβιετική Ρωσία, και στη συμμετοχή του εκστρατευτικού σώματος της χώρας μας στην Ουκρανία. Το Συμβούλιο αποφασίζει την υλοποίηση της απόφασης του Μάρτη, για αποχώρηση απ’ τη Δεύτερη Διεθνή, την ένταξή του στην Τρίτη Κομμουνιστική Διεθνή, (Κομιντέρν). Τη Διεθνή δηλαδή που συγκρότησαν το Μάρτη αυτό, οι επαναστάτες σοσιαλιστές (κομμουνιστές) -με καθοριστική τη συμβολή των μπολσεβίκων και του Λένιν- σε αντιπαράθεση με τη χρεωκοπημένη Δεύτερη Διεθνή που εκφυλίστηκε πλήρως σε ρεφορμιστική και σοσιαλ- σωβινιστική. Η απόφαση αυτή προκάλεσε νέα σφοδρή αντιπαράθεση ανάμεσα στη γραμμή που τάχθηκε υπέρ της ένταξης στην Τρίτη Διεθνή και σε μια δεξιά τάση που τάχθηκε ενάντια, και υπέρ της παραμονής στη Δεύτερη. Η ρευστότητα των καταστάσεων φάνηκε κι απ’ το γεγονός ότι ενώ επικρατεί πολιτικά η αριστερή πλευρά, οι εκφραστές της παραιτούνται απ’ την ΚΕ για λόγους «ευθιξίας» για να επανέλθουν μετά, στο 2ο Συνέδριο. Χαρακτηριστικές είναι επίσης οι ταλαντεύσεις αλλά και οι αντιφάσεις που χαρακτήριζαν πολλά απ’ τα στελέχη της ιδρυτικής αυτής γενιάς του ΣΕΚΕ. Ο δάσκαλος Παναγής Δημητράτος για παράδειγμα, που έδωσε χρόνια μετά τη ζωή του στον αγώνα, όταν εκτελέστηκε το 1944 απ’ τους γερμανούς φασίστες, εκλέχτηκε Γραμματέας, όντας -μαζί με τον Μπεναρόγια, την ιστορική αυτή μορφή της «Φεντερασιόν»- πολέμιος στην ένταξη του ΣΕΚΕ στην Τρίτη Διεθνή, από δεξιές ρεφορμιστικές θέσεις.
Αντιφάσεις, ταλαντεύσεις, λάθη, αλλά και αποστρατεύσεις και «στροφές» ή οπορτουνισμούς και προδοσίες, όπως και συμβολή, ηρωισμούς και αφοσίωση, θα δούμε σε πάρα πολλά στελέχη του ΚΚΕ σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας του. Ωστόσο ο απολογισμός ενός τέτοιου μεγαλειώδους κινήματος σαν το κομμουνιστικό κίνημα, είναι διαφορετικός απ’ τον απολογισμό των στελεχών του. Όχι ότι δεν έπαιξαν ρόλο κι αυτά, είτε θετικό, είτε αρνητικό και πολλές φορές πολύ κρίσιμο. Ο Κορδάτος ή ο Πουλιόπουλος. Ο Σιάντος ή ο Ιωαννίδης. Ο Ζαχαριάδης. Ο Άρης Βελουχιώτης. Ο Παρτσαλίδης κι ο Βαφειάδης. Ο Πλουμπίδης. Ο ήρωας τού λαού μας Νίκος Μπελογιάννης. Ο Κολιγιάννης και οι ρεβιζιονιστές πραξικοπηματίες της Τασκένδης. Αλλά ο απολογισμός αυτός πρέπει να σταθεί στο ποιές γραμμές, ποιές κατευθύνσεις, ποιές στάσεις, ποιές επιλογές εκφράστηκαν, συγκρούστηκαν, προχώρησαν ή δεν προχώρησαν, επιβεβαιώθηκαν ή όχι. Και πως επέδρασαν αυτές στην πολιτική συλλογικότητα του προλεταριάτου που είναι το Κόμμα. Σε αναφορά πάντα με τη μεγάλη υπόθεσή μας. Κάτω απ’ αυτό το πρίσμα θα κριθούν και τα πρόσωπα και η ζωή τους.
Τον Απρίλη του 1920 με το 2ο του Συνέδριο του, το ΣΕΚΕ αποχωρεί απ’ τη Δεύτερη Διεθνή και προσχωρεί οργανικά στην Τρίτη. Μετονομάζεται σε ΣΕΚΕ (Κομμουνιστικό), τροποποιεί το πρόγραμμα και το καταστατικό του, τάσσεται πιο ξεκάθαρα υπέρ της επαναστατικής κατάληψης της πολιτικής εξουσίας απ’ την εργατική τάξη, δηλώνοντας αντίθετο στην «ουτοπική ιδέα της κατάληψης της εξουσίας μέσω του κοινοβουλίου», τάσσεται πιο ξεκάθαρα υπέρ της δικτατορίας του προλεταριάτου καθώς και του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, ως τρόπο λειτουργίας και δράσης του -επιδιώκοντας το κόμμα νέου τύπου- ενώ χαιρετίζει και τις αποφάσεις της Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας με την οποία είχε συνδεθεί έμπρακτα απ’ το Γενάρη. Θα ’λεγε κανείς πως ήταν ένα συνέδριο παραπέρα προχωρήματος μιας επαναστατικής προλεταριακής κατεύθυνσης κάτω απ’ την επίδραση και των αποτελεσμάτων του μπολσεβικισμού, που κατόρθωσε να κρατηθεί η νέα σοβιετική εξουσία πολεμώντας με πολλούς και σκληρούς εχθρούς και με πολλά και σοβαρά προβλήματα σε πολλά μέτωπα. Και στο συνέδριο αυτό ωστόσο εκδηλώθηκαν αντικρουόμενες απόψεις και «γραμμές» σε σοβαρά ζητήματα. Εκφράστηκε η άποψη που συμπυκνώνονταν με τη φράση «πρώτα μελετάμε, μετά δρούμε», απ’ τους μετέπειτα «αρχειομαρξιστές». Μια θέση που καταδίκαζε το Κόμμα στην αδράνεια και στην υποταγή στην αστική νομιμότητα, που «ανέβαλε» τις ευθύνες που προέκυπταν απ’ την καθημερινή σκληρή ταξική πάλη, μια θέση που «έσπαγε» τη διαλεκτική σχέση θεωρίας-πράξης. Αλήθεια πόσες τέτοιες, παραπλήσιες ή ανάλογες απόψεις, δεν έχει συναντήσει το κομμουνιστικό και το λαϊκό κίνημα από τότε μέχρι και σήμερα; Ότι η λύση είναι η δημιουργία «ομάδων μελέτης», χωρίς καμία βέβαια σχέση με την ταξική πάλη. Ότι η ζύμωση και προπαγάνδα είναι ξεκομμένη απ’ τη δράση και τη σύγκρουση. Ότι προκειμένου να υπάρξει δράση, πρέπει πρώτα να έχει κατακτηθεί η μαρξιστική κατάρτιση… Κι από ποιους αλήθεια θα ρωτάγαμε; Και σε ποιο βαθμό; Απ’ την καθοδήγηση; Απ’ όλο το οργανωμένο σώμα; απ’ την εργατική τάξη; απ’ τις ευρύτερες λαϊκές μάζες; Το να συζητά λοιπόν κανείς για λογικές και απόψεις που εκφράστηκαν τότε, κάθε άλλο παρά… «βυζαντινολογία» είναι, γιατί αφορούν ζητήματα επίμαχα, ανάλογα βέβαια και με τα χαρακτηριστικά της κάθε εποχής. Ένα άλλο επίμαχο σημείο αντιπαράθεσης που εκφράστηκε τότε, επίσης… διαχρονικό, αφορούσε στην ουσία το δημοκρατικό συγκεντρωτισμό, με μια άποψη που τον αρνούνταν, και τάσσονταν υπέρ της ύπαρξης οργανωμένων πολιτικών τάσεων μέσα στο Κόμμα, λες κι επρόκειτο για όμιλο διανοουμένων ή για αστικό πολυτασικό ρεύμα. Μια άποψη που συγκάλυπτε και «στρογγύλευε» το γεγονός πως η ταξική πάλη έχει επίδραση και μέσα στο επαναστατικό υποκείμενο και πως αν υπάρχει ανάγκη οικοδόμησης ενός υποκειμένου του προλεταριάτου με οργανωμένη συλλογική θέληση και με δυνατότητα δράσης, οργάνωσης της τάξης και νίκης, είναι απαραίτητη και η αντιπαράθεση, αλλά και η λύση των αντιφάσεων, με πολιτική επικράτηση ή ήττα και «χρέωση» της μίας ή άλλης «τάσης», και το ποιοτικό άλμα, για την επίτευξη τελικά μιας συνειδητής και οργανωμένης -ακόμα και σιδερένιας – πειθαρχίας του επαναστατικού υποκειμένου, στη μάχη του ενάντια σ’ έναν οργανωμένο και πολυπλόκαμο αντίπαλο, τον καπιταλισμό – ιμπεριαλισμό, που δε θα «χαρίσει» σε κανέναν την κυριαρχία του. Οι απόψεις αυτές ηττήθηκαν πολιτικά, αλλά αυτό δε σημαίνει πως δεν εμφανίστηκαν ξανά, από τότε μέχρι τις μέρες μας.
Το Σεπτέμβρη του 1920 το ΣΕΚΕ(Κ) αποφασίζει τη συμμετοχή του στις βουλευτικές εκλογές του Οκτώβρη. Τον ίδιο μήνα δολοφονείται στη Μαύρη Θάλασσα, από ληστές ή πράκτορες, μαζί με το στέλεχος του Μπολσεβίκικου Κόμματος Ωρίωνα Αλεξάκη, ο νεολαίος κομμουνιστής Δημοσθένης Λιγδόπουλος, μέλος της καθοδήγησης κι απ’ τα ιδρυτικά στελέχη του ΣΕΚΕ, ενώ επέστρεφε απ’ το 2ο Συνέδριο της Τρίτης Διεθνούς στη Μόσχα, όπου είχε πάει για να υλοποιηθεί η απόφαση ένταξης του ΣΕΚΕ(Κ) σ’ αυτή.
Την περίοδο που ακολουθεί -αλλά και πριν- ξέσπασαν σκληροί διεκδικητικοί εργατικοί αγώνες ενάντια στην εργοδοσία και στην κυβέρνηση, σε κόντρα με την αστική νομιμότητα: Πανεργατική απεργία στο Βόλο, απεργίες εργατών στον ηλεκτρισμό, απεργίες καπνεργατών στη Μακεδονία και τη Θράκη, πανελλαδική απεργία σιδηροδρομικών, στους οποίους το ΣΕΚΕ(Κ) και η ΓΣΕΕ, με την οποία το Κόμμα έχει συνδεθεί και οργανικά (και με το «Ριζοσπάστη» ως κοινό όργανο) έπαιξαν καθοριστικό ρόλο. Κάποιοι απ’ αυτούς τους σκληρούς αγώνες κατόρθωναν νίκες (αύξηση μεροκάματου, 8ωρο), ενώ πολλοί άλλοι χτυπήθηκαν απ’ την αστυνομία και χαρακτηρίστηκαν από επιστρατεύσεις, συγκρούσεις, κρατική τρομοκρατία, συλλήψεις (έως και 1.500 συλλήψεις σιδηροδρομικών για παράδειγμα), μέχρι και δολοφονίες. Ας συγκρίνουμε τη δράση αυτή του ΣΕΚΕ(Κ) με τη γραμμή και τη στάση του σημερινού ρεβιζιονιστικού ΚΚΕ που ακριβώς για να μη συγκρουστεί με την πολιτική του συστήματος και αναλάβει ευθύνες ως προς αυτό, όχι μόνο «δε βάζει πλάτη», αλλά υπονομεύει τους σκληρούς αγώνες αντίστασης – εργατικούς και λαϊκούς – που απαιτούνται σήμερα. Παραπέμποντας με τη γνωστή του «αερογέφυρα» και τις… εκλογές, στη θολή του «λαϊκή εξουσία». Τι σχέση έχει επίσης η λογική και η πρακτική ευνόησης, ανάπτυξης και καθοδήγησης πραγματικών αγώνων – μαχών, με τη λογική, πρακτική και γραμμή του σημερινού ΚΚΕ, των εικονικών, παραταξιακών παρελάσεων του ΠΑΜΕ για την εξυπηρέτηση των προτάσεων νόμου του ΚΚΕ στη βουλή;
Το σύστημα και οι κυβερνήσεις του αντιμετώπισαν το ανερχόμενο εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα καθώς και τη νέα πολιτική συγκρότηση της εργατικής τάξης με απαγορεύσεις, διώξεις, βία και καταστολή. Όσο μάλιστα συνειδητοποιούσαν ότι αυτό γίνονταν επικίνδυνο για την πολιτική τους και για τα συμφέροντα τους, ακόμα και την ύπαρξη της άρχουσας αστικής τάξης και των ιμπεριαλιστικών αφεντικών της στη χώρα, τόσο πιο επιθετικοί γίνονταν.
Αρχικά ο βενιζελισμός προσπάθησε να προσεταιριστεί τις πολιτικές και συνδικαλιστικές διεργασίες και συγκροτήσεις στο εργατικό κίνημα, να τις χρησιμοποιήσει προς όφελος των κομματιών της αστικής τάξης που εκπροσωπούσε, και στην «αστικοδημοκρατική» πολιτική. Ακόμα και ως πιθανή δύναμη στήριξης σε διαπραγματεύσεις με άλλες χώρες για το εδαφικό, σύμφωνα με κάποιες μετέπειτα εκτιμήσεις στελεχών του ΚΚΕ, και με δεδομένη τη σοσιαλσοβινιστική κυριαρχία στη Δεύτερη Διεθνή. Αλλά πάνω απ’ όλα, για να εμποδίσει τη διαδικασία πολίτικης χειραφέτησης και οργάνωσης του προλεταριάτου για τα δικά του ταξικά συμφέροντα και επιδιώξεις. Για να εμποδίσει το να πάρουν η εργατική τάξη κι ο λαός στα δικά τους χέρια, την υπόθεση της απελευθέρωσής τους. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Μπεναρόγια, ο Βενιζέλος δείχνει… «λίαν φιλόφρων» προς τους σοσιαλιστές. Αξιοποίησε σίγουρα και τις εκφράσεις του ρεφορμισμού και του οπορτουνισμού στο εσωτερικό τους, θα προσθέταμε. Έτσι, το Φλεβάρη του ’18 κάποιοι απ’ αυτούς τους «σοσιαλιστές» θα πάνε αντιπρόσωποι στη «Σοσιαλιστική Συνδιάσκεψη» του Λονδίνου, με χρηματοδότηση του υπουργείου Εξωτερικών του Βενιζέλου. Μια συνδιάσκεψη βέβαια που οργανώθηκε από κοινού απ’ τους ιμπεριαλιστές της Αντάντ και τη Δεύτερη Διεθνή, ενάντια στη Σοβιετική Ρωσία και τους μπολσεβίκους.
Για να φτάσει τελικά, σε μια πορεία, στις διώξεις των κομμουνιστών με το «Ιδιώνυμο» του 1929, «περί των μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος». Ανάλογη τακτική προσεταιρισμού έχουν ακολουθήσει απέναντι στο εργατο-λαϊκό κίνημα και σε μετέπειτα ιστορικές φάσεις και άλλοι διαχειριστές του συστήματος αυτού, απ’ το ΠΑΣΟΚ και μέχρι τον ΣΥΡΙΖΑ. Τόσο για τον ευνουχισμό και την αφομοίωσή του, όσο και για τη χρησιμοποίησή του, όταν απουσιάζει μια επαναστατική και ταξική κατεύθυνση, αντικαπιταλιστική και αντιιμπεριαλιστική.
Η αστική τάξη και όλοι οι πολιτικοί της σχηματισμοί -δεξιοί, μοναρχικοί και «φιλελεύθεροι»- και οι κυβερνήσεις της, «δημοκρατικές» ή δικτατορικές -στρατιωτικές, λύσσαξαν, όταν συνειδητοποίησαν τον κίνδυνο που διέτρεχαν, αυτοί και το σύστημα τους, απ’ την πολιτική και συνδικαλιστική οργάνωση του προλεταριάτου, απ’ την καθημερινή δράση της και την επαναστατική της προοπτική. Η ξεκάθαρη θέση και η έμπρακτη αντίθεση και δράση του ΣΕΚΕ(Κ) ενάντια στη «Μικρασιατική εκστρατεία» (1919-22), όπου με τις πλάτες και για λογαριασμό των ιμπεριαλιστών της «Αντάντ» (κύρια Βρετανίας και Γαλλίας), αλλά και για να ικανοποιήσει τις μωροφιλοδοξίες της για προσάρτηση των παραλίων της «Μικράς Ασίας», η ελληνική αστική τάξη εισέβαλε στην Τουρκία, είχε ως αποτέλεσμα το ΣΕΚΕ(Κ) και το ΚΚΕ μετέπειτα, να έχει κόστος σε σοβαρές διώξεις. Όπως τη φυλάκιση όλης της Κεντρικής του Επιτροπής, τις εξορίες στελεχών και μελών του, τις επιθέσεις στα γραφεία του «Ριζοσπάστη», ο οποίος τον Αύγουστο του 1921 έγινε επίσημο όργανο του Κόμματος. Το ΣΕΚΕ πρωτοστάτησε τότε στη δημιουργία της «Ένωσης Παλαιών Πολεμιστών» με χιλιάδες μέλη, δική της εφημερίδα, 400 παραρτήματα σ’ όλη τη χώρα, όπου οργάνωνε συλλαλητήρια και διαδηλώσεις χιλιάδων, που συγκρούονταν με τη χωροφυλακή, μέχρι και με το στρατό.
Ας συγκρίνουμε κατ’ αναλογία, αυτά, με τη θέση του σημερινού ΚΚΕ για την ελληνοτουρκική αντιπαράθεση. Όπου όχι μόνο δε βάζει πλάτη για τη συγκρότηση ενός αντιπολεμικού αντιιμπεριαλιστικού αντιεθνικιστικού κινήματος, αλλά την ίδια στιγμή που θεωρεί πως η Ελλάδα βρίσκεται στο… ιμπεριαλιστικό στάδιο του καπιταλισμού, καταγγέλλει μόνιμα και μονομερώς την τουρκική επιθετικότητα, που «συστηματικά και σχεδιασμένα αμφισβητεί την εδαφική ακεραιότητα της χώρας μας» και τάσσεται υπέρ του «αξιόμαχου» του αστικού στρατού… αφού τάχα «εκδημοκρατιστεί».
Λίγο πριν τη μικρασιατική καταστροφή (Αύγουστος 1922), εκφράζονται στο πλαίσιο του ΣΕΚΕ(Κ) δεξιές και αριστερίστικες απόψεις και κατευθύνσεις και ξεσπούν νέες αντιπαραθέσεις. Οι αντιφάσεις των στελεχών φάνηκαν για άλλη μια φορά. Κυριαρχεί μια δεξιά αντίληψη που εκφράστηκε απ’ τους Μπεναρόγια, Γιάννη Κορδάτο και άλλους -ο δεύτερος, γνωστός για την μαρξιστική του κατάρτιση και την πλούσια συμβολή του στην ιστορική υλιστική ανάλυση ζητημάτων της χώρας που εκλέχθηκε και Γραμματέας – πως το Κόμμα έχει ανάγκη «μακράς νόμιμης ύπαρξης», προκειμένου να οργανωθεί και να προπαγανδίσει την άποψή του. Κι έτσι, να κινηθεί ανάλογα, μη θέτοντας σε κίνδυνο την κατάσταση νομιμότητας. Προτάθηκε μάλιστα και η αλλαγή του προγράμματος με βάση αυτό. Ταυτόχρονα εκφράστηκε και μια άλλη δεξιά τάση που πρόκρινε τη συνεργασία με τα αστικά κόμματα και τους βενιζελικούς, καθώς μία με αριστερίστικες τυχοδιωκτικές θέσεις. Είναι φανερό πως οι θέσεις αυτές είναι απότοκο της άγριας επίθεσης που εξαπέλυσε το σύστημα απέναντι στο ΣΕΚΕ(Κ) για τη στάση του απέναντι στη «μικρασιατική εκστρατεία». Εκτός απ’ τους συνολικότερους φόβους του, απ’ το εργατικό κίνημα. Ωστόσο οι αποφάσεις του 2ου Συνεδρίου παραμένουν. Την ίδια χρονιά, στις 28 του Νοέμβρη ιδρύεται με το πρώτο της Συνέδριο, η Ομοσπονδία Κομμουνιστικών Νεολαίων Ελλάδας (ΟΚΝΕ).
Η περίοδος που ακολουθεί χαρακτηρίστηκε ως περίοδος «αποσυνθετικής κρίσης» για το ΣΕΚΕ(Κ) ακόμα κι απ’ το ίδιο το έκτακτο εκλογικό του συνέδριο, που αποφάσισε και το κατέβασμά του στις εκλογές του Δεκέμβρη 1923. Ταυτόχρονα, είναι μια θυελλώδης περίοδος με μαζικές απεργίες εργατών (πανεργατική απεργία, απεργίες καπνεργατών, εργατών ηλεκτρισμού και ναυτεργατών) που βάφτηκαν με αίμα απ’ τις κυβερνήσεις Πλαστήρα και Βενιζέλου. Στην Αθήνα, στον Πειραιά και στη Θεσσαλονίκη, αστυνομικές δυνάμεις επιτέθηκαν στους απεργούς και δολοφόνησαν. Δεν έλειψε αποτυχημένο στρατιωτικό κίνημα, και μέτρα καταστολής σαν τη διάλυση σωματείων της ΓΣΕΕ απ’ την κυβέρνηση Πλαστήρα, καθώς και ένταση των διώξεων ενάντια στο ΣΕΚΕ(Κ). Σ’ αυτή τη φάση με το 3ο Συνέδριό του (Νοέμβρης – Δεκέμβρης 1924) το ΣΕΚΕ(Κ) μετονομάζεται σε ΚΚΕ (Ελληνικό Τμήμα της Κομμουνιστικής Διεθνούς) και αποφασίζει οργανωτική αναδιοργάνωση της λειτουργίας του με βάση τους πυρήνες, νέο καταστατικό, ανεπιφύλακτη αποδοχή όλων των αποφάσεων των συνεδρίων της Τρίτης Διεθνούς, των 21 όρων ένταξης σ’ αυτήν καθώς και των βαλκανικών κομμουνιστικών συνδιασκέψεων. Στο συνέδριο αυτό ψηφίζεται και η θέση για αυτοδιάθεση των λαών της Μακεδονίας και της Θράκης, μέχρι αποχωρισμού και δημιουργίας μαζί με τα καταπιεσμένα κομμάτια άλλων βαλκανικών χωρών, ανεξάρτητου κράτους. Η θέση αυτή αναιρείται στο 6ο Συνέδριο το Δεκέμβρη του 1935 και αντικαθίσταται μ’ αυτή για «πλήρη ισοτιμία των εθνοτήτων».
Ως τακτικός στόχος τίθεται η δημιουργία ενιαίου μετώπου εργατών – αγροτών – προσφύγων (ας μην ξεχνάμε τη μαζική προσφυγιά που ήρθε στη χώρα μας μετά τη μικρασιατική καταστροφή). Αποχωρεί ομάδα απ’ τον Πειραιά με αριστερίστικες θέσεις, αλλά και φορείς ρεφορμιστικών απόψεων. Ο Κορδάτος διαφωνεί με τη θέση για το Μακεδονικό και το 1925 αποχωρεί. Ούτε όμως το 3ο Συνέδριο κατόρθωσε να δρομολογήσει λύση στην εσωκομματική κρίση του ΚΚΕ. Γραμματέας του Κόμματος εκλέγεται ο Παντελής Πουλιόπουλος που είχε διακριθεί στην αντιπολεμική προπαγάνδα ανάμεσα στους στρατιώτες του μικρασιατικού μετώπου. Η περίοδος που ακολουθεί χαρακτηρίζεται από ένταση σκληρών αγώνων των αγροτών με καταλήψεις μοναστηριακών κτημάτων και αιματηρή καταστολή, ενώ το ΚΚΕ βάζει στόχους για διεκδικητικούς αγώνες των προσφύγων, των εργατών και αγροτών, αλλά και ενάντια στο μοναρχοφασιστικό κίνδυνο. Επίσης διαχωρίζεται οργανικά απ’ τη ΓΣΕΕ, προς διευκόλυνση της ενότητας της εργατικής τάξης. Το καθεστώς εντείνει τους διωγμούς του ενάντια στο ΚΚΕ με κατηγορίες για «εθνική προδοσία» λόγω της θέσης του για το Μακεδονικό. Τον Ιούνη του 1925 εκδηλώνεται το στρατιωτικό κίνημα και η δικτατορία του Πάγκαλου. Της οποίας το ενδεχόμενο, το ΚΚΕ είχε ήδη προβλέψει απ’ το Φλεβάρη, βλέποντας στοιχεία φασιστικοποίησης της πολιτικής, λόγω της βαθειάς κρίσης του συστήματος. Ακολουθούν διώξεις κομμουνιστών και πραξικοπήματα των ρεφορμιστών στο εργατικό κίνημα με τη συνδρομή της αστυνομίας, πτώση του Πάγκαλου τον επόμενο χρόνο και νέο στρατιωτικο-φασιστικό κίνημα των Ζέρβα – Ντερτιλή, που αποτυχαίνει μετά από μεγάλες λαϊκές διαδηλώσεις και συγκρούσεις όπου πρωτοστατεί κι ο Νίκος Ζαχαριάδης.
Το 1926 ο Γραμματέας του ΚΚΕ, Παντελής Πουλιόπουλος, που εκλέχθηκε ξανά ομόφωνα στη θέση αυτή, δεν αποδέχεται την εκλογή του και αρνείται επίσης να κατέβει υποψήφιος τις εκλογές του Νοέμβρη. Πίσω απ’ τη στάση του αυτή βρίσκονταν η ταύτιση του με το τροτσκιστικό ρεύμα και η θέση του για το σοσιαλιστικό χαρακτήρα της επανάστασης στην Ελλάδα. Μια θέση που είχε πολύ συγκεκριμένες πρακτικές συνέπειες, στο ζήτημα των συμμαχιών και των καθηκόντων. Κριτικάρει ταυτόχρονα τη «χαμηλή μαρξιστική κατάρτιση» των μελών του ΚΚΕ. Ενός Κόμματος που πάσχιζε να κατακτήσει τις φτωχές εργατο-λαϊκές μάζες, τους φτωχούς εργάτες και αγρότες, και που βέβαια δε… γεννήθηκαν «μαρξιστές». Ακολουθεί νέα σφοδρή αντιπαράθεση στους κόλπους του ΚΚΕ, δημιουργία αντιπολιτευτικών ομάδων στο εσωτερικό του, διαγραφή του Πουλιόπουλου και… ανάκλησή της, μέχρι την οριστική του διαγραφή το Σεπτέμβρη του ’27. Στη συνέχεια πρωτοστατεί σε άλλες συγκροτήσεις. Αργότερα ο Τρότσκι αναγνώρισε τους αρχειομαρξιστές και όχι τους οπαδούς του Πουλιόπουλου ως γνήσιους «εκπρόσωπους» του ρεύματος στην Ελλάδα, «αδειάζοντάς» τον. Ο Πουλιόπουλος εκτελέστηκε τον Ιούνη του ’43, απ’ τους ιταλούς φασίστες μαζί με άλλους 105 αγωνιστές που ήταν φυλακισμένοι στο στρατόπεδο της Λάρισας. Ιστορική ειρωνεία: Η άποψη του Πουλιόπουλου για τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο ήταν πως αυτός δεν ήταν ένας αντιφασιστικός πόλεμος, αλλά ένας πόλεμος ανάμεσα σε εθνικά κράτη με τον οποίο οι κομμουνιστές δεν έπρεπε να συνταχθούν…
Η κατάσταση διάλυσης, φραξιών, αντιπαράθεσης χωρίς αρχές, ο λικβινταρισμός που παρέλυε κάθε ενότητα και δυνατότητα θέλησης και δράσης κράτησε μέχρι το 1931 όπου δόθηκε τελικά τέρμα, με την παρέμβαση της Τρίτης Διεθνούς και το διορισμό του Νίκου Ζαχαριάδη ως Γραμματέα του ΚΚΕ. Έναν κομμουνιστή της νέας φουρνιάς, που στα 16 του χρόνια σχετίστηκε αρχικά με την αναρχοσυνδικαλιστική οργάνωση «Πανεργατική» στην Ινσταμπούλ και με τον πυρήνα της που επηρεαζόταν απ’ την Τρίτη Διεθνή. Στη συνέχεια εντάχθηκε στην Ομοσπονδία Κομμουνιστικών Νεολαίων της Σοβιετικής Ρωσίας, αλλά και στο ΚΚ Τουρκίας και σπούδασε στο Κομμουνιστικό Πανεπιστήμιο των Εργαζομένων της Ανατολής (ΚΟΥΤΒ) στη Μόσχα. Εντάχθηκε στην ΟΚΝΕ και στο ΚΚΕ όταν ήρθε την Ελλάδα, το 1924.
Η λύση αυτή είχε μια κυρίαρχη θετική πλευρά. Ότι έθετε τέρμα σε μια χρόνια διαλυτική πολιτικά και οργανωτικά κατάσταση (λικβινταρισμός) και έθετε το κόμμα σε θέση πολιτικής συνοχής και μάχης. Στο ύψος δηλαδή των απαιτήσεων που του αντιστοιχούσαν απέναντι στην τάξη και στο ρόλο του. Είχε όμως και μία σοβαρή αρνητική πλευρά, που επέδρασε και στη μελλοντική πορεία του ΚΚΕ. Τη λογική αναμονής της λύσης «απ’ έξω», στις δύσκολες καμπές της δράσης του.
Το Γενάρη του 1934, η ιστορική 6η ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ χαρακτηρίζει την Ελλάδα ως μια χώρα αγροτοβιομηχανική, με μέσο επίπεδο καπιταλιστικής ανάπτυξης, με μισοφεουδαρχικά υπολείμματα και με σημαντική εξάρτηση απ’ το ξένο κεφάλαιο. Προσδιορίζει την επικείμενη επανάσταση των εργατών και αγροτών στη χώρα ως μια επανάσταση με αστικοδημοκρατικό χαρακτήρα, με τάσεις γρήγορης μετατροπής της σε προλεταριακή σοσιαλιστική επανάσταση. Σήμερα μπορεί να μην υπάρχουν μισοφεουδαρχικά υπολείμματα, η ιμπεριαλιστική εξάρτηση όμως και υπάρχει και βαθαίνει.
Το Μάη του ‘36 ξεσπά η μεγάλη εργατική εξέγερση στη Θεσσαλονίκη που πνίγεται στο αίμα. Με νεκρούς εργάτες που πέρασαν στην ιστορία και γράφτηκαν ποιήματα και τραγούδια γι’ αυτούς. 30.000 απεργοί εργάτες καταλαμβάνουν την πόλη. Το ΚΚΕ αν και μέσα στην εξέγερση δεν καταφέρνει να τη συνολικοποιήσει, να την προχωρήσει, να την καθοδηγήσει.
Ακολουθεί η φασιστική δικτατορία του Μεταξά. 2.000 κομμουνιστές φυλακίστηκαν ή εξορίστηκαν στην Ακροναυπλία. Οι διώξεις οργιάζουν. Ταυτόχρονα και ο πόλεμος αποπροσανατολισμού και σύγχυσης. Ο αρχιασφαλίτης Μανιαδάκης βγάζει πλαστό «Ριζοσπάστη» και στήνει την λεγόμενη «Προσωρινή Διοίκηση του ΚΚΕ».
Στο ευρωπαϊκό και παγκόσμιο σκηνικό η κατάσταση αλλάζει. Γεννιέται και δυναμώνει ο ναζισμός κι ο φασισμός, ο πιο άγριος και επιθετικός καπιταλισμός. Ο παγκόσμιος πόλεμος βρίσκεται προ των πυλών. Η Τρίτη Διεθνής με βάση τη συγκεκριμένη ανάλυση συγκεκριμένης κατάστασης χαράσσει τη γραμμή των Λαϊκών Μετώπων. Στη φάση αυτή η απεύθυνση των κομμουνιστών για αντιφασιστικά μέτωπα σε άλλα κόμματα -αστικά και ρεφορμιστικά- τίθεται σε άλλη βάση. Ενώ και η Σοβιετική Ένωση κι ο Στάλιν κινούνται σε τακτική συμμαχιών ενάντια στο φασιστικό τέρας.
Οι ιταλοί φασίστες εισβάλουν στη χώρα στις 28 Οκτώβρη. Ο Ζαχαριάδης με το πρώτο του γράμμα απ’ τις φυλακές της Κέρκυρας, στις 31 Οκτώβρη, καλεί σε συστράτευση στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, στον πόλεμο που ξεκίνησε.
Εδώ αξίζει να σταθούμε λίγο και να εντοπίσουμε τη μεγάλη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα σε δύο τελείως διαφορετικής φύσης και χαρακτήρα πολέμους: Σε έναν εθνικοαπελευθερωτικό αντιφασιστικό πόλεμο ενάντια σε ιμπεριαλιστές εισβολείς, όπως ήταν η φασιστική Ιταλία και η ναζιστική Γερμάνια. Έναν πόλεμο δίκαιο, που δε μπόρεσε να τον διεξάγει τελικά ούτε η ντόπια αστική τάξη, που είτε συνεργάστηκε με τον κατακτητή, είτε έφυγε για το Κάιρο, ούτε κι ο στρατός της, που ξεχαρβαλώθηκε και οι ιθύνοντές του άφησαν το λαό «στη μοίρα του». Για να τον πραγματοποιήσει το λαογέννητο και ηρωικό αντάρτικο του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, με την καθοριστική συμβολή του ΚΚΕ. Και σ’ έναν πόλεμο ανάμεσα σε δύο λαούς, εξαρτημένων στον ιμπεριαλισμό χωρών -όπως της Ελλάδας και της Τουρκίας, για παράδειγμα- έναν πόλεμο άδικο και αντιδραστικό και με τους ιμπεριαλιστές επικυρίαρχους πίσω απ’ τις αστικές τάξεις των αντιμαχόμενων χωρών και τον εθνικισμό τους.
Κι αν μια θέση που παραβλέπει το γεγονός πως στην εποχή «του ιμπεριαλισμού και των προλεταριακών επαναστάσεων» ένας πόλεμος δεν πρέπει να κρίνεται απλά και μόνο με βάση το σχήμα «επιτιθέμενος – αμυνόμενος», αλλά κι απ’ τον αντιφασιστικό και αντιιμπεριαλιστικό του χαρακτήρα, τον λαϊκό και απελευθερωτικό του χαρακτήρα, κινδυνεύει να υποχωρήσει στον εθνικισμό και στη συστράτευση με τη δική «μας» αστική τάξη, μια άλλη θέση και στάση, στο όνομα ενός στρεβλωμένου «διεθνισμού» καταλήγει στην αντιδραστική στάση άρνησης κάθε εθνικοαπελευθερωτικού, αντιιμπεριαλιστικού και ανεξαρτησιακού πολέμου. Εκείνη την περίοδο μια τέτοια στάση εκφράστηκε απ’ τους αρχειομαρξιστές με τη θέση «γερμανοί εργάτες αδέλφια μας» και οδήγησε στη συνεργασία με τους φασίστες κατακτητές, κι όχι μόνο στην εθνική, αλλά και στην ταξική προδοσία.
Στις 27 του Σεπτέμβρη 1941 ιδρύεται με πρωτοβουλία του ΚΚΕ στην κατεχόμενη Αθήνα, το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΑΜ). Σ’ αυτό συμμετέχουν, εκτός απ’ το ΚΚΕ, και το Σοσιαλιστικό Κόμμα, το Αγροτικό Κόμμα, η Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας και άλλες δυνάμεις. Είχε προηγηθεί βέβαια και η άρνηση όλων των άλλων αστικών κομμάτων σε πρόταση του ΚΚΕ για αντιφασιστικό μέτωπο, που χαρακτήρισαν από «μη ρεαλιστικό» έως «αδύνατο» το να υπάρξει αντίσταση στη φασιστική κατοχή. Πόσο μάλλον απελευθέρωση. Βλέπετε η αστική λογική έχει τους δικούς της «ρεαλισμούς». Και τότε και σήμερα. Ο ΕΛΑΣ ιδρύθηκε στις 16 του Φλεβάρη 1942 απ’ την Κεντρική Στρατιωτική Επιτροπή του ΕΑΜ, ενώ η Εθνική Αλληλεγγύη, μια απ’ τις ιδρυτικές συνιστώσες του ΕΑΜ στήριξε πραγματικά το λαό σε πολύ δύσκολες συνθήκες την περίοδο που ακολούθησε. Στις 23 Φλεβάρη του ’43 ιδρύεται η θρυλική ΕΠΟΝ, η Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νεολαίας, με συμμετοχή της ΟΚΝΕ, της Αγροτικής Νεολαίας, της Εθνικοαπελευθερωτικής Εργατοϋπαλληλικής Νεολαίας, της Ενιαίας Μαθητικής Νεολαίας και πολλών άλλων νεολαιίστικων οργανώσεων από Αθήνα, Ρούμελη, Θεσσαλία, Μακεδονία, Πελοπόννησο. Μιας οργάνωσης που συσπείρωσε 630.000 οργανωμένους νέους και νέες που μάχονταν με αποφασιστικότητα τους ναζι-φασίστες κατακτητές.
Με την πολιτική του αυτή, το ΚΚΕ έπιασε τον παλμό του λαού και του έδωσε τη δυνατότητα ν’ αγωνιστεί για την απελευθέρωση απ’ τους φασίστες κατακτητές. Αλλά και παραπέρα, για λευτεριά από κάθε είδους δεσμά και για λαοκρατία. Από μια μικρή επαναστατική πολιτική δύναμη που ήταν, το ΚΚΕ κατόρθωσε ν’ αγκαλιάσει την πλειοψηφία του λαού. Ενός λαού που δεν τον αντιμετώπιζε ως «ψηφοφόρο», όπως τον θέλει σήμερα η «Αριστερά μας» και μέσα σ’ αυτή και το σημερινό ΚΚΕ, αλλά ως ενεργό και μάχιμο υποκείμενο, που έγραφε ιστορία, με όποιο κόστος. Και σ’ έναν πολιτικό χρόνο πολύ συντομότερο του πραγματικού!
Το 1942 ο δάσκαλος Δημήτρης Γληνός μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, βαριά άρρωστος, μετά από φυλακίσεις κι εξορίες γράφει τη μπροσούρα «Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ». Ένα χρόνο μετά πέθανε. Ο ΕΛΑΣ πολεμούσε με τ’ όπλο στο χέρι – αναφέρονται σε περισσότερες από 500 οι μάχες που έδωσε – αλλά κυρίαρχο ήταν πάντα το πολιτικό κριτήριο και η πολιτική καθοδήγηση. Το Εργατικό ΕΑΜ που ιδρύθηκε τον Ιούλη του ΄41, οργανώνει το Σεπτέμβρη του ’42, μέσα στην κατοχή, μαζικές απεργίες ενάντια στην πείνα που θέριζε το λαό μας. Των εργατών της Ούλεν, του Ηλεκτρισμού, του ΦΙΞ, των λιγνιτωρύχων, των τραπεζικών και τριατατικών, με κεντρικό σύνθημα «Όχι άλλος χειμώνας σαν του 1941-42»! Δόθηκε έτσι η μάχη ενάντια στην πείνα, εκτός απ τα γνωστά συσσίτια του ΕΑΜ, τα «καζάνια», σε κόντρα με τους γερμανούς. Συσσίτια που πολλοί τα επικαλέστηκαν την περίοδο των πλατειών του 2011, συγκρίνοντας τα ανόμοια. Συγκρίνοντας τη μάχη ζωής για τον πεινασμένο λαό, από ένα ΕΑΜ που έδινε ένοπλο αγώνα, που γκρέμιζε την παλιά εξουσία και απελευθέρωνε περιοχές και με το κόμμα της εργατικής τάξης στην καθοδήγηση του, να βάζει το στόχο της λαοκρατούμενης Ελλάδας, με τις προτάσεις διαχείρισης της πείνας, σε συνθήκες εξαρτημένου ελληνικού καπιταλισμού, με ή χωρίς «αριστερή» κυβερνητική διαχείριση….
Το Μάρτη του ’43, το ΕΑΜ έδωσε και τη μάχη ενάντια στη φασιστική επιστράτευση, με γενική πολιτική απεργία που νέκρωσε τα πάντα, και μεγάλη διαδήλωση. Απέδειξε έτσι στην πράξη πως ο λαός μπορεί να παλέψει, ν’ αντισταθεί και να δημιουργήσει όρους νίκης, ακόμα και σε συνθήκες λιμού, κατοχής και τρομοκρατίας.
Το αντιφασιστικό εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα, με την καθοδήγηση του ΚΚΕ, δημιούργησε απελευθερωμένες περιοχές, λαϊκή αυτοδιοίκηση και δικαιοσύνη, απελευθέρωσε τη χώρα. Δημιούργησε την Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης, γνωστή και ως «κυβέρνηση του βουνού» και το Εθνικό Συμβούλιο στις Κορυσχάδες. Στις εκλογές στις απελευθερωμένες περιοχές του 1944 ψήφισαν και οι γυναίκες, που μέσα στη φωτιά του αγώνα άρχισαν να κατακτούν τη θέση που τους άξιζε. Σαν αγωνίστριες και σαν αντάρτισσες. Το ΕΑΜ μάλιστα εξέδιδε και την εφημερίδα «Γυναικεία Δράση».
Αυτός ο ηρωικός αγώνας ηττήθηκε. Δε χάθηκε όμως!
Ηττήθηκε όχι μόνο γιατί ο ντόπιος εχθρός αναζήτησε προστασία στα ξένα ιμπεριαλιστικά αφεντικά και τους «προστάτες» του, που τότε ήταν οι εγγλέζοι που ματοκύλησαν τη χώρα το Δεκέμβρη του ΄44 και έσωσαν τη ντόπια αστική τάξη. Αλλά και γιατί η ηγεσία του ΚΚΕ, ενός δοκιμασμένου στην πράξη τότε επαναστατικού κόμματος στάθηκε ανάξια αυτού του κινήματος και των αναγκών που έμπαιναν για την πάλη του λαού, δεν έδειξε εμπιστοσύνη στο λαό αυτό και έδειξε ασυγχώρητες αυταπάτες προς τους άγγλους ιμπεριαλιστές. Ανάλογου τύπου αυταπάτες βλέπουμε και σήμερα σε κινήματα στον κόσμο, με ανυπαρξία βέβαια κομμουνιστικού κινήματος. Όπως των Κούρδων προς τους αμερικάνους ιμπεριαλιστές ή των Ουκρανών αντιφασιστών προς το ρώσικο ιμπεριαλισμό. Αυταπάτες που ο πρωτοκαπετάνιος του ΕΛΑΣ, Άρης Βελουχιώτης είχε στιγματίσει λέγοντας: «Έχετε απομονωθεί απ’ τη λαϊκή μάζα κι έχετε χάσει τον παλμό της. Συνέλθετε έστω και τώρα. Δεν είναι αργά. Αργότερα σίγουρα θα είναι πολύ αργά και θα χρειαστούν τεράστιες θυσίες σε κόπους και σε αίμα για ν’ αρχίσει κάτι σοβαρό. Μην αφήνετε να θρονιαστεί η αντίδραση οριστικά. Μην αυταπατάστε ότι τα όπλα που κρύψαμε θα μπορέσετε αργότερα να τα χρησιμοποιήσετε».
‘Η περίμενε την καθοριστική βοήθεια απ’ τη Σοβιετική Ένωση (γι’ αυτό για κάποια στελέχη του ΚΚΕ στη συνέχεια τους έφταιγε η… Σοβιετική Ρωσία και ο Στάλιν), κι όπου πάλι ο Άρης έλεγε: «Η Σοβιετική Ένωση, όπως πρέπει να σας είναι γνωστό, δεν μπορεί να κάνει «ελληνική» πολιτική ώστε να επέμβει ενεργά στο ελληνικό δράμα. Γιατί δεν κάνει ούτε Σέρβικη, ούτε Βουλγάρικη, ούτε Ρώσικη ακόμα πολιτική. Κάνει πολιτική παγκόσμιας επανάστασης, και δεν είναι διατεθειμένη ούτε κατ’ ελάχιστο να την διακινδυνεύσει».
Αλήθεια τίνος ευθύνη αποτελούσε η νίκη της επανάστασης στης Ελλάδα; Της Σοβιετικής Ένωσης; Μιας άλλης σοσιαλιστικής -τότε- χώρας δηλαδή; Και όχι της εργατικής τάξης, του λαού και του κομμουνιστικού κόμματος της χώρας;
Τα γεγονότα που ακολούθησαν λίγο – πολύ γνωστά.
Ο στρατηγός Σκόμπυ αλωνίζει… Οι άγγλοι κι ο γερο-Παπατζής δολοφονούν το λαό. Δεκέμβρης του ’44. Ματοκύλισμα της μεγάλης διαδήλωσης στο Σύνταγμα. Ηρωικές μάχες στο κέντρο και τις γειτονιές της Αθήνας, ειδικά στις Ανατολικές Συνοικίες,  απ’ τον εφεδρικό ΕΛΑΣ, όταν ο βασικός του όγκος βρίσκονταν μακριά… Συμφωνίες του Λιβάνου, της Γκαζέρτας, της Βάρκιζας. Η ηγεσία του ΚΚΕ υποτάσσεται στις επιδιώξεις των άγγλων. Κατάθεση των όπλων του ΕΛΑΣ. Διαφωνία και ηρωική η θυσία του Άρη Βελουχιώτη… Όμως τι προοπτική είχε η κίνησή του, χωρίς το λαϊκό κίνημα από πίσω;
Ούτε όμως ο Ζαχαριάδης -που επέστρεψε το Μάη του 1945,  απ’ το στρατόπεδο του Νταχάου όπου ήταν κρατούμενος- κατόρθωσε να αναστρέψει και ν’ ανακόψει την αρνητική για το κίνημα εξέλιξη που πήραν τα πράγματα, όντας δέσμιος κι αυτός λαθεμένων θέσεων, σαν τη θεωρία των «δύο πόλων» που τοποθετούσε την Ελλάδα σε «ίση απόσταση» ανάμεσα στη Βρετάνια και τη Σοβιετική Ένωση.

Στις 27 Δεκέμβρη του 1946 ιδρύεται ο Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας που έδωσε έναν τιτάνιο αγώνα μέχρι το 1949 που ηττήθηκε στο Γράμμο και στο Βίτσι. Ένα νέο αντάρτικο γεννήθηκε, όπως λέει και το γνωστό τραγούδι. Που προέκυψε όμως κύρια ως απάντηση ενάντια στο όργιο της φασιστικής τρομοκρατίας μετά και τη μισο-αυθόρμητη συγκρότηση των πρώτων ένοπλων ομάδων καταδιωκόμενων αγωνιστών. Που πρόκυψε επίσης με διαφωνίες ακόμα και στο πλαίσιο του ΠΓ του ΚΚΕ. Στο μεταξύ, τους άγγλους ιμπεριαλιστές, τους διαδέχθηκαν οι αμερικάνοι, που βομβάρδισαν και τον Γράμμο με Ναπάλμ. Παρά τον ηρωισμό των μαχητών και μαχητριών του ΔΣΕ, αυτός δεν μπόρεσε να φτάσει την εμβέλεια του ΕΛΑΣ. Και το ζήτημα δεν είναι «στρατιωτικό», αλλά πολιτικό. Και εδράζεται ξανά στο βαθμό πραγματικής εμπιστοσύνης στο λαό, στις δυνατότητές του, στη δυνατότητα νίκης. Πέρα απ’ το τι έκανε ο εχθρός, οι μοναρχοφασίστες και οι ιμπεριαλιστές ή οι ψεύτικοι φίλοι σαν τον Τίτο που έκλεισαν τα σύνορα την πιο κρίσιμη ώρα.
Μετά την ήττα ήρθε και η μαζική πολιτική προσφυγιά στα Λαϊκές Δημοκρατίες. Αλλά και νέες δολοφονίες κομμουνιστών κι αγωνιστών και διώξεις. Εξορίες στη Μακρόνησο, στον Αη Στράτη και στην Ικαρία. Εκβιασμοί και πιέσεις για «δηλώσεις μετανοίας» για να σπάσουν το φρόνημα, το ηθικό, την πίστη στην υπόθεση και την αυτοεκτίμηση των κομμουνιστών. Ναι! Ήταν τόσο επικίνδυνο το κομμουνιστικό κίνημα για το σύστημα τότε. Γι’ αυτό και τρέμει την ανασυγκρότηση και την προοπτική του σήμερα.
Το ΚΚΕ έδωσε πραγματικά λαϊκές και πραγματικά ηρωικές μορφές, που η προσφορά και η ανάμνησή τους είναι ζωντανή σήμερα. Να τιμήσουμε λοιπόν! Κι απ’ αυτό εδώ το βήμα, τους επαναστάτες κομμουνιστές αλλά και όλους τους αγωνιστές του λαού μας που έδωσαν την ίδια τους τη ζωή, φυλακίστηκαν και εξορίστηκαν, για τη λευτεριά της εργατικής τάξης και του λαού. Αλλά κι αυτού του τόπου, απ’ τα δεσμά του φασισμού! Ενός φασισμού που σήμερα δείχνει να ξανασηκώνει κεφάλι, ως αποτέλεσμα της κρίσης ενός πέρα για πέρα σάπιου συστήματος, του παγκόσμιου καπιταλιστικού – ιμπεριαλιστικού συστήματος, και μιας επίσημης πολιτικής που καθημερινά φασιστικοποιείται. Να τιμήσουμε το Ναπολέοντα Σουκατζίδη και τους 200 κομμουνιστές της Καισαριανής, το Χρήστο Μαλτέζο της ΟΚΝΕ που δολοφονήθηκε μετά από βασανιστήρια απ’ τη δικτατορία του Μεταξά, την αγωνίστρια της ΟΚΝΕ, της ΕΠΟΝ και του ΚΚΕ, Ηλέκτρα Αποστόλου, την ΕΠΟΝίτισα Ηρώ Κωνσταντοπούλου, τον αγωνιστή της ΟΠΛΑ Στέλιο Καρδάρα, το στέλεχος του ΚΚΕ και του ΕΑΜ Γιάννη Ζέβγο, τον κομμουνιστή διαμετρήματος Νίκο Μπελογιάννη και τους συντρόφους του, που δολοφόνησαν οι φασίστες, η κυβέρνηση του «κεντρώου» Πλαστήρα και οι αμερικάνοι φονιάδες των λαών, στις 30 Μάρτη του 1952, παρά την παγκόσμια κατακραυγή και κινητοποιήσεις. Καθώς και τους χιλιάδες άλλους μαχητές του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ, της ΕΠΟΝ, της ΟΠΛΑ και του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας!
Υπήρξαν κι άλλα θύματα. Σαν τον Πλουμπίδη, που εκτελέστηκε τον Αύγουστο του 1954. Ένα παλιό στέλεχος του ΚΚΕ που είχε χρεωθεί με πολλούς οπορτουνισμούς, λάθη, αυταπάτες και ατομικές πρωτοβουλιακές κινήσεις και που κατηγορήθηκε σα χαφιές, μέσα σε μια προβληματική κατάσταση που τη δημιουργούσε η βαθειά παρανομία, οι διώξεις και οι συνεχείς μηχανορραφίες του εχθρού. Και που χρησιμοποιήθηκε μετά θάνατον στην προπαγάνδα όλων των πλευρών του ρεβιζιονισμού.
Μια ιδιαιτερότητα του κομμουνιστικού κινήματος στη χώρα μας, αποτελεί το γεγονός πως στην Ελλάδα παρόλο που το κομμουνιστικό κίνημα ηττήθηκε και δεν είχε τη νικηφόρα έκβαση που υπήρξε στις Λαϊκές Δημοκρατίες, ήταν ωστόσο «πεισματικά» ισχυρό και με βαθιούς δεσμούς μέσα στο λαό και στην εργατική τάξη, την αγροτιά, τα εργαζόμενα στρώματα στις πόλεις και στην ύπαιθρο. Αποτέλεσμα αυτών των σχέσεων είναι ακόμα και η οργανωτική συγκρότηση που έχει στην Ελλάδα και το σημερινό ΚΚΕ -που καπηλεύεται το όνομα και την ιστορία του παλιού ΚΚΕ- σε αντίθεση με τα αντίστοιχα ρεβιζιονιστικά ΚΚ στις άλλες χώρες της Ευρώπης, και όχι μόνο.
Ταυτόχρονα διαπιστώνει κανείς μια πολύ στενή και παράλληλη σχέση του εργατικού κινήματος με το κομμουνιστικό κίνημα στη χώρα μας. Στην ανάπτυξή τους, και στην ήττα τους. Μια πολύ στενή και παράλληλη σχέση του συνδικαλιστικού, ταξικού κινήματος, απ’ τη ΓΣΕΕ και τους εργατικούς αγώνες, που πολύ συνοπτικά αναφέραμε, μέχρι το Εργατικό ΕΑΜ, ή τις εργατικές εξεγέρσεις, και του επαναστατικού πολιτικού υποκειμένου, του ΣΕΚΕ και του ΚΚΕ. Σε άλλες χώρες της Ευρώπης, ο ρεφορμισμός κυριαρχούσε στα συνδικάτα ακόμα κι όταν υπήρχε κομμουνιστικό κίνημα. Στη χώρα μας η κυριαρχία του εξελίχθηκε παράλληλα με τη δεξιά στροφή, την υποχώρηση και την ήττα του κομμουνιστικού κινήματος.
Με την επέμβαση του ΚΚΣΕ στο ΚΚΕ το 1955-56 και τη βίαιη επιβολή της δεξιάς ρεβιζιονιστικής γραμμής που άνοιξε το 20ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ κλείνει ο κύκλος του επαναστατικού ΚΚΕ. Με την 6η Ολομέλεια του ’56 καθαιρείται ο Νίκος Ζαχαριάδης κι όσοι αντισταθήκαν στη γραμμή αυτή, και εξορίζεται στο Σοργκούτ της Σιβηρίας. Όργιο τραμπουκισμών είχαμε στην Τασκένδη ενάντια σ’ όσους αντιστάθηκαν και διώξεις στη Σοβιετική Ένωση. Σοβαρή αντίσταση πρόβαλαν οι εξόριστοι στον Αη Στράτη. Λίγο καιρό μετά, το 1958 όλες οι κομματικές οργανώσεις βάσης του ΚΚΕ διαλύθηκαν και κλήθηκαν οι κομμουνιστές να περάσουν στην ΕΔΑ.
Αντ’ αυτού έχουμε ένα «άλλο» ΚΚΕ… Το ΚΚΕ του’ 74 της αποκήρυξης της «δια βιαίων μέσων ανατροπή του δημοκρατικού πολιτεύματος», του «Καραμανλής ή τανκς», ή της «Πανσπουδαστικής ν. 8 που χαρακτήριζε τους εξεγερθέντες του Πολυτεχνείου του ‘73 «προβοκάτορες» και τα συνθήματα για λαοκρατία «άκαιρα». Το ΚΚΕ της περιόδου του Φλωράκη, της Παπαρήγα, του Κουτσούμπα. Της ουράς στο ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του ’80. Της προτασεολογίας. Το ρεφορμισμού. Των κομματοκεντρικών συγκεντρώσεων, των προτάσεων νόμου στη βουλή, των εκλογικών αυταπατών. Της άρνησης της ύπαρξης ιμπεριαλιστικής εξάρτησης. Του σεβασμού της αστικής νομιμότητας.
Η ιστορία και ο απολογισμός του κομμουνιστικού κινήματος στη χώρα μας, του ΣΕΚΕ και του ΚΚΕ δεν είναι ένα «εγκεφαλικό» και «ακαδημαϊκό» ζήτημα. Είναι ένα μάχιμο, καίριο, σημερινό και μελλοντικό ζήτημα για την εργατική τάξη και το λαό. Ο απολογισμός αυτός θα προχωρά σε βάθος και θα γίνεται πιο ουσιαστικός και πιο «πραγματικός», όσο προχωρά τη συγκρότηση της εργατικής τάξης, η ταξική συνείδηση και οι αγώνες της και σε αναλογία μ΄ αυτό. Όσο αναπτύσσεται καθημερινά ένα πραγματικό κίνημα αντίστασης και διεκδίκησης ενάντια στην επίθεση του καπιταλισμού – ιμπεριαλισμού. Κι όσο δημιουργούνται όροι για τη συγκρότηση υποκειμένου της επαναστατικής ανατροπής και του κομμουνιστικού κινήματος της εποχής μας, που θα δίνει απαντήσεις και θα χαράσσει δρόμους για το μέλλον και την προοπτική της εργατικής τάξης και του λαού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου