Η ονομασία του ιστολογίου είναι ο τίτλος του βιβλίου του Βασίλη Σαμαρά "1917-1953, Η ιστορία διδάσκει και εμπνέει"

Πέμπτη 30 Δεκεμβρίου 2021

Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ


Η θρησκευτική αθλιότητα είναι ταυτόχρονα η έκφραση της πραγματικής αθλιότητας και η διαμαρτυρία ενάντια στην πραγματική αθλιότητα. Η θρησκεία είναι ο στεναγμός του καταπιεσμένου δημιουργήματος, το θυμικό ενός άκαρδου κόσμου, όπως είναι το πνεύμα μη πνευματικών καταστάσεων. Είναι το όπιο του λαού. Καρλ Μαρξ

Η 25η Δεκέμβρη σαν μέρα γέννησης του Ιησού καθιερώθηκε απ’ τον Πάπα Ιούλιο το 354. Την ημέρα εκείνη είχε γεννηθεί ο θεός Μίθρας, ιδιαίτερα δημοφιλής στους Ρωμαίους. Πριν την απόφαση αυτή, τα Χριστούγεννα γιορταζόταν μαζί με τα Θεοφάνια στις 6 Γενάρη. Σύμφωνα με την παράδοση, ο επίσκοπος της Καισάρειας της Καππαδοκίας Βασίλειος, που ονομάστηκε Μέγας, εκφώνησε το 376 την πρώτη ομιλία για τη γιορτή των Χριστουγέννων. 

 

Οι χριστιανικές γιορτές, όπως τα Χριστούγεννα, κουβαλούσαν και κουβαλούν πολλά κατάλοιπα της λατρείας των αρχαίων θεών. Γι’ αυτό, το 750, ο Άγιος Βονιφάτιος αντικατέστησε την παγανιστική λατρεία της βελανιδιάς με το έλατο, το οποίο έγινε δέντρο των Χριστουγέννων. Το πρώτο στολισμένο δέντρο εμφανίστηκε το 1534, στα κλαδιά του οποίου κρέμονταν ρούχα και άλλα χρήσιμα πράγματα για τους φτωχούς. Η πράξη αποδίδεται στον Μαρτίνο Λούθηρο. Ο στολισμός το έλατου ως χριστουγεννιάτικου εθίμου απλώθηκε στη Γερμανία κι από εκεί στην Πολωνία και τη Βρετανία. Το 1833, με απόφαση του Βαυαρού βασιλιά Όθωνα, στολίστηκε δέντρο στο Ναύπλιο. Οι αυλικοί ακολουθώντας το παράδειγμα του βασιλιά στόλισαν τα σπίτια τους, τους μιμήθηκαν οι Έλληνες μεγαλοαστοί και πολλές δεκαετίες αργότερα μπήκε και στα σπίτια της φτωχολογιάς. Άλλωστε, μέσα απ’ τα ήθη και τα έθιμα εμπεδώνεται πιο εύκολα κι ευχάριστα η ύπαρξη του Θεού. Η παράδοση, σ’ όλους τους ιδεολογικούς τομείς που στηρίζει, είναι μεγάλη συντηρητική δύναμη.

Κάθε θρησκεία είναι αποτέλεσμα πολλαπλών κοινωνικών επιδράσεων, εξελίσσεται και αντανακλά τις διαφορετικές ιστορικές καταστάσεις μέσα στις οποίες κινείται στους αιώνες της ύπαρξής της. Είναι λογικό, λοιπόν, να μην υπάρχει θρησκεία χωρίς αντιφάσεις. Είναι ζήτημα, αν υπάρχει άλλη θρησκεία τόσο πλούσια σε αντιφάσεις και παραλογισμούς, όσο η Χριστιανική θρησκεία.

 

Η «άσπιλος σύλληψη»

 

Η υπερφυσική γέννηση του θεανθρώπου από την Παρθένο Μαρία είναι παράλογη αλλά καθόλου μοναδική και πρωτότυπη. Η «άσπιλος ή άμωμος σύλληψη» ήταν ο συνήθης τρόπος σύλληψης των βασιλιάδων και των θεών στην αρχαιότητα, που ήταν πάντα τέλειοι θεοί και άνθρωποι κατά τα πρότυπα της εποχής τους. Είναι φανερό πως ο κλασικός τρόπος διαιώνισης του είδους που χρησιμοποιούν οι κοινοί θνητοί, δεν επιλέγεται από τους θεούς και τους βασιλιάδες του ουρανού και της Γης. Σ' ένα ναό της Θεάς Ίσιδας ήταν σκαλισμένη η επιγραφή αυτή: «Εγώ είμαι η μάνα του θεού Ώρου και κανένας δε μου σήκωσε το φουστάνι». Η παρθενία για όλες τις θρησκείες ήταν η προίκα της γυναίκας για τον γάμο και απαράβατος όρος για την αγιοσύνη!

Ο Ιησούς σημαίνει Μεσσίας. Ήρθε στον κόσμο, σύμφωνα με τις προφητείες των Εβραίων, για να σώσει τους ανθρώπους και να τους απαλλάξει από το προπατορικό αμάρτημα. Αυτά που μας μαθαίνουν για την γέννησή του μοιάζουν απλή αντιγραφή του τρόπου γέννησης του Αιγύπτιου Βασιλιά Αμενχότεπ απ’ την Αιγύπτια παρθένα ιέρεια Ματεμουά. Τη Μαρία επισκέφτηκε η αρχάγγελος Γαβριήλ και εισήλθε πνεύμα άγιο μέσα της μόλις μύρισε τον κρίνο ενώ ο Θεός Νέφτι μπήκε κρυφά μες στο κορμί της παρθένας ιέρειας ακουμπώντας στο στόμα της τον σταυρό, το σημάδι της ζωής. Όσο για τα βρέφη, που γεννήθηκαν και τα δύο σε σπηλιά, τα προσκύνησαν θεοί και άνθρωποι, ανάμεσά τους τρεις πρίγκιπες-μάγοι με δώρα!


Όμως και ο Θεός Μίθρας γεννήθηκε από την Αναχίτα, μια παρθένο μητέρα, η οποία λατρευόταν σε αρχαιότερους χρόνους ως θεά της γονιμότητας. Η Αναχίτα λέγεται πως συνέλαβε τον Λυτρωτή από τον σπόρο του Ζαρατούστρα, που διατηρήθηκε στα νερά της Λίμνης Χαμούν, στην περσική επαρχία του Σιστάν. Η γέννησή του συνέβη σε μια σπηλιά ή φάτνη, κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο, όπου τον περίμεναν βοσκοί για να του προσφέρουν δώρα. Στο Ιουλιανό Ημερολόγιο η 25η Δεκεμβρίου αναγνωριζόταν ως χειμερινό ηλιοστάσιο και θεωρείτο γενέθλια ημέρα του Ήλιου. Είναι η περίοδος κατά την οποία η μέρα αρχίζει να μακραίνει και αυξάνεται η δύναμη του Ήλιου. Σύμφωνα με τις περσικές παραδόσεις ο Μίθρας ήταν ο θεός του Φωτός και της Σοφίας, της Αγάπης και της Αλήθειας που ενσαρκώθηκε στην ανθρώπινη μορφή του Λυτρωτή, εκείνη που ανέμενε ο Ζωροάστρης προφήτης Ζαρατούστρα.

Ο Βούδας ζούσε στον ουρανό. Για να λυτρώσει όλες τις ζωντανές υπάρξεις απ’ τα βάσανα και απ’ τον θάνατο, αποφάσισε να ενσαρκωθεί σε άνθρωπο με τη βοήθεια μιας επίγειας γυναίκας, της Μάγια. Κατέβηκε στη γη και μπήκε μες στο κορμί της με τη μορφή μιας πεντάχρωμης αχτίδας. Έτσι έγινε η «άμωμη σύλληψη του Βούδα» την ώρα που γεννιόταν στον ουρανό φάνηκε ένα άστρο. Οι βασιλιάδες ήρθαν να τον προσκυνήσουν και του πρόσφεραν δώρα. Την ίδια στιγμή φάνηκαν υπέροχα σημάδια στον ουρανό, η γη σείστηκε και ακούστηκε η «φωνή πολυάριθμων ουρανίων, αγγέλων». Ο Βούδας έκανε θαύματα, θεράπευε αρρώστους, έδιωχνε τα κακοποιά πνεύματα και μετά θάνατο αναλήφθηκε στους ουρανούς. Όλα αυτά σημειώθηκαν 500 χρόνια πριν τη χριστιανική εποχή.

Ο θεός της Φρυγίας Άττις γεννήθηκε από την παρθένα-μάνα Νάνα, που έμεινε έγκυος όταν έπεσε στο στήθος της ένα κουκούτσι από αμύγδαλο ή από ρόδι. Οι θεοί Ρα και Άδωνης, ο ήρωας Περσέας είναι τα πιο γνωστά ονόματα από τον μακρύ κατάλογο όλων όσοι γεννήθηκαν με τον «ευλογημένο» τρόπο της παρθενογένεσης.

 

Τα Ευαγγέλια

Είναι σωστό πως ο χριστιανισμός ως θρησκεία αρχίζει να παίρνει κάποια μορφή από τα μέσα του 2ου αι. Τα Ευαγγέλια γράφτηκαν 80 με 150 χρόνια μετά από την υποτιθέμενη γέννηση του Ιησού. Οι μελετητές συμφωνούν πως κανένα από τα Ευαγγέλια δεν προέρχεται από έναν σύγχρονο του Ιησού. Δεν τα έγραψαν μαθητές του ούτε μπορεί με σιγουριά να βεβαιωθεί πως τα έγραψαν πράγματι τα πρόσωπα τα οποία αναφέρονται ως συγγραφείς. Σε κάθε περίπτωση, δεν αντανακλούν την εντύπωση που προκάλεσε η ίδια η προσωπικότητα του Ιησού αλλά την εντύπωση που προκάλεσε η διήγηση για την προσωπικότητά του πάνω στα μέλη της χριστιανικής κοινότητας. Τέσσερα από αυτά επιλέχτηκαν από τις οικουμενικές συνόδους ως βιβλία της Καινής Διαθήκης. Τα υπόλοιπα χαρακτηρίζονται «απόκρυφα».


Ο Μπρούνο Μπάουερ λέει πως όλα είναι αντιγραφές και πλαστογραφήσεις από ένα πρωτευαγγέλιο και δεν μπορούν να προσφέρουν τίποτα στην ιστορική μελέτη. Ο Κάουτσκι, που δεν τα θεωρεί ιστορικές πηγές, δεν τα παρακάμπτει αλλά αντλεί από αυτά συμπεράσματα κοινωνιολογικού χαρακτήρα. Γράφει χαρακτηριστικά πως τα Ευαγγέλια «δεν είναι τίποτε άλλο, παρά μια επεξεργασία πάνω σε συλλογές από γνωμικά και ανέκδοτα».

Από τους Ευαγγελιστές, μόνο ο Ματθαίος και ο Λουκάς αναφέρονται στη γέννησή του Ιησού και οι αφηγήσεις τους δεν συμπίπτουν. Όλα τα βιβλία της Καινής Διαθήκης (Ευαγγέλια, Πράξεις Αποστόλων, Επιστολές, Αποκάλυψη) είναι γεμάτα από κομμάτια που ο καθένας μπορεί να χρησιμοποιήσει και να αφηγηθεί τη δικιά του ιστορία.

Το παλαιότερο Ευαγγέλιο είναι του Μάρκου και ακολουθούν του Λουκά, του Ματθαίου και του Ιωάννη που γράφτηκε στα μέσα του 2ου αι. Του Μάρκου γράφτηκε μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ, γιατί ο συγγραφέας παρουσιάζεται να την προφητεύει, δηλαδή, τουλάχιστο μισό αιώνα ύστερα από τη χρονολογία όπου τοποθετούνε τον θάνατο του Ιησού.

Όσο ξεμακραίνουμε από την αρχή και πηγαίνουμε από το παλαιότερο στον νεότερο Ευαγγελιστή, από τον Μάρκο στον Ιωάννη, τόσο πιο γεμάτες με θαύματα είναι οι ιστορίες των Ευαγγελίων. Στο Ευαγγέλιο του Μάρκου ο Ιησούς καλείται να σώσει τη θυγατέρα του Ιάρειου που ψυχομαχεί και αυτός λέγοντας πως η κόρη απλά κοιμάται, της δίνει το χέρι και αυτή σηκώνεται. Στο κατά Λουκά, ο Ιησούς ανασταίνει τον νέο από την Ναΐν που από ώρα είχε πεθάνει και ετοιμάζονταν να τον θάψουν. Στο κατά Ιωάννη το «τερματίζουν». Ο Ιησούς ανασταίνει τον Λάζαρο που είναι μέσα στον τάφο τέσσερις μέρες!

Τα Ευαγγέλια είναι ανιστόρητα. Υπάρχουν αρκετά παραδείγματα. Ας μείνουμε σε δύο που σχετίζονται με τη γέννηση του Ιησού. Τη απογραφή και η σφαγή των νηπίων.

Σύμφωνα με το Ευαγγέλιο του Λουκά, ο Καίσαρας Αύγουστος αποφάσισε την απογραφή όλου του πληθυσμού της αυτοκρατορίας του. Οι άνθρωποι έπρεπε να απογραφούν στην πόλη που γεννήθηκαν. Έτσι, ο Ιωσήφ με τη Μαρία που ήταν έγκυος, πήραν το γαϊδουράκι τους για να πάνε στη Ναζαρέτ. Τη νύχτα βρήκαν καταφύγιο σε μια σπηλιά της Βηθλεέμ. Εκεί γέννησε η Μαρία τον Ιησού. Η ιστορική αλήθεια είναι πως ο Αύγουστος δεν είχε ποτέ διατάξει γενική απογραφή στην Αυτοκρατορία. Μάλιστα, την ημερομηνία που η εκκλησία τοποθετεί τη γέννηση του Ιησού, η Ιουδαία δεν ήταν ρωμαϊκή. Ο Κυρήνιος διάταξε να γίνει απογραφή το 7 μ.Χ. μόνο στην Ιουδαία, όταν έγινε ρωμαϊκή επαρχία. Αυτή ήταν και η πρώτη απογραφή εκεί. Σε κάθε περίπτωση ο καθένας απογραφόταν στον τόπο που ζούσε και αυτοπροσώπως πήγαιναν μόνο οι άντρες. Ακόμα και στις σημερινές συνθήκες, γενική απογραφή με μετακίνηση προς τον τόπο γέννησης, θα οδηγούσε σε πλήρη σύγχυση. Πόσο μάλλον σε εκείνη την εποχή. Όλα αυτά γιατί ο Ιησούς έπρεπε να γεννηθεί στη πόλη του Δαβίδ. Σκαρφίστηκαν την απογραφή με όλους τους παραλογισμούς της.

Η σφαγή των νηπίων αναφέρεται μόνο στο ευαγγέλιο του Ματθαίου (β’ 1-18) και στο απόκρυφο ευαγγέλιο του Ιακώβου. Λίγο μετά τη γέννηση του Χριστού, γράφει ο Ματθαίος, τρεις Μάγοι από την Ανατολή κατέφθασαν στην Ιερουσαλήμ και ρωτούσαν για το πού θα βρουν τον νεογέννητο βασιλιά των Ιουδαίων. Μόλις το έμαθε ο βασιλιάς των Ιουδαίων Ηρώδης ταράχθηκε μη χάσει τη βασιλεία του. Σκέφτηκε, συσκέφτηκε και αποφάσισε. Κάλεσε τους τρεις μάγους και τους είπε όταν βρουν τον νεογέννητο βασιλιά να τον ειδοποιήσουν. Αυτοί δεν το έπραξαν κι έτσι διάταξε τη σφαγή. Το γεγονός δεν αποδεικνύεται ιστορικά. Όχι γιατί ο Ηρώδης δεν ήταν ικανός να το κάνει αφού προς το τέλος της ζωής του αυτός ο δραστήριος άρχοντας είχε παραφρονήσει. Οι άρχοντες της εποχής δεν λογάριαζαν τη ζωή κανενός. Πρώτο, η Βηθλεέμ είχε τότε 1.000 κατοίκους. Τα 14.000 νήπια αντιστοιχούν σε πληθυσμό πολλαπλάσιο. Δεύτερο, δεν αναφέρεται από κανένα ιστορικό της εποχής. Τρίτο, όλα γύρω από τη γέννηση του Ιησού βρίσκονται στον αέρα. Ο Ιώσηπος Φλάβιος, που περιγράφει με απίστευτη λεπτομέρεια τα σημαντικότερα και τα πιο ασήμαντα γεγονότα της περιοχής, δεν λέει ούτε λέξη. Κάποιοι θεολόγοι προκειμένου να υπερασπίσουν τα ιερά κείμενα και το γεγονός αυτό καθαυτό, υποβαθμίζουν τον αριθμό και κάνουν λόγο για τον συμβολισμό του αριθμού 7 και των πολλαπλάσιών του! Πάντα υπάρχει μια καλή απάντηση για να πιαστούν οι πιστοί! Η παραμικρή αμφιβολία, διαταράσσει την πίστη!

 

Η παραποίηση ιστορικών κειμένων

Τι μένει από τον Χριστιανισμό, αν χαθεί το πρόσωπο του Ιησού;

Το πρώτο πράγμα που έπρεπε να βρει η νέα θρησκεία ήταν ιστορικές πηγές για να αποδείξει την ύπαρξή του. Επειδή αυτές δεν υπήρχαν, έπρεπε να κατασκευαστούν. Η πλαστογράφηση ξεκίνησε από πολύ νωρίς και έγινε «επιστήμη» μέσα στα μοναστήρια που είχαν αναλάβει την αντιγραφή και τη «διάσωση» των αρχαίων κειμένων.

Οι πρώτες λαθροχειρίες έγιναν σε έργα ιστορικών σύγχρονων του Ιησού. Ξεκίνησαν με τον Ιώσηπο Φλάβιο που έζησε στην Ιερουσαλήμ και έγραψε την ιστορία της περιοχής με κάθε λεπτομέρεια, έδωσε σημαντικές πληροφορίες για την καθημερινή ζωή των κατοίκων και για τους Μεσσίες που είχαν κατακλύσει την περιοχή της Ιουδαίας κάνοντας θαύματα (όπως ένας Ιούδας από τη Γαλιλαία, ένας Θευδάς, ένας Μπαρ-Κοσμπά που οργάνωσε εξέγερση). «Τα θαύματα τότε ήταν φτηνά σαν τα βατόμουρα» γράφει ο Κάουτσκι. Η σιωπή του Ιώσηπου πάνω στα κυριότερα πρόσωπα που αναφέρουν τα Ευαγγέλια, έκανε πραγματικά πολύ μεγάλη εντύπωση και γι’ αυτό έπρεπε να διορθωθεί.

Δυο χωρία μόνο υπάρχουν στο έργο «Ιουδαϊκές αρχαιότητες» του Ιώσηπου που μιλούν για τον Χριστό. Στο 3ο κεφάλαιο του 18ου βιβλίου γράφεται το εξής: «Περίπου εκείνη την εποχή ζούσε ο Ιησούς, ένας σοφός άνθρωπος, αν κάποιος μπορεί να τον πει άνθρωπο, γιατί έκανε θαύματα. Δίδασκε τους ανθρώπους κι αυτοί με χαρά δέχονταν την αλήθεια κι έτσι μάζευε οπαδούς ανάμεσα στους Ιουδαίους και τους Έλληνες. Αυτός ήταν ο Χριστός. Ύστερα, παρ’ όλο που ο Πιλάτος τον καταδίκασε σε σταύρωση με βάση τις κατηγορίες των προεστών του λαού μας, του μείνανε ωστόσο πιστοί όσοι από την αρχή τον ακολουθούσανε. Γιατί παρουσιάστηκε και πάλι σ’ αυτούς την τρίτη μέρα αναστημένος, καθώς το είχανε προφητέψει οι προφήτες του Θεού μαζί με τόσα άλλα αξιοθαύμαστα πράγματα γι’ αυτόν. Από αυτόν πήρανε το όνομα χριστιανοί που από τότε δεν έλειψε η αίρεσή τους»

Ένα άλλο χωρίο στο 9ο κεφάλαιο του 20ου βιβλίου λέει πως ο πρωθιερέας Άννας, τον καιρό του έπαρχου Αλβίνου, κατάφερε και «περάσανε από δίκη τον Ιάκωβο, αδερφό του Ιησού, του λεγόμενου Χριστού, μαζί με μερικούς άλλους, με την κατηγορία πως παραβιάσανε τον νόμο και καταδικάστηκαν σε λιθοβολισμό». Η φιλολογική και ιστορική μελέτη απέδειξε ότι και τα δύο χωρία είναι πλαστά. Το πρώτο προστέθηκε τον 3ο αι. στο έργο του Ιώσηπου. Ήταν τόση η βιασύνη και η απροσεξία του θεοσεβούμενου παραχαράκτη, που δεν πρόσεξε καθόλου να δεθεί η παρέμβασή του με το κείμενο του Ιώσηπου. Μπαίνει αμέσως μετά την περιγραφή ενός ερωτικού σκανδάλου! Όσο για το δεύτερο, που οι χριστιανοί επιμένουν να επικαλούνται, ακόμη κι αν δεν είχε αποδειχθεί η πλαστότητά του, η «κριτική θεολογία» δεν κερδίζει από αυτό παρά «έναν ιστό αράχνης απ’ όπου κρεμόταν η ύπαρξη ανθρώπινης προσωπικότητας», γράφει χαρακτηριστικά ο Κάουτσκι. Ο Κορδάτος στο έργο του «Αρχαίες θρησκείες και χριστιανισμός» κάνει αναφορές στις πολλές παραποιήσεις του έργου του Ιώσηπου που έγιναν σε διάφορες περιόδους.

Τον Τάκιτο, επίσης, επικαλούνται ως ιστορική πηγή για την ύπαρξη του Ιησού. Στο έργο του «Χρονικά», περιγράφοντας τον εμπρησμό της Ρώμης, γράφει πως ο Νέρωνας για να καλύψει την εμπλοκή του, παρουσίασε ως υπεύθυνους τους χριστιανούς, που ήταν άνθρωποι μισητοί για τα κακουργήματά τους, που είχαν αρχηγό κάποιον Χριστό που θανατώθηκε τον καιρό του Τιβέριου από τον έπαρχο Πόντιο Πιλάτο, τους οποίους και τιμώρησε με τις φοβερότερες ποινές. Ο Δίων ο Κάσιος που γράφει για τον εμπρησμό της Ρώμης, 100 χρόνια μετά τον Τάκιτο, δε γνωρίζει τίποτε για διωγμό χριστιανών.

Ο Σουητώνιος, που γράφει αμέσως ύστερα από τον Τάκιτο, μιλώντας κι αυτός για τον εμπρησμό της Ρώμης, κάνει μια πολύ σύντομη αναφορά σε διωγμό χριστιανών που ήταν άνθρωποι «παραδομένοι σε μια νέα και κακή δεισιδαιμονία». Και αυτές οι αναφορές θεωρούνται πλαστές. Ο Κορδάτος, μάλιστα, παραθέτει στοιχεία και επιχειρηματολογεί πως οι αναφορές του Τάκιτου και του Σουητώνιου αναιρούν η μία την άλλη. Πάντως, για τον Ιησού, ο Σουητώνιος δεν ξέρει απολύτως τίποτα και ο Τάκιτος δεν αναφέρει ούτε μία φορά το όνομά του. Τελικά, δεν αποδεικνύεται ούτε ότι ο Νέρωνας ήταν ο εμπρηστής της Ρώμης!

Υπάρχει και μια αναφορά του Πλίνιου που έζησε στα 61-115. Σε μια επιστολή που έστειλε στον αυτοκράτορα Τραϊανό το 112 από τη Βιθυνία της Μ. Ασίας, ζητάει οδηγίες αν θα πρέπει να καταδιώξει τους χριστιανούς, που τους χαρακτηρίζει ως δεισιδαιμονία που μεγαλώνει. Εκεί αναφέρει πως το μόνο τους παράπτωμα ήταν ότι «μαζεύονταν σε ορισμένη μέρα πριν βγει ο ήλιος και ψάλλουν ο ένας μετά τον άλλο, ύμνο στον Χριστό, ωσάν Θεό». Και αυτή η αναφορά αμφισβητήθηκε από τους ιστορικούς και χαρακτηρίστηκε πλαστή. Αλλά ακόμη και αν θεωρηθεί γνήσια, αυτό που αποδεικνύει είναι πως στη Ρώμη δεν ήξεραν και πολλά πράγματα για τους χριστιανούς.

 

Τα «ιερά» λείψανα και αντικείμενα

Από τη στιγμή που ο θεός των χριστιανών είναι τρισυπόστατος και ο Ιησούς έχει ταυτόχρονα θεϊκή και ανθρώπινη φύση, ΜΕΓΑ… ΜΥΣΤΗΡΙΟ τούτο, έπρεπε να βρεθούν ντοκουμέντα που να αποδεικνύουν την παρουσία του στη Γη. Έτσι, κοσμική και θρησκευτική ηγεσία κατόρθωσε… να συγκεντρώσει στην Κωνσταντινούπολη μέχρι το 1200 μετά την έναρξη της ημερομηνίας μας, τα σπάργανα του Χριστού, το πουκάμισό του, την εσθήτα του, τη ζώνη του, τα σαντάλια του, τον χιτώνα που του αφαίρεσαν στον Γολγοθά, το σεντόνι που τον τύλιξαν. Το αίμα του διατηρήθηκε σ’ ένα φιαλίδιο. Τα όργανα που χρησιμοποιήθηκαν για το μαρτύριό του βρέθηκαν όλα ή σχεδόν όλα. Ακόμα και ο Τίμιος Σταυρός βρέθηκε από την Αγία Ελένη, αν και οι Ρωμαίοι μετά την αποκαθήλωση των νεκρών πάντα έκαιγαν τους σταυρούς ως μολυσμένους. Ψάχνοντας η ίδια στα Ιεροσόλυμα, δεν έχει αποδειχτεί ιστορικά το ταξίδι της, βρήκε τα καρφιά, το ακάνθινο στεφάνι, τον σπόγγο, το σίδερο της λόγχης. Βρέθηκε ο στύλος της μαστιγώσεως και η σανίδα πάνω στην οποία τοποθέτησαν τον Κύριο όταν τον κατέβασαν από τον σταυρό και όπου μπορούσε να διακρίνει κανείς τα δάκρυα της μάνας του λευκά σαν σταλαγματιές λαμπάδας. Και… φυσικά, ο τάφος του! Μα το πιο εντυπωσιακό απόκτημα υπήρξε, αναμφίβολα, μια αυτόγραφη επιστολή του Χριστού, που την είχε απευθύνει στον Άβγαρο που την έφεραν στην Κωνσταντινούπολη το 1032…

Από την Παναγία «σώζονται» σήμερα μόνο ο χιτώνας, ο μανδύας και η ζώνη της. Τον μεσαίωνα είχαν κατορθώσει να διατηρήσουν σταγόνες από το γάλα της! Λείψανά της δε υπάρχουν, γιατί, όπως μας ενημερώνουν οι θεολόγοι, η Παναγία ανελήφθη εις τους ουρανούς, όπως ο υιός της.

Από τον Ιωάννη τον Βαφτιστή βρέθηκαν τμήματα λειψάνων. Το κεφάλι, το στήθος του, ένα πακέτο ματωμένα μαλλιά, ένα δάχτυλο, ένα δόντι, ένα φρύδι (το άλλο δεν ξέρουμε τι έγινε), το δεξί του χέρι και η ράβδος του. Κάποια από τα παραπάνω φυλάσσονται ως κόρη οφθαλμού και συνεχίζουν να προσελκύουν πλήθη προσκυνητών. Σε αυτά έχουν προστεθεί χιλιάδες λείψανα και «ιερά» αντικείμενα αγίων και οσίων.

 

Αντιφάσεις

Η Καινή Διαθήκη είναι γεμάτη αντιφάσεις. Θα αναφερθούμε σε κάποιες από αυτές που σχετίζονται με τη Γέννηση του Ιησού. Ο Μάρκος και ο Ιωάννης δεν αναφέρονται καθόλου σε αυτή. Οι Ευαγγελιστές Ματθαίος και Λουκάς περιγράφουν διαφορετικά τα γεγονότα. Το μόνο κοινό που έχουν είναι ότι καταβάλουν μεγάλη προσπάθεια να αποδείξουν πως ήταν απόγονος του βασιλιά Δαβίδ, ότι δηλαδή κατάγεται από βασιλική γενιά. Γι’ αυτό φτιάχνουν το γενεαλογικό του δέντρο.

Ο Ματθαίος καταγράφει είκοσι ένα ονόματα και ο Λουκάς τριάντα εννιά, ανάμεσά τους τον Αδάμ, τον Νώε και τον Μαθουσάλα! Μόνο δυο ονόματα συμφωνούν μεταξύ τους στην κατάταξη. Από τον Αβραάμ μέχρι τον Δαβίδ χρησιμοποιήθηκε κι απ’ τους δυο η Παλαιά Διαθήκη για τους μακρινούς προγόνους. Στα πιο κοντινά ονόματα προς τον Ιησού υπάρχει η μεγαλύτερη διαφοροποίηση. Το λογικό θα ήταν το αντίθετο. Έτσι, τον Σολομώντα ο Λουκάς δεν τον αναφέρει και αγνοούν εντελώς και οι δύο τον πατέρα του Ιωσήφ. Ο Λουκάς αναφέρει «πως ενομίζετο υιός του Ιωσήφ» ο Ιησούς. Φυσικά, μόνο αντρικά ονόματα καταγράφονται ακολουθώντας την πατριαρχική αρχή της εποχής πως ο άντρας γεννά και η γυναίκα είναι απλώς «συνεργούσα»!

Σε ό,τι αφορά στη γέννηση του Ιησού, διαβάζουμε χαρακτηριστικά:

Ματθαίος (Κε. 1-18): Του δε Ιησού Χριστού η γέννησις ούτω ήτο. Αφού ηρραβωνίσθη η μητήρ αυτού Μαρία του Ιωσή, ΠΡΙΝ ΣΥΝΕΛΘΩΣΙΝ, ευρέθη εν γαστρί ΕΧΟΥΣΑ ΕΚ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΑΓΙΟΥ.

Λουκάς (Κεφ. Α, 29-0): Και είπεν ο άγγελος προς αυτήν, Μη φοβού Μαριάμ, διότι εύρες χάριν παρά τω Θεώ. Και ιδού θέλεις συλλάβη εν γαστρί και θέλεις γεννήσει υιόν και θέλεις καλέσει το όνομα αυτού Ιησού… Πνεύμα Άγιον θέλει επέλθει επί σε και δύναμις του Υψίστου θέλει σε επισκιάσει, δια τούτο και το γεννώμενον εκ του άγιον θέλει ονομασθεί Υιός του Θεού.

Ενδιαφέρουσα είναι η άποψη του Παύλου:

Παύλος-Προς Ρωμαίους επιστολή (Κεφ. Α-3): Περί του Υιού αυτού, όστις εγεννήθη ΕΚ ΣΠΕΡΜΑΤΟΣ ΔΑΒΙΔ ΚΑΤΑ ΣΑΡΚΑ και απεδείχθει Υιός Θεού ΔΥΝΑΜΗ.

Ο Παύλος, σε αντίθεση με τους δύο Ευαγγελιστές που θέλουν τον Ιησού κατευθείαν γιο του Θεού, μας λέει πως «κατά σάρκα» είναι απόγονος του Δαβίδ και μόνο «δυνάμει» γιος του Θεού. Διαφωνεί με τον Λουκά, όπως και με τον Ματθαίο. Αγνοεί ότι ο άγγελος Γαβριήλ πήγε στη Μαρία. Εκείνος βάζει τον άγγελο να πηγαίνει στον ύπνο, «κατ’ όναρ», του Ιωσήφ και να το ενημερώνει γι’ αυτά που θα γίνουν. Προσθέτει δίπλα στο όνομα Ιησούς και το όνομα Εμμανουήλ για «να πληρωθεί», όπως λέει, «το ρηθέν του Κυρίου δια του προφήτου»(κεφ. Α, 22-23).

Το απόκρυφο Ευαγγέλιο του Ιάκωβου αναφέρει πως γέρος ο Ιωσήφ με γιους μεγάλους, παρέλαβε τη Μαρία, που ήταν δώδεκα χρονών, κάτω από την απειλή των ιερέων και την πήγε σπίτι του να τη «φυλάξει». Κάποτε έφυγε για δουλειές. Όταν μετά από έξι μήνες επέστρεψε, τη βρήκε «ογκωμένη». Εκείνη του είπε: «Ζει κύριος ο Θεός μου καθότι ου γιγνώσκω πόθεν εστί μου». Του εξήγησε πως μια μέρα που είχε πάει στη βρύση για να φέρει νερό, άκουσε φωνή κυρίου που της είπε: «χαίρε κεχαριτωμένη ο κύριος μετά σου…». Άνοιξαν συζήτηση και η Μαρία ρώτησε τι θα κάνει αν «γεννήσω ως πάσα γυνή γεννά». Ο Ιωσήφ «εφοβήθει σφόδρα». Σκέφτηκε πως αν τη διώξει ή αν τη μαρτυρήσει, υπήρχε κίνδυνος να τη θανατώσουν. Και ο Ματθαίος γράφει το ίδιο για τους φόβους του Ιωσήφ. Ευτυχώς, όμως. «Άγγελος κυρίου φαίνεται αυτώ κατά όναρ» για να τον καθησυχάσει. Όσο γρήγορα πείστηκε αυτός τόσο δυσκολεύτηκε να πείσει τον ιερέα που χρειάστηκε να ποτίσει τον Ιωσήφ με «το Ύδωρ της ελέγξεως του Κυρίου» κι έτσι μόνο παραδέχτηκε του λόγου το αληθές. Όταν ανακοινώθηκε από τον Κα η απογραφή, δεν ήξερε πώς να παρουσιάσει την Μαρία. «Σαν γυναίκα μου ντρέπομαι, σαν κόρη μου, όλοι ξέρουν πως δεν έχω». Έτσι, κατέφυγε στη σπηλιά για να την κρύψει κι όχι γιατί δεν μπορούσε να βρει κατάλυμα, όπως γράφει ο Λουκάς.

Βάσει των παραπάνω, δικαιούμαστε να αναρωτηθούμε, αν όλοι μιλούν για το ίδιο πρόσωπο. Όσα γράφτηκαν γύρω από τη γέννηση, προκαλούν τη δυσπιστία για το ίδιο το γεγονός. Μια προσεκτική ανάγνωση των τεσσάρων Ευαγγελίων αποκαλύπτει τις αντιφάσεις που περιέχουν. Μπορούμε να κατανοήσουμε γιατί συνόδεψε η Εκκλησία την παραίνεση «μελετάτε τις γραφές», με το «πίστευε και μη ερεύνα».

Ενδιαφέρον έχει το συμβάν που διαβάζουμε στο Ευαγγέλιο του Λουκά. Γράφει πως μια μέρα ο Ιησούς, που ήταν ακόμα παιδί, άργησε να επιστρέψει σπίτι. Οι γονείς του που τον έψαχναν, τον βρήκαν στον ναό. Όταν τους είδε «είπε προς αυτούς. Διατί με εζητείτε; Δεν ηξεύρετε ότι πρέπει να είμαι εις τα του Πατρός μου;… αυτοί δεν ενόησαν τον λόγον τον οποίο ελάλησαν προς αυτούς». Φαίνεται πως ο Ιωσήφ και η Μαρία είχαν ξεχάσει πως ήταν γιος του Θεού! Κι όλα αυτά τα «Άγγελος Γαβριήλ ενεφανίσθη», τα «μη φοβού Μαριάμ» και τα «ζει εντός μου κύριο μου και θεός μου» πήγαν περίπατο.

Κλείνοντας, δεν γίνεται να μην γίνει αναφορά στην αμφισβήτηση της γνησιότητας του αποσπάσματος από το Ευαγγέλιο του Λουκά που αφορά στη γέννηση και παρατίθεται παραπάνω. Από φιλολογικές μελέτες θεωρείται μεταγενέστερο συμπλήρωμα, όπως και η φράση που συνοδεύει τον Ιωσήφ «πως ενομίζετο…». Αν αφαιρέσουμε αυτά, τότε στο Ευαγγέλιο του Λουκά δεν υπάρχει τίποτα για την υπερφυσική γέννηση του Ιησού.

 

Ο «κομμουνισμός», ο παυλιανισμός και οι αυτοκράτορες

Ο Ένγκελς γράφει πως ο χριστιανισμός ως παγκόσμια θρησκεία «γεννήθηκε περισσότερο ή λιγότερο τεχνητά», εξαπλώθηκε στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία «γιατί ανταποκρινόταν στην οικονομική, πολιτική και ιδεολογική κατάσταση».

Ο Χριστιανισμός εμφανίστηκε ως Μεσσιανισμός στο έδαφος που είχε στρωθεί από τους Εβραίους αλλά ήταν διαφορετικός. Οι Εβραίοι αναζητούσαν τον Μεσσία που θα τους σώσει και ταυτόχρονα θα υποτάξει τους άλλους λαούς για να εξασφαλίσει την Εβραϊκή κυριαρχία. Οι χριστιανοί των πρώτων χρόνων έκαναν λόγο για αποτίναξη του ζυγού των αρχόντων, ξένων και ντόπιων. Καλούσαν κοντά τους τούς κουρασμένους από τη δουλειά και τα βάσανα. Η μέρα της κρίσης θα ήταν μια μέρα εκδίκησης ενάντια σ’ όλους τους πλούσιους και τους δυνατούς. Άνοιγαν την πόρτα για να μπει ο μη Εβραϊκός κόσμος που δεν του άρεσε καθόλου η ιδέα της υποταγής στους Εβραίους. Τη νέα θρησκεία την προσεγγίζουν οι φτωχοί όλου του κόσμου και φυσικά οι φτωχοί Εβραίοι. Το ταξικό μίσος για τους πλούσιους και η προλεταριακή αλληλεγγύη ένωνε τους πιστούς της νέας θρησκείας. Γύρω από τις «αγάπες», τα κοινά τραπέζια, οργανώθηκαν οι πρώτες «κομμουνιστικές» χριστιανικές οργανώσεις. Στην πραγματικότητα, δεν προχώρησαν παραπέρα από το να είναι σύνδεσμοι αμοιβαίας βοήθειας.

Όσο απλώνονταν η νέα θρησκεία τόσο εισχωρούσαν κομμάτια λιγότερο φτωχά. Επίσης, αναπτύσσονταν δυο τάσεις. Η πρώτη αντιμετώπιζε την απελευθέρωση από τα δεινά ως κοινή υπόθεση για καλύτερη ζωή και η δεύτερη προωθούσε την ιδέα της προσωπικής ανάστασης μετά θάνατο κι έτσι έπαιρναν κουράγιο για να αντέξουν στις δύσκολες συνθήκες της ζωής. Ο «κομμουνισμός» και ο Μεσσιανισμός ενωμένες σαν ιδέες, έκαναν την νέα θρησκεία ακατάβλητη.

Η παρουσία του Παύλου ή καλύτερα του παυλιανισμού, για το πρόσωπο και τη δράση του «απόστολου των εθνών» λίγα ξέρουμε, ήταν καταλυτική. Ο λόγος του υπέρ της εξουσίας που φτάνει στη δουλικότητα και συνοδεύεται από έντονο αντισημιτισμό, τον φέρνουν σε ευθεία αντίθεση με τους πρώτους μαχητικούς Χριστιανούς που ήταν ως επί τω πλείστο Εβραίοι. Την αντίθεση αυτή, που κάποιοι την καταγράφουν ως αντίθεση Πέτρου και Παύλου, ήταν οξύτατη. Στην αφήγηση των Παθών του Ιησού φαίνεται το μίσος κατά των Εβραίων και η υπόκλιση προς τους Ρωμαίους. Οι Πράξεις των Αποστόλων προπαγανδίζουν τις απόψεις του Παύλου. Αυτά τα χαρακτηριστικά, τον κάνουν αποδεχτό από ανώτερα κοινωνικά στρώματα. Αυτό όμως που έδωσε ώθηση στον Χριστιανισμό ήταν όταν αναγνωρίστηκε από τους αυτοκράτορες και την καθιέρωσαν ως επίσημη θρησκεία του κράτους.

Ο Κωνσταντίνος, που ονομάστηκε Μέγας και Άγιος, που δολοφόνησε κάμποσους για να εξασφαλίσει τον θρόνο του, που πίστευε στον Μίθρα, τον Πέρση θεό του φωτός, γρήγορα κατάλαβε πως η νέα θρησκεία του Ναζωραίου ήταν για την αυτοκρατορία του πολύ χρήσιμη ιδεολογία. Μετά το διάταγμα των Μεδιολάνων, άρχισε να τοποθετεί χριστιανούς σε θέσεις κλειδιά της διοίκησης εκτοπίζοντας τους εθνικούς. Συγκάλεσε την πρώτη οικουμενική σύνοδο το 325 στην οποία ήταν πρόεδρος, ενάντια στον Άρειο που ισχυριζόταν πως ο Ιησούς δεν είναι θεός. Η σύνοδος αποφάνθηκε πως ο Ιησούς είναι θεός ομοούσιος με τον πατέρα του, ο Άρειος ηττήθηκε και φαίνεται ότι πέθανε δηλητηριασμένος από τους ανθρώπους του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Αθανάσιου, ο οποίος ανακηρύχθηκε Άγιος.

Τη δεύτερη οικουμενική σύνοδο συγκάλεσε ο Μέγας Θεοδόσιος. Αυτή αποφάνθηκε για την τριαδικότητα του Θεού και ότι η εκκλησία είναι ο εκπρόσωπός του επί της Γης. Ο χριστιανισμός γίνεται η επίσημη θρησκεία του κράτους και οι πολίτες της αυτοκρατορίας έπρεπε να συμμορφωθούν και να γίνουν χριστιανοί. Η τρίτη οικουμενική σύνοδος ξεκαθάρισε πως η Παναγία είναι Θεοτόκος και όχι Χριστοτόκος. Η τέταρτη οικουμενική σύνοδος στρέφεται ενάντια στον Μονοφυσιτισμό που έλεγε πως ο Χριστός δεν είναι άνθρωπος παρά μόνο Θεός. Η πέμπτη οικουμενική σύνοδος γίνεται επί Ιουστινιανού και χαρακτηρίζεται από τη νίκη της Ανατολικής επί της Δυτική εκκλησίας.

Τα Ευαγγέλια μετά από κάθε οικουμενική σύνοδο, έγιναν αρκετές, τροποποιούνταν-προσαρμόζονταν για να ταιριάζουν με τις αποφάσεις. Κάθε φορά οι ηττημένοι διώκονταν. Σκληροί νόμοι όριζαν ποιος είναι ορθόδοξος και ποιος αιρετικός. Όσοι χαρακτηρίζονταν αιρετικοί καθαιρούνταν από τις θέσεις που κατείχαν, δημεύονταν η περιουσία τους και συχνά έβρισκαν τραγικό θάνατο. Πάνω από τα κεφάλια των ανθρώπων κρέμονταν απειλητικά ο γήινος νόμος και ο «ιερός» λόγος!

Ο Κάουτσκι γράφει πως ο Χριστιανισμός «υποδούλωσε τη Ρώμη, γονάτισε τους Καίσαρες και κατέκτησε τον κόσμο. Δεν τον κατέκτησε για να τον χαρίσει στο προλεταριάτο. Στην πορεία της νικηφόρας του εκστρατείας, η προλεταριακή, κομμουνιστικής οργάνωσης αλληλεγγύης, μετατράπηκε στον πιο ισχυρό μηχανισμό του κόσμου, με στόχο την κυριαρχία και την εκμετάλλευση… Ο σταυρωμένος Μεσσίας, δεν ήταν ο πρώτος αλλά ούτε και ο τελευταίος κατακτητής, που τελειώνοντας, έστρεψε τις στρατιές με τις οποίες νίκησε, ενάντια στον ίδιο τον δικό του λαό, που τον υποδούλωσε και τον σκλάβωσε».

 

Η αμφισβήτηση της ιστορικότητας του Ιησού

Ο μεσαίωνας είχε προσαρτήσει στη θρησκεία όλες τις άλλες μορφές της ιδεολογίας: τη φιλοσοφία, την πολιτική, τα νομικά, που έγιναν υποδιαιρέσεις της θεολογίας. Μ’ αυτό ανάγκαζε κάθε κοινωνική και πολιτική κίνηση να παίρνει θεολογική μορφή. Κανείς δεν μπορούσε να αμφισβητήσει τον Θεό, τα πρόσωπα της Αγίας Γραφής και τον θεϊκό χαρακτήρα της εκκλησίας που έπρεπε να στέκει πάνω και έξω από κάθε ανθρώπινη κριτική.

Τον 18ο αιώνα, ο αστικός διαφωτισμός αρχίζει να καλλιεργεί την αντίληψη πως μπορεί να γίνει επιστημονική έρευνα για τη γέννηση του χριστιανισμού. Από την αρχή φάνηκε πως η αστική τάξη δε θέλησε να δημιουργήσει καινούρια θρησκεία ούτε να καταστρέψει αυτή που υπήρχε. Απλά συγκρούστηκε με τον χριστιανισμό και την εκκλησία τόσο όσο χρειαζόταν για να προωθήσει τη δική της εξουσία.

Πρώτος ο Άγγλος Gibbon (1774) παρατηρεί ότι «κανένας από τους σύγχρονους του Ιησού δεν αναφέρει τίποτε γι’ αυτόν που λένε πως έκανε τόσο καταπληκτικά πράγματα… Οι παράλυτοι περπατήσανε, οι τυφλοί είδανε το φως τους, οι άρρωστοι θεραπεύτηκαν, οι νεκροί αναστήθηκαν, δαιμόνια διωχτήκανε και πολλές φορές οι νόμοι της φύσης παραβιάστηκαν για το καλό της εκκλησίας. Κι όμως οι σοφοί της Ελλάδας και της Ρώμης… δείχνουν να μην αντιλαμβάνονται όλες τις μεταβολές που γινότανε στην ηθική και φυσική τάξη του κόσμου».

Ο Γάλλος Ντυμπουί (1794) είναι ο πρώτος που αρνιέται την ύπαρξη του Χριστού και θεωρεί πως η ζωή του έχει την καταγωγή της στις αρχαίες λατρείες του ήλιου. Ο Μπρούνο Μπάουερ (μαθητής του Χέγκελ) υποστήριξε πως ο Ιησούς είναι φανταστικό πρόσωπο. Τόνισε το γεγονός ότι κανείς εβραίος ή ειδωλολάτρης δεν αναφέρει τίποτε για το πρόσωπο του ηγέτη του χριστιανισμού και παρατήρησε τις αντιφάσεις των Ευαγγελίων. Ο Καρλ Κάουτσκι με το σπουδαίο έργο του «Η καταγωγή του χριστιανισμού» αποδεικνύει ότι ο Ιησούς δεν είναι ιστορικό πρόσωπο, εξηγεί την καταγωγή του χριστιανισμού και τις αιτίες που κυριάρχησε και έγινε παγκόσμια θρησκεία.

Στην Ελλάδα, ο Γ. Κορδάτος γράφει για το βιβλίο του Κάουτσκι πως «είναι ένα από τα καλύτερα έργα της μαρξιστικής κοινωνιολογίας». Στο έργο του «Αρχαίες θρησκείες και χριστιανισμός» υποστηρίζει πως ο Ιησούς είναι μυθικό πρόσωπο. Αυτή του η άποψη διαχέεται σε όλα τα βιβλία του. Δε χρησιμοποιεί ούτε τις συντομογραφίες π.Χ. ή μ.Χ. όταν γράφει ημερομηνίες. Όμως, στο βιβλίο «Ιησούς Χριστός και χριστιανισμός», που εκδόθηκε μετά τον θάνατό του, εμφανίζεται υπέρ της ιστορικότητας του Ιησού και αγνοεί εντελώς τον Κάουτσκι. Μάλιστα, βγάζει και συμπεράσματα για το πώς ήταν η εξωτερική εμφάνιση του Χριστού! Ο Θ. Μάρας, που έχει μελετήσει το έργο του δασκάλου, όπως αποκαλεί τον Κορδάτο, αφήνει υπονοούμενα για τον ρόλο του εκδότη. Σε κάθε περίπτωση, η προσφορά του Κορδάτου στη μελέτη του συγκεκριμένου ζητήματος είναι σημαντική.

 

Μαρξισμός και θρησκεία

Ο Μαρξ και ο Ένγκελς δεν αρκούνται στην αποδόμηση της ιστορικότητας του Ιησού αλλά αποκαλύπτουν τον ρόλο της θρησκείας και απορρίπτουν την ύπαρξη του θεού. Εξηγούν πώς δεν υπάρχει θρησκευτικό ένστικτο στον άνθρωπο και πως η θρησκεία εμφανίστηκε σε συγκεκριμένη φάση στην ιστορία του ανθρώπου.

Το βάθρο της άθρησκης κριτικής είναι: «ο άνθρωπος φτιάχνει τη θρησκεία, η θρησκεία δεν φτιάχνει τον άνθρωπο… Ο άνθρωπος είναι ο κόσμος του ανθρώπου, το κράτος, η κοινωνία. Το κράτος αυτό, η κοινωνία αυτή παράγουν τη θρησκεία, μια αναστραμμένη συνείδηση του κόσμου, γιατί η ίδια είναι ένας αναστραμμένος κόσμος… Ο αγώνας κατά της θρησκείας είναι επομένως έμμεσα ο αγώνας εναντίον του κόσμου που πνευματικό του άρωμα είναι η θρησκεία… Η κατάργηση της θρησκείας ως απατηλής ευτυχίας του λαού σημαίνει απαίτηση της πραγματικής του ευτυχίας».

Η κριτική στη θρησκεία είναι απαραίτητη αλλά «το όπλο της κριτικής δεν μπορεί να αντικαταστήσει την κριτική των όπλων, η υλική δύναμη πρέπει ν’ ανατραπεί από υλική δύναμη, όπως και η θεωρία γίνεται υλική δύναμη μόλις κατακτήσει τις μάζες».

Ο Λένιν εξηγεί πως για το κράτος η θρησκεία πρέπει να είναι ατομική υπόθεση, σε καμιά περίπτωση όμως δεν είναι ατομική υπόθεση για ένα κομμουνιστικό κόμμα. Η ιδεολογική πάλη δεν είναι ατομική υπόθεση. Η θρησκεία δεν είναι απλά προϊόν ή αντανάκλαση της οικονομικής καταπίεσης στους κόλπους της κοινωνίας. «Πρέπει να ξέρουμε να αγωνιζόμαστε κατά της θρησκείας και γι’ αυτό πρέπει να εξηγήσουμε υλιστικά την πηγή της πίστης και της θρησκείας μέσα στις μάζες. Την πάλη κατά της θρησκείας δεν μπορούμε να την περιορίζουμε σε ένα αφηρημένο ιδεολογικό κήρυγμα, δεν μπορούμε να την ανάγουμε σε ένα τέτοιο κήρυγμα. Την πάλη αυτή πρέπει να την συνδέσουμε με την συγκεκριμένη πρακτική του ταξικού κινήματος που αποβλέπει στην εξάλειψη των κοινωνικών ριζών της θρησκείας».

«Ο Θεός είναι (ιστορικά και στην καθημερινή ζωή) πριν απ’ όλα, ένα σύνολο ιδεών που τις γέννησε η τυφλή συντριβή του ανθρώπου, η συντριβή η οποία οφείλεται στη φύση που μας περιβάλλει και στην ταξική καταπίεση, ιδεών που καθαγιάζουν αυτήν την ανθρώπινη συντριβή, που αποκοιμίζουν την ταξική πάλη».

Όσοι εξωραΐζουν την ιδέα του Θεού, εξωραΐζουν τις αλυσίδες που κρατούν υποταγμένους τους λαούς.

 

Β.Δ.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Καρλ Μαρξ: Το εβραϊκό ζήτημα, εκδ. Οδυσσέας 2006

Καρλ Μαρξ-Φρ. Ένγκελς: Η γερμανική ιδεολογία τομ. Β, εκδ. GUTENBERG, 1989

Φρ. Ένγκελς: Αντι Ντύρινγκ, εκδ. Αναγνωστίδη

Καρλ Κάουτσκι: Η καταγωγή του Χριστιανισμού, εκδ. Αναγνωστίδη

Γ. Κορδάτος: Αρχαίες θρησκείες και Χριστιανισμός, εκδ. Μπουκουμάνη, 1973

Γ. Κορδάτος: Ο Ιησούς Χριστός και ο Χριστιανισμός, τομ. Α και Β, εκδ. Μπουκουμάνη, 1975

Θ. Μάρας: Οι αντιφάσεις της Καινής Διαθήκης, εκδ. Σμυρνιωτάκη, 1978

Β. Ι. Λένιν: Σοσιαλισμός και θρησκεία, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 2017

Εμμανουήλ Γιαροσλάβσκι: Πώς γεννιούνται, ζουν και πεθαίνουν οι θεοί και οι θεές

Η Αγία Γραφή

Διάφορα άρθρα απ’ το διαδίκτυο.

 

 πηγή: https://antigeitonies3.blogspot.com/2021/12/blog-post_64.html

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου